Περίληψη
Η διδακτορική εργασία εξετάζει ένα ελάχιστα μελετηθέν στη λογοθεραπεία θέμα, για τη σχέση μεταξύ του παιδικού τραυλισμού και της λειτουργίας του προφορικού εκφραστικού λόγου. Ο σκοπός της μελέτης καθορίζεται στη βάση βιβλιογραφικών δεδομένων για διακριτές δυσκολίες στα σύνθετα επίπεδα του λόγου (μορφολογικό και συντακτικό) και προσβλέπει στην πειραματικό έλεγχο της κατάστασής τους σε παιδιά με διαταραχή στη ροή του λόγου. Στη μελέτη συμμετείχαν 70 παιδιά ηλικίας 4-6 ετών και 6-7 ετών, χωρισμένα στις ακόλουθες υποομάδες: 30 παιδιά ηλικίας 4-6 ετών (15 με τραυλισμό και 15 χωρίς τραυλισμό) και 40 παιδιά ηλικίας 6-7 ετών (20 με τραυλισμό και 20 χωρίς τραυλισμό). Όλα τα παιδιά έχουν ως μητρική γλώσσα την ελληνική, χωρίς στοιχεία ύπαρξης διγλωσσίας. Η δομική οργάνωση των ομάδων επιτρέπει τον έλεγχο της επίδρασης των ανεξαρτήτων παραγόντων ηλικία και τραυλισμός επί των επιπέδων του προφορικού λόγου. Τα διαγνωστικά εργαλεία περιλαμβάνουν 9 δείγματα, από τα οποία 4 για την αξιολόγηση του λεξιλο ...
Η διδακτορική εργασία εξετάζει ένα ελάχιστα μελετηθέν στη λογοθεραπεία θέμα, για τη σχέση μεταξύ του παιδικού τραυλισμού και της λειτουργίας του προφορικού εκφραστικού λόγου. Ο σκοπός της μελέτης καθορίζεται στη βάση βιβλιογραφικών δεδομένων για διακριτές δυσκολίες στα σύνθετα επίπεδα του λόγου (μορφολογικό και συντακτικό) και προσβλέπει στην πειραματικό έλεγχο της κατάστασής τους σε παιδιά με διαταραχή στη ροή του λόγου. Στη μελέτη συμμετείχαν 70 παιδιά ηλικίας 4-6 ετών και 6-7 ετών, χωρισμένα στις ακόλουθες υποομάδες: 30 παιδιά ηλικίας 4-6 ετών (15 με τραυλισμό και 15 χωρίς τραυλισμό) και 40 παιδιά ηλικίας 6-7 ετών (20 με τραυλισμό και 20 χωρίς τραυλισμό). Όλα τα παιδιά έχουν ως μητρική γλώσσα την ελληνική, χωρίς στοιχεία ύπαρξης διγλωσσίας. Η δομική οργάνωση των ομάδων επιτρέπει τον έλεγχο της επίδρασης των ανεξαρτήτων παραγόντων ηλικία και τραυλισμός επί των επιπέδων του προφορικού λόγου. Τα διαγνωστικά εργαλεία περιλαμβάνουν 9 δείγματα, από τα οποία 4 για την αξιολόγηση του λεξιλογικού, 3 για την αξιολόγηση του μορφολογικού και 2 για την αξιολόγηση του συντακτικού επιπέδου του λόγου. Η στατιστική εξέταση των αποτελεσμάτων βασίζεται σε διπαραγοντική ανάλυση διακύμανσης (κριτήριο F – κριτήριο του Fisher) η οποία επέτρεψε τη διαμόρφωση των ακολούθων συμπερασμάτων: 1. Τα παιδιά με τραυλισμό χαρακτηρίζονται από ανομοιόμορφη ανάπτυξη των επιπέδων του γλωσσικού συστήματος 2. Ως προς την κατάσταση του λεξιλογικού επιπέδου, σχετιζομένου με την κωδικοποίηση συγκεκριμένου λεξιλογίου, τα παιδιά με τραυλισμό δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τα παιδιά με φυσιολογική ροή του λόγου. Σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων παρατηρήθηκαν μόνο σε ασκήσεις δημιουργίας ρηματικού λεξιλογίου 3. Υφίσταται σημαντική επίδραση των ανεξαρτήτων παραγόντων ηλικία και τραυλισμός επί των υψηλοτέρων επιπέδων του λόγου - μορφολογικού και συντακτικού. Η διαγνωστική συστοιχία και τα ληφθέντα αποτελέσματα έχουν αναμφισβήτητη σημασία για τη λογοθεραπευτική θεωρία και πρακτική.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The dissertation thesis examines a poorly explored question in speech therapy of the relationship between child stuttering and the functioning of the oral spoken language. The aim of the study is based on literary data on discrete difficulties at complex levels of language (morphologically and syntactically) and pursues an experimental check of their condition in children with impaired speech fluency. The study included 70 children aged 4-6 years and 6-7 years old, divided into the following subgroups: 30 children aged 4-6 (15 with stuttering and 15 without stuttering) and 40 children aged 6-7 years (20 with stuttering and 20 without stuttering). All of them are native to Greek and have no bilingualism. The structure of the groups allows verification of the influence of the independent factors "age" and "stuttering" on the levels of the oral language. The diagnostic toolbox includes 9 samples, of which 4 for lexical assessment, 3 for morphological assessment and 2 for syntactic languag ...
The dissertation thesis examines a poorly explored question in speech therapy of the relationship between child stuttering and the functioning of the oral spoken language. The aim of the study is based on literary data on discrete difficulties at complex levels of language (morphologically and syntactically) and pursues an experimental check of their condition in children with impaired speech fluency. The study included 70 children aged 4-6 years and 6-7 years old, divided into the following subgroups: 30 children aged 4-6 (15 with stuttering and 15 without stuttering) and 40 children aged 6-7 years (20 with stuttering and 20 without stuttering). All of them are native to Greek and have no bilingualism. The structure of the groups allows verification of the influence of the independent factors "age" and "stuttering" on the levels of the oral language. The diagnostic toolbox includes 9 samples, of which 4 for lexical assessment, 3 for morphological assessment and 2 for syntactic language assessment. The statistical test of the results is based on a two-factor dispersion analysis (Fischer's F-criterion), which allowed the following conclusions: 1. Stuttering children are characterized by uneven levels of language development; 2. By lexical level related to coding a particular vocabulary, children with stuttering do not differ significantly from those with normal speech fluency. Significant differences between groups are only observed for verbatim vocabulary generation tasks. 3. There is a significant influence of the independent factors "age" and "stuttering" on the higher linguistic levels - morphologically and syntactically. The diagnostic battery and the results obtained are of paramount importance for logopedic theory and practice.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Дисертационният труд разглежда слабо проучен в логопедията въпрос за връзката между детското заекване и функционирането на устния експресивен език. Целта на изследването изхожда от литературни данни за дискретни трудности в сложните равнища на езика (морфологично и синтактично) и преследва експериментална проверка на състоянието им при деца с нарушена речева плавност. В изследването взеха участие 70 деца на възраст 4-6 години и 6-7 години, разпределени в следните подгрупи: 30 деца на възраст 4-6 години (15 със заекване и 15 без заекване) и 40 деца на възраст 6-7 години (20 със заекване и 20 без заекване). Всички те са с роден език гръцки и без данни за билингвизъм. Структурната организация на групите позволява проверка на влиянието на независимите фактори „възраст” и „заекване” върху равнищата на устния език. Диагностичният инструментариум включва 9 проби, от които 4 за оценка на лексикалното, 3 за оценка на морфологичното и 2 за оценка на синтактичното равнище на езика. Статистическат ...
Дисертационният труд разглежда слабо проучен в логопедията въпрос за връзката между детското заекване и функционирането на устния експресивен език. Целта на изследването изхожда от литературни данни за дискретни трудности в сложните равнища на езика (морфологично и синтактично) и преследва експериментална проверка на състоянието им при деца с нарушена речева плавност. В изследването взеха участие 70 деца на възраст 4-6 години и 6-7 години, разпределени в следните подгрупи: 30 деца на възраст 4-6 години (15 със заекване и 15 без заекване) и 40 деца на възраст 6-7 години (20 със заекване и 20 без заекване). Всички те са с роден език гръцки и без данни за билингвизъм. Структурната организация на групите позволява проверка на влиянието на независимите фактори „възраст” и „заекване” върху равнищата на устния език. Диагностичният инструментариум включва 9 проби, от които 4 за оценка на лексикалното, 3 за оценка на морфологичното и 2 за оценка на синтактичното равнище на езика. Статистическата проверка на резултатите се базира на двуфакторен дисперсионен анализ (F- критерий на Фишер), който позволи формулиране на следните изводи: 1. Децата със заекване се отличават с неравномерно развитие на равнищата на езиковата система; 2. По състояние на лексикалното равнище, свързано с кодиране на конкретна лексика, децата със заекване не се различават съществено от тези с нормална речева плавност. Съществени различия между групите се наблюдават само при задачи за генериране на глаголна лексика; 3. Налице е значимо влияние на независимите фактори „възраст” и „заекване” върху по-високите езикови равнища – морфологично и синтактично. Диагностичната батерия и получените резултати имат безпорно значение за логопедичната теория и практика.
περισσότερα