Περίληψη
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μία διεπιστημονική μελέτη γραπτών κειμένων και αρχαιομετρικών αναλύσεων μεταλλικών αντικειμένων της 2ης χιλιετίας π.Χ. από την Εγγύς Ανατολή. Η συνθετική προσέγγιση που ακολουθείται προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις μεταλλουργικές πρακτικές, τις γενικότερες προτιμήσεις στη χρήση των μετάλλων και τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα στις διαδικασίες κατασκευής και αποτίμησης.Η διακίνηση, η ανταλλαγή και το εμπόριο των μετάλλων είναι ζητήματα που συνηθέστερα προσεγγίζονται από δύο κύριες, αλλά χωρίς (φανερά) άμεση σχέση μεταξύ τους, πλευρές: τις γραπτές πηγές από τη μία και τα αρχαιομεταλλουργικά και γεωλογικά δεδομένα από την άλλη. Οι περισσότερες παλαιότερες μελέτες επικεντρώνονται σε μία από τις δύο αυτές πλευρές και συγκεκριμένα σε ένα μέταλλο, μία δεδομένη περιοχή ή εποχή. Ωστόσο, η παρούσα έρευνα αναλαμβάνει μία πιο ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση για τη μελέτη της ανταλλαγής και χρήσης των μετάλλων, συνδυάζοντας πληροφορίες από γραπτές πη ...
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μία διεπιστημονική μελέτη γραπτών κειμένων και αρχαιομετρικών αναλύσεων μεταλλικών αντικειμένων της 2ης χιλιετίας π.Χ. από την Εγγύς Ανατολή. Η συνθετική προσέγγιση που ακολουθείται προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις μεταλλουργικές πρακτικές, τις γενικότερες προτιμήσεις στη χρήση των μετάλλων και τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα στις διαδικασίες κατασκευής και αποτίμησης.Η διακίνηση, η ανταλλαγή και το εμπόριο των μετάλλων είναι ζητήματα που συνηθέστερα προσεγγίζονται από δύο κύριες, αλλά χωρίς (φανερά) άμεση σχέση μεταξύ τους, πλευρές: τις γραπτές πηγές από τη μία και τα αρχαιομεταλλουργικά και γεωλογικά δεδομένα από την άλλη. Οι περισσότερες παλαιότερες μελέτες επικεντρώνονται σε μία από τις δύο αυτές πλευρές και συγκεκριμένα σε ένα μέταλλο, μία δεδομένη περιοχή ή εποχή. Ωστόσο, η παρούσα έρευνα αναλαμβάνει μία πιο ολιστική και διεπιστημονική προσέγγιση για τη μελέτη της ανταλλαγής και χρήσης των μετάλλων, συνδυάζοντας πληροφορίες από γραπτές πηγές, αρχαιομεταλλουργικές αναλύσεις, την πειραματική αρχαιολογία, γεωλογικές μελέτες των σχετικών περιοχών και την εθνοαρχαιολογία.Οι γραπτές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν είναι τα Παλαιο-Ασσυριακά κείμενα από το Κανές στην Κεντρική Ανατολία, τα οποία αναφέρονται στο εμπόριο που διεξαγόταν μεταξύ περίπου 2000-1715 π.Χ., και οι επιστολές από την Αμάρνα της Αιγύπτου που χρονολογούνται στα μέσα του 14ου αιώνα π.Χ. και αναφέρονται στην ανταλλαγή δώρων για την εξυπηρέτηση των διεθνών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ βασιλέων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Εγγύς Ανατολή. Οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν από τα μελετημένα κείμενα αφορούν στις μετακινήσεις και στις ποσότητες και ποικιλίες των μετάλλων που μεταφέρονταν και χρησιμοποιήθηκαν σε βασικές στατιστικές αναλύσεις με σκοπό την παρατήρηση προτιμήσεων στη χρήση και την ανταλλαγή των μετάλλων. Επιπλέον, τα συλλογικά δεδομένα από τις χημικές, ή άλλου είδους, αναλύσεις αντικειμένων και σχετικών δειγμάτων μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν ως προς το κατά πόσο ανταποκρίνονται με τα καταγεγραμμένα χαρακτηριστικά και τις κατεργασίες των μετάλλων. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στη σημασία της εξωτερικής εμφάνισης, και πιο συγκεκριμένα του χρώματος, στην αναγνώριση ενός μετάλλου, των ιδιοτήτων, της σύστασης και της ποιότητάς του και πως αυτή σχετιζόταν με ή επηρέαζε την επιλογή για σκοπούς εμπορικούς ή ανταλλαγής δώρων.Από τη συλλογή πληροφοριών από τα γραπτά κείμενα και σε συνδυασμό με τα δεδομένα από τις αρχαιομεταλλουργικές αναλύσεις μεταλλικών αντικειμένων εξήχθησαν ποικίλα συμπεράσματα που αφορούν στην κατεργασία και στη χρήση των μετάλλων. Πρώτον, ο καθαρισμός του χρυσού ήταν πραγματικά εφικτός, αλλά πιθανότερα δεν χρησιμοποιούταν πολύ συχνά λόγω του ότι το «φαίνεσθαι» ήταν σημαντικότερο από το «είναι». Δεύτερον, ο άργυρος, και συγκεκριμένα ο εξευγενισμένος άργυρος, χρησιμοποιούταν ως νόμισμα. Τρίτον, ο αρσενικούχος χαλκός συνέχισε να χρησιμοποιείται κατά την Παλαιο-Ασσυριακή εποχή. Την ίδια εποχή ο κασσίτερος εισαγόταν και κραματωνόταν κατά προτίμηση με καθαρό χαλκό για την παραγωγή μπρούτζου, το κατεξοχήν κράμα της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Επιπλέον, η παρούσα μελέτη υποστηρίζει ότι ο σίδηρος περιγραφόταν μονάχα με μία ομάδα λέξεων, περαιτέρω προτείνοντας ότι οι υπόλοιπες λέξεις που έχουν συσχετιστεί με το μέταλλο αυτό θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Τέλος, ο συνδυασμός πληροφοριών από κείμενα, αρχαιομετρικές αναλύσεις καθώς και την πειραματική αρχαιολογία αναδεικνύουν τη σημασία των φυσικών χαρακτηριστικών και της εξωτερικής εμφάνισης – παραγόντων που συχνά παραβλέπονται – για την αναγνώριση, την κατασκευή και την αποτίμηση των μετάλλων και των μεταλλικών αντικειμένων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This research is a multidisciplinary study of textual evidence and archaeometrically analysed metal artefacts of the 2nd millennium BC Near East. The integrated approach followed, presents valuable information regarding the metallurgical practices, general metal usage preferences and the role of the human agent in the manufacturing and value ascription processes.The distribution, exchange and trade of metals are issues that have generally been approached from two principal, but isolated, perspectives: the written sources, on the one hand, and the archaeometallurgical and geological data, on the other. Most past studies focus on one of these two aspects and specifically on a particular metal, area or time-period. However, this research is taking a more holistic and multidisciplinary approach towards the study of the exchange and use of metals, by integrating information from written texts, archaeometallurgical analyses, experimental archaeology, geological studies of the pertinent areas ...
This research is a multidisciplinary study of textual evidence and archaeometrically analysed metal artefacts of the 2nd millennium BC Near East. The integrated approach followed, presents valuable information regarding the metallurgical practices, general metal usage preferences and the role of the human agent in the manufacturing and value ascription processes.The distribution, exchange and trade of metals are issues that have generally been approached from two principal, but isolated, perspectives: the written sources, on the one hand, and the archaeometallurgical and geological data, on the other. Most past studies focus on one of these two aspects and specifically on a particular metal, area or time-period. However, this research is taking a more holistic and multidisciplinary approach towards the study of the exchange and use of metals, by integrating information from written texts, archaeometallurgical analyses, experimental archaeology, geological studies of the pertinent areas and ethnoarchaeology.The textual sources used for the purposes of this research are the Old Assyrian texts from Kaneš in Central Anatolia, pertaining to trade conducted during c. 2000-1715 BC, and the letters from Amarna in Egypt dating to the mid-14th century BC, referring to gift-exchanging in service to the royal international diplomatic relations of the Late Bronze Age Near East. The collected information from the studied texts, regarding the movements and the amounts and varieties of metals transported, were used in basic statistical analyses in order to observe preference in use and exchange. Furthermore, the collective data deriving from chemically or otherwise analysed objects and relative samples were studied and evaluated as to how they correspond with the recorded qualifications and metal treatments. Particular attention is given to the importance of the external appearance, and more specifically of colour, to the identification of a metal, its properties, composition and quality and how this related to or affected selection for trading or gift-exchanging reasons.The gathered textual information combined with the data provided by archaeometallurgically analysed metal artefacts present a number of conclusions regarding the treatment and use of metals. First, gold refinement was indeed possible, but most probably not very often used due to the fact that external appearance was more important than true content. Second, silver, and more specifically refined silver, was used as currency. Third, arsenical copper was still in use in the Old Assyrian period, when tin was imported and preferably alloyed with pure copper to produce bronze, the alloy in favour of the Late Bronze Age. Moreover, it is supported that iron was described with only one group of words, further suggesting that the meaning of all other iron-related words should be reconsidered. Finally, the combined information from texts, archaeometric analyses and experimental archaeology show the importance of physical characteristics and external appearance – factors which are very often overlooked – to the identification, manufacture and valuation of metals and metal objects.
περισσότερα