Περίληψη
Η λεϊσμανίωση του σκύλου (ΛΣ), που ίσως είναι το συχνότερο λοιμώδες νόσημα του ζωικού αυτού είδους στην Ελλάδα και τις άλλες παραμεσόγειες χώρες, οφείλεται στο διφασικό πρωτόζωο Leishmania infantum - chagasi. Ορισμένα είδη σκνιπών Phlebotomus spp. ευθύνονται για τη μετάδοση του παρασίτου στο σκύλο, τον άνθρωπο και άλλα είδη θηλαστικών. Στις ενδημικές περιοχές, η συχνότητα της ΛΣ μπορεί να φθάσει το 63%. Η υπερίσχυση της τύπου Th2 ανοσολογικής απάντησης σε αντιγόνα του παρασίτου συνοδεύεται από υπερπαραγωγή IgG αντισωμάτων και ανοσοσυμπλόκων που συνιστούν την κύρια παθογενετική βάση των κλινικών εκδηλώσεων από διάφορους ιστούς και όργανα. Αυτό εξηγεί την πολυμορφία της κλινικής εικόνας της ΛΣ που περιλαμβάνει την λεμφογαγγλιοσπληνομεγαλία, τις δερματικές αλλοιώσεις, την ατροφική μυΐτιδα των μασητήριων μυών, αρκετές οφθαλμικές αλλοιώσεις, την πολυαρθρίτιδα και την οστεομυελίτιδα, τη χρόνια ηπατίτιδα και ιδιαίτερα τη σπειραματονεφρίτιδα που συνηθέστερα καταλήγει σε χρόνια νεφρική ανεπάρκε ...
Η λεϊσμανίωση του σκύλου (ΛΣ), που ίσως είναι το συχνότερο λοιμώδες νόσημα του ζωικού αυτού είδους στην Ελλάδα και τις άλλες παραμεσόγειες χώρες, οφείλεται στο διφασικό πρωτόζωο Leishmania infantum - chagasi. Ορισμένα είδη σκνιπών Phlebotomus spp. ευθύνονται για τη μετάδοση του παρασίτου στο σκύλο, τον άνθρωπο και άλλα είδη θηλαστικών. Στις ενδημικές περιοχές, η συχνότητα της ΛΣ μπορεί να φθάσει το 63%. Η υπερίσχυση της τύπου Th2 ανοσολογικής απάντησης σε αντιγόνα του παρασίτου συνοδεύεται από υπερπαραγωγή IgG αντισωμάτων και ανοσοσυμπλόκων που συνιστούν την κύρια παθογενετική βάση των κλινικών εκδηλώσεων από διάφορους ιστούς και όργανα. Αυτό εξηγεί την πολυμορφία της κλινικής εικόνας της ΛΣ που περιλαμβάνει την λεμφογαγγλιοσπληνομεγαλία, τις δερματικές αλλοιώσεις, την ατροφική μυΐτιδα των μασητήριων μυών, αρκετές οφθαλμικές αλλοιώσεις, την πολυαρθρίτιδα και την οστεομυελίτιδα, τη χρόνια ηπατίτιδα και ιδιαίτερα τη σπειραματονεφρίτιδα που συνηθέστερα καταλήγει σε χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και το θάνατο του ζώου. Η επίσταξη είναι σημαντική κλινική εκδήλωση της ΛΣ με συχνότητα που κυμαίνεται από 5 ως 15%. Σε πρόσφατη μελέτη, η ΛΣ ευθυνόταν για το 48% των περιστατικών επίσταξης του σκύλου στη χώρα μας. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η όσο το δυνατόν εκτενέστερη και βαθύτερη διερεύνηση της παθογένειας της επίσταξης στη ΛΣ, όχι μόνο επειδή δεν έχει μελετηθεί σε μεγάλο αριθμό κλινικών περιστατικών αλλά και επειδή δεν έχουν μελετηθεί πιθανοί συνυπάρχοντες παράγοντες, αφού είναι γνωστό ότι η επίσταξη δεν έχει αναφερθεί στην πειραματική μορφή της νόσου. Ως εκ τούτου, καταβλήθηκε προσπάθεια για την ανάλυση όσο το δυνατόν περισσοτέρων παραμέτρων που έχουν σχέση με την αιμόσταση και την ιστολογική εικόνα του ρινικού βλεννογόνου. Στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν 51 περιστατικά που παρουσίαζαν την τυπική κλινική εικόνα της ΛΣ, η διάγνωση της οποίας επιβεβαιώθηκε ορολογικά (ανοσοχρωματογραφική μέθοδος Snap Test, IDEXX) και κυτταρολογικά - παρασιτολογικά (χρώση Giemsa σε λεμφογάγγλιο ή / και το μυελό των οστών). Τα ζώα χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με κριτήριο την παρουσία επίσταξης (ομάδα Α, n=24) ή όχι (ομάδα Β, n=27). Παράλληλα χρησιμοποιήθηκαν και 25 σκύλοι που ήταν κλινικά υγιείς και ορολογικά αρνητικοί απέναντι στις L. infantum-chagasi και E. canis για τη διαμόρφωση τιμών αναφοράς για ορισμένες δοκιμές ελέγχου της αιμόστασης όπως ο χρόνος ροής (ΒΤ), ο χρόνος προθρομβίνης (ΡΤ) ο χρόνος μερικής θρομβοπλαστίνης (ΡΤΤ) και το ποσοστό της συναθροιστικότητας των αιμοπεταλίων με ADP και κολλαγόνο στις δικές μας εργαστηριακές συνθήκες. Επιπλέον διερευνήθηκε η παρουσία συνυπαρχουσών λοιμώξεων (μονοκυτταρική ερλιχίωση, μπαρτονέλλωση, ρινική ασπεργίλλωση) και άλλων παθολογικών καταστάσεων (χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, σύνδρομο υπεριξώδους, αρτηριακή υπέρταση) που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην εκδήλωση της επίσταξης.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Canine leishmaniosis (CanL), caused by L. infantum-chagasi, is perhaps the most common canine infectious disease in Greece as well as in other Mediterranean countries. Blood sucking Phlebotomus spp. sandflies are the vector responsible for the transmission of the parasite among dogs, humans and other mammalian species. In the endemic areas of the world, L. infantum-chagasi infection rate may approach 63% within the local canine populations. Upregulation of the humoral immune response to parasitic antigens results in overproduction of IgG class specific antibodies and immunocomplexes that constitute the main pathogenetic background of the disease, since their deposition in many organs and body tissues explains the variability of clinical manifestations. Clinical picture of CanL may include peripheral lymphadenopathy and splenomegaly, skin lesions, polyarthritis and osteomyelitis, chronic hepatitis, and most importantly glomerulonephritis which usually results in chronic renal failure an ...
Canine leishmaniosis (CanL), caused by L. infantum-chagasi, is perhaps the most common canine infectious disease in Greece as well as in other Mediterranean countries. Blood sucking Phlebotomus spp. sandflies are the vector responsible for the transmission of the parasite among dogs, humans and other mammalian species. In the endemic areas of the world, L. infantum-chagasi infection rate may approach 63% within the local canine populations. Upregulation of the humoral immune response to parasitic antigens results in overproduction of IgG class specific antibodies and immunocomplexes that constitute the main pathogenetic background of the disease, since their deposition in many organs and body tissues explains the variability of clinical manifestations. Clinical picture of CanL may include peripheral lymphadenopathy and splenomegaly, skin lesions, polyarthritis and osteomyelitis, chronic hepatitis, and most importantly glomerulonephritis which usually results in chronic renal failure and the demise of the animal. Epistaxis is an important clinical manifestation of CanL, the frequency of which may range from 5% to 15%. In a recent clinical study conducted in Greece, CanL was held responsible for 48% of the canine cases admitted to our Teaching Hospital with epistaxis. The aim of the present study was to investigate, as far as possible, the pathogenetic mechanism underlying CanL-associated epistaxis, not only because of the relatively small number of cases investigated before in a similar study but most importantly because of the potential influence concurrent factors, which are commonly seen in natural cases, may exert on the expression of nasal bleeding. To accomplish these goals, an attempt was made to measure as many hemostatic parameters as possible and to investigate more extensively nasal mucosa biopsies obtained from CanL cases, with or without epistaxis. Fifty-one CanL cases, confirmed with both serology (immunochromatographic technique, Snap Test IDEXX) and cytology / parasitology (Giemsa stained lymph node and / or bone marrow aspiration smears) were employed in the study. This study population was divided into group A (n=24), in which, at least one episode of epistaxis had been witnessed before or was detected on physical examination and group B (n=27) in which there was no historical or clinical evidence of nose bleeding for at least two months before the admission. In order to generate reference intervals for some common and uncommon hemostatic tests performed under our laboratory conditions (bleeding time [BT], prothrombin time [PT], partial thromboplastin time [PTT] and platelet aggregation studies), 25 clinically healthy and L. infantum-chagasi plus E. canis seronegative dogs were also employed. Furthermore, the hypothesis that concurrent infections such as monocytic ehrlichiosis, bartonellosis and nasal aspergillosis and some other internal conditions (chronic renal failures, hyperviscosity syndrome, arterial hypertension) would contribute to the expression of epistaxis in CanL was also investigated. The diagnostic evaluation of 51 CanL cases included physical examination, complete blood count, serum biochemistry profile, urinalysis, hemostatic testing (BT, PT, PTT, thrombin time [TT], fibrinogen and vWf measurement, platelet aggregation studies by applying ADP and collagen activators), serum protein electrophoresis and serum relative viscosity measurement. Moreover, serology for E. canis (ELISA, Immunocomb, Biogal), Dirofilaria immitis (immunochromatographic technique, Snap Test IDEXX) and Aspergillus spp. (radial immunodiffusion - group A only) as well as bone marrow rRNA PCR for E. canis and Bartonella spp. were applied in all group A and B dogs. Arterial blood pressure (systolic) measurement (Doppler method) and indirect ophthalmoscopy were also performed along with the radiographic evaluation of nasal cavities, under general anesthesia and by applying a rigid rhinoscope, multiple biopsies were obtained from predetermined and lesional sites of nasal mucosa for histopathology. In animals which had been euthanized, the biopsies were taken upon necropsy. Statistical analysis of the results was focused on the comparison of abnormality frequency (Pearson’s x2 test and Fischer’s exact test) and the mean or median values (Student’s t-test) of the aforementioned parameters between group A and group B dogs. Furthermore, the probability of linear correlations between several laboratory parameters (e.g. a) bleeding time versus creatinine concentration, γ-globulin concentration or serum relative viscosity; b) γ-globulin concentration versus serum relative viscosity or platelet aggregation) was investigated for each animal group and for the total number of animals.
περισσότερα