Περίληψη
Στα περισσότερα συστήματα δικαίου ανά τον κόσμο, οι εργατικές διαφορές αποτελούν διακριτό θεσμό, με εξειδικευμένα δικαιοδοτικά όργανα επίλυσής και ειδικό πλέγμα ουσιαστικών και δικονομικών ρυθμίσεων. Στόχο αποτελεί η απλή, γρήγορη και οικονομική διαδικασία και κοινή αντίληψη η προστασία του εργαζόμενου, ως αδύναμου μέρους της σύμβασης και της έννομης σχέσης δίκης. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω και τη δομή των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου, καθίσταται κομβική σημασία του δίκαιου της απόδειξης, καθώς «χωρίς απόδειξη δεν υπάρχει δικαίωμα» και ιδίως της κατανομής του βάρους απόδειξης στη δίκη, αφού και μόνη η ενδεχόμενη αμφιβολία του δικαστή θα αποβεί τελικά προς όφελος κάποιου διάδικου, ενώ σε περίπτωση διαφορετικής νομοθετικής επιλογής (μη εφαρμογής των κανόνων κατανομής), η αμφιβολία του δικανικού συλλογισμού (non-liquet) θα κατέληγε σε μη έκδοση απόφασης, δηλαδή στην μη εφαρμογή του ουσιαστικού δικαίου ...
Στα περισσότερα συστήματα δικαίου ανά τον κόσμο, οι εργατικές διαφορές αποτελούν διακριτό θεσμό, με εξειδικευμένα δικαιοδοτικά όργανα επίλυσής και ειδικό πλέγμα ουσιαστικών και δικονομικών ρυθμίσεων. Στόχο αποτελεί η απλή, γρήγορη και οικονομική διαδικασία και κοινή αντίληψη η προστασία του εργαζόμενου, ως αδύναμου μέρους της σύμβασης και της έννομης σχέσης δίκης. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω και τη δομή των κανόνων του ουσιαστικού δικαίου, καθίσταται κομβική σημασία του δίκαιου της απόδειξης, καθώς «χωρίς απόδειξη δεν υπάρχει δικαίωμα» και ιδίως της κατανομής του βάρους απόδειξης στη δίκη, αφού και μόνη η ενδεχόμενη αμφιβολία του δικαστή θα αποβεί τελικά προς όφελος κάποιου διάδικου, ενώ σε περίπτωση διαφορετικής νομοθετικής επιλογής (μη εφαρμογής των κανόνων κατανομής), η αμφιβολία του δικανικού συλλογισμού (non-liquet) θα κατέληγε σε μη έκδοση απόφασης, δηλαδή στην μη εφαρμογή του ουσιαστικού δικαίου. Η βασική αρχή «της λειτουργίας του κανόνα δικαίου» (Normentheorie) συχνά όμως στην πράξη περιάγει σε αποδεικτικό τέλμα τον εργαζόμενο διάδικο στο πεδίο της απόδειξης, ιδίως αναφορικά με την ύπαρξη σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, καθώς οι νέες μορφές εργασίας δημιουργούν νέα δεδομένα, πρακτικές και πεδία τριβής, αλλά και της παράνομης ή καταχρηστικής απόλυσης του, ή της απαγορευμένης διάκρισής του (λόγω φύλου, θρησκείας, καταγωγής κτλ). Στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου υπήρξε η χρήση διαφορετικών δικονομικών εργαλείων (καθιέρωση μαχητών τεκμηρίων, θεωρία των σφαιρών κλπ), με σκοπό την κάμψη του ως άνω γενικού κανόνα και την αντιστροφή, ή διαφορετική κατανομή του αποδεικτικού βάρους, ενίοτε σε συνδυασμό και με τη μείωση του μέτρου απόδειξης, προς διευκόλυνση της έννομης προστασίας του εργαζόμενου, ως πιο αδύναμου διαδίκου. Βέβαια, οι διαφορές δικαίων και νομικών παραδόσεων μεταξύ των κρατών - μελών δημιούργησαν δυσχέρειες στην καθιέρωση γενικών αποδεικτικών κανόνων, όπως και η ένταξή των Οδηγιών στο εθνικό τους δίκαιο. Ο Έλληνας νομοθέτης, ο οποίος για την κάμψη του γενικού κανόνα (άρθρο 338 §1 ΚΠολΔ), είχε καθιερώσει τη χρήση μαχητών τεκμηρίων, στην προσπάθεια εναρμόνισης του ελληνικού δικαίου με εκείνο της ΕΕ, προβαίνει στη χρήση νέων δικονομικών εργαλείων, προκαλώντας διχογνωμίες στην επιστήμη του δικαίου και τη νομολογία ως προς τον χαρακτήρα και τη λειτουργία τους, ενώ η έλλειψη γενικών κανόνων εκκολάπτει κίνδυνο ανασφάλειας δικαίου.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In most judiciary systems, globally, labor conflicts form a distinct institution, with special judicial solving bodies and special grid of fundamental and judicial regulations. The goal is the simple, fast and economical legal procedure and the common perception is to protect the employee as the contract’s weak pert along with the legal trial relation. In accordance with the above and the rules of the substantive law, it is essential the law of proof, as “without proof, there is no right”, especially the breakdown of proof during the trial. Eventually, even the judge’s possible doubt will lead in favor of a part, although, in case of a different legal choice, the doubt of the judicial reasoning would lead to non- issuance of judgment, to the non-implementation of the substantive law. The fundamental principle of the «operation of the rule of law”, often, leads the employee to a predicament of proving (in the proof field) regarding the contract of labor. The new forms of labor have been ...
In most judiciary systems, globally, labor conflicts form a distinct institution, with special judicial solving bodies and special grid of fundamental and judicial regulations. The goal is the simple, fast and economical legal procedure and the common perception is to protect the employee as the contract’s weak pert along with the legal trial relation. In accordance with the above and the rules of the substantive law, it is essential the law of proof, as “without proof, there is no right”, especially the breakdown of proof during the trial. Eventually, even the judge’s possible doubt will lead in favor of a part, although, in case of a different legal choice, the doubt of the judicial reasoning would lead to non- issuance of judgment, to the non-implementation of the substantive law. The fundamental principle of the «operation of the rule of law”, often, leads the employee to a predicament of proving (in the proof field) regarding the contract of labor. The new forms of labor have been creating new standards, practices and grounds of friction and, furthermore, illegal or unfair dismissal or forbidden discrimination. In the European Union law or in the European Court case law there has been the use of different judicial tools aiming to the bending of the above-mentioned genera; rule and the inversion or different allocation of the burden of proof. The latter, sometimes, combines with diminishing the meter of proof in favor of protecting the employee, as the weakest part. The differences between the law systems and the legal traditions between the state members have created difficulties in implementing general rules of proof. The Greek legislator, who, in order to bend the general rule, has established the use of rebuttable proof, trying to accomplish the adjustment of Greek law to the U.E. law, has been using new judicial tools, provoking disunities in the law science and the jurisprudence. The latter regards their character and function, when the lack of general rules incubates the risk of legal uncertainty.
περισσότερα