Περίληψη
Στη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών (ΔΦΕ) υπάρχουν «γενικευμένες» υποθέσεις που περιγράφουν τη μάθηση. Για παράδειγμα: α) Η μάθηση ως «πρόσληψη» γνώσης που «μεταφέρει» ο ειδήμων / ο εκπαιδευτικός, ή β) Η μάθηση ως «ανακάλυψη» του υποκειμένου στην αλληλεπίδρασή του με το «αντικείμενο», ή γ) Η μάθηση ως «δόμηση» νέας γνώσης στη βάση της ήδη υπάρχουσας, ή δ) Η μάθηση ως «εννοιολογική αλλαγή», κ.ο.κ. Στη ΔΦΕ δεν φαίνεται να υπάρχουν αντίστοιχα «γενικευμένες» υποθέσεις που περιγράφουν την «πράξη» ή τις «πρακτικές» μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών. Η διαπίστωση αυτή, μαζί με την εμπειρική διαπίστωση ότι στον εκπαιδευτικό χώρο οι εκπαιδευτικοί μιλούν συνήθως με όρους «πράξης» και στη βάση αυτή συμβάλλουν στη συντήρηση ενός χάσματος ανάμεσα στη ΔΦΕ και την εκπαίδευση, δικαιολογεί τον ερευνητικό στόχο του διδακτορικού: A Να διατυπωθεί στο χώρο της ΔΦΕ (σε σχέση δηλαδή με τη βιβλιογραφία και τις πρακτικές της ΔΦΕ) μια υπόθεση-μοντέλο που να αναπαριστά τη διδακτική και μαθησιακή πρακτική με γενικε ...
Στη Διδακτική των Φυσικών Επιστημών (ΔΦΕ) υπάρχουν «γενικευμένες» υποθέσεις που περιγράφουν τη μάθηση. Για παράδειγμα: α) Η μάθηση ως «πρόσληψη» γνώσης που «μεταφέρει» ο ειδήμων / ο εκπαιδευτικός, ή β) Η μάθηση ως «ανακάλυψη» του υποκειμένου στην αλληλεπίδρασή του με το «αντικείμενο», ή γ) Η μάθηση ως «δόμηση» νέας γνώσης στη βάση της ήδη υπάρχουσας, ή δ) Η μάθηση ως «εννοιολογική αλλαγή», κ.ο.κ. Στη ΔΦΕ δεν φαίνεται να υπάρχουν αντίστοιχα «γενικευμένες» υποθέσεις που περιγράφουν την «πράξη» ή τις «πρακτικές» μαθητών/τριών και εκπαιδευτικών. Η διαπίστωση αυτή, μαζί με την εμπειρική διαπίστωση ότι στον εκπαιδευτικό χώρο οι εκπαιδευτικοί μιλούν συνήθως με όρους «πράξης» και στη βάση αυτή συμβάλλουν στη συντήρηση ενός χάσματος ανάμεσα στη ΔΦΕ και την εκπαίδευση, δικαιολογεί τον ερευνητικό στόχο του διδακτορικού: A Να διατυπωθεί στο χώρο της ΔΦΕ (σε σχέση δηλαδή με τη βιβλιογραφία και τις πρακτικές της ΔΦΕ) μια υπόθεση-μοντέλο που να αναπαριστά τη διδακτική και μαθησιακή πρακτική με γενικευμένο τρόπο. Να περιγράφει, δηλαδή, την πράξη/πρακτική εκπαιδευτικών και μαθητών/τριών κατά τη διαδικασία διδασκαλίας-μάθησης των Φυσικών Επιστημών σε σχέση με ερευνητικά ώριμες περιοχές της ΔΦΕ (όπως: μάθηση, στάσεις, πεποιθήσεις …). Η αναζήτηση της «πηγής» μιας τέτοιας γενικευμένης υπόθεσης είναι θεμιτό να οδηγήσει στην επιστημολογία και πιο συγκεκριμένα στην επιστημολογία της επιστημονικής πράξης/ πρακτικής (Γαβρόγλου, 2004), μιας και: α) Οι υποθέσεις για τη μάθηση στη ΔΦΕ (θεμελιώδεις υποθέσεις της ΔΦΕ) έχουν σχεδόν πάντα ένα επιστημολογικό ανάλογο (κεφ. 2, σελ.35-57 και Patsadakis, 2003) και β) Οι γενικευμένες υποθέσεις για την επιστημονική πράξη/ πρακτική μελετούνται σχεδόν αποκλειστικά από την επιστημολογία (τις τελευταίες δεκαετίες). Επιλέξαμε ως «πηγή» της υπόθεσης το επιστημολογικό μοντέλο του Pickering (1995) και υποθέσαμε ότι: 1. Πράξη εκπαιδευτικού ή μαθητή είναι η σύνδεση οντοτήτων (υλικών ή και αναπαραστατικών) που αυτός πραγματοποιεί φανερά (στο πλαίσιο της επικοινωνίας του), 2. Με σκοπό να συμμορφωθεί προς τις αντιστάσεις που συναντούν οι τοπικοί στόχοι του. 3. Μια επαναλαμβανόμενη πράξη (σύνδεση οντοτήτων), συνδεδεμένη με μια τριάδα στόχου-αντίστασης-συμμόρφωσης και υποστηριζόμενη από ένα συντονισμένο «χορό» ανθρώπινων, υλικών και κανονιστικών παραγόντων, αποτελεί μια πρακτική (που ο εκπαιδευτικός ή ο μαθητής γνωρίζει, ασκεί, μαθαίνει κ.ο.κ.). Το μοντέλο, έχει μια φαινομενολογική περιγραφή (1) που το συνδέει με μια γνωστική θεωρία (connectionism) και επομένως και με μια γενικευμένη θεωρία μάθησης της με εφαρμογή στη ΔΦΕ (situated learning / cognition).
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In Science Education, while there are “generalised” hypotheses describing learning, there do not seem to be corresponding “generalised” hypotheses to describe the “praxis” or the “practices” of both students and teachers. This discovery led to the research aim of the doctoral thesis: to formulate a model hypothesis in Science Education representing the teaching-learning practice in a generalised way. The Teaching-Learning Practices model created was mainly led by Pickering’s epistemological model (1995). We postulated that the teacher’s or student’s practice is the connection of entities (materials and/or representations) which they make overtly in order to accommodate themselves to the resistances their “local” targets meet. A repeated action connected with the triad “target-resistance-accommodation” and supported by a coordinated “ensemble” of human, material and normative factors constitutes a practice (which the teacher or the student knows, exercises, learns…). The model has show ...
In Science Education, while there are “generalised” hypotheses describing learning, there do not seem to be corresponding “generalised” hypotheses to describe the “praxis” or the “practices” of both students and teachers. This discovery led to the research aim of the doctoral thesis: to formulate a model hypothesis in Science Education representing the teaching-learning practice in a generalised way. The Teaching-Learning Practices model created was mainly led by Pickering’s epistemological model (1995). We postulated that the teacher’s or student’s practice is the connection of entities (materials and/or representations) which they make overtly in order to accommodate themselves to the resistances their “local” targets meet. A repeated action connected with the triad “target-resistance-accommodation” and supported by a coordinated “ensemble” of human, material and normative factors constitutes a practice (which the teacher or the student knows, exercises, learns…). The model has shown that we can interpret “generalised” teaching-learning phenomena, such as those appearing in legislated education as demonstrated by the Education Science. For instance: a) the characteristics of the teaching procedure (Tobin, 1994) in relation to the teachers’ practices and b) the Fatima rules (Larson, 1995 in relation to the students’ practices. This shows that the model is valid in communication with the literature of Science Education presenting, at the same time, satisfactory interpretation possibilities. In the model we also analysed primary data and determined as well as interpreted: a) unexpressed “subtleties” of the teaching practices and transformations of teaching strategies in relation to the teachers’ practices and b) the learning of practices versus content learning in relation to the students’ practices. This shows that, beyond the interpretation possibilities, the model has representation possibilities of satisfactory clarity.
περισσότερα