Εκφραστικοί τρόποι ευγένειας: γλωσσολογική σύγκριση στη ρωσική και νεοελληνική γλώσσα
Περίληψη
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής με τίτλο: «Εκφραστικοί τρόποι ευγένειας: γλωσσολογική σύγκριση στη ρωσική και νεοελληνική γλώσσα» είναι η διερεύνηση ομοιοτήτων και διαφορών στη χρήση γλωσσικών μέσων και επικοινωνιακών στρατηγικών κατά τη διατύπωση και αξιολόγηση γλωσσικών πράξεων ευγενικού αιτήματος και άρνησης στις δύο γλώσσες. Μέσα από έρευνα και συγκριτική ανάλυση εξετάζεται ο ρόλος πολιτισμικών, κοινωνικών και ενδογλωσσικών παραγόντων που επηρεάζουν την έκφραση της ευγένειας κατά την παραγωγή και ερμηνεία αυτών των γλωσσικών πράξεων. Η σημασία της παρούσας έρευνας αιτιολογείται και αναδεικνύεται από την συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για αποτελεσματική διαπολιτισμική επικοινωνία στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Η ικανότητα επικοινωνίας σε μια ξένη γλώσσα δεν περιορίζεται στη γνώση της γραμματικής και του λεξιλογίου της, αλλά επεκτείνεται στην ανάπτυξη δεξιοτήτων προσαρμογής της γλωσσικής χρήσης στους πολιτισμικούς και πραγματολογικούς κανόνες της εκάστοτε γλωσσικής κοινότητα ...
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής με τίτλο: «Εκφραστικοί τρόποι ευγένειας: γλωσσολογική σύγκριση στη ρωσική και νεοελληνική γλώσσα» είναι η διερεύνηση ομοιοτήτων και διαφορών στη χρήση γλωσσικών μέσων και επικοινωνιακών στρατηγικών κατά τη διατύπωση και αξιολόγηση γλωσσικών πράξεων ευγενικού αιτήματος και άρνησης στις δύο γλώσσες. Μέσα από έρευνα και συγκριτική ανάλυση εξετάζεται ο ρόλος πολιτισμικών, κοινωνικών και ενδογλωσσικών παραγόντων που επηρεάζουν την έκφραση της ευγένειας κατά την παραγωγή και ερμηνεία αυτών των γλωσσικών πράξεων. Η σημασία της παρούσας έρευνας αιτιολογείται και αναδεικνύεται από την συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για αποτελεσματική διαπολιτισμική επικοινωνία στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Η ικανότητα επικοινωνίας σε μια ξένη γλώσσα δεν περιορίζεται στη γνώση της γραμματικής και του λεξιλογίου της, αλλά επεκτείνεται στην ανάπτυξη δεξιοτήτων προσαρμογής της γλωσσικής χρήσης στους πολιτισμικούς και πραγματολογικούς κανόνες της εκάστοτε γλωσσικής κοινότητας, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την ορθή και αποδοτική αλληλεπίδραση. Η ευγένεια, ως θεμελιώδης παράμετρος για την αποτελεσματική διαπολιτισμική επικοινωνία, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην οικοδόμηση και διατήρηση σχέσεων σε κάθε πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της διατύπωσης και αξιολόγησης των γλωσσικών πράξεων του αιτήματος και της άρνησης. Τα δεδομένα της έρευνας συγκεντρώθηκαν από δευτερογενές υλικό, συγκεκριμένα από τα αποτελέσματα των ερωτηματολογίων που συμπληρώθηκαν από φυσικούς ομιλητές της ελληνικής και ρωσικής γλώσσας, καθώς και από φοιτητές που διδάσκονται τις εν λόγω γλώσσες ως δεύτερες ή ξένες. Συνολικά, στην έρευνα συμμετείχαν 70 φυσικοί ομιλητές της ελληνικής και 70 της ρωσικής γλώσσας, καθώς και 50 ρωσόφωνοι σπουδαστές με επίπεδο γνώσης της ελληνικής τουλάχιστον Β2 και 50 ελληνόφωνοι σπουδαστές με αντίστοιχο επίπεδο γνώσης της ρωσικής γλώσσας. Τα ερωτηματολόγια συμπλήρωσης συνομιλίας (discourse completion task) αποσκοπούσαν στην εκμαίευση αιτημάτων και αρνήσεων σε συγκεκριμένες επικοινωνιακές περιστάσεις με διαφορετικό βαθμό οικειότητας και απόστασης εξουσίας μεταξύ των υποτιθέμενων συνομιλητών, καθώς και την αξιολόγηση προτεινόμενων εκφράσεων ανάλογα με τον βαθμό ευγένειας τους. Για την ανάλυση των δεδομένων εφαρμόστηκαν οι μέθοδοι ποιοτικής (γλωσσολογική περιγραφή των απαντήσεων, ανάλυση πραγματολογικών λαθών) και ποσοτικής ανάλυσης των δεδομένων με χρήση μεθόδων στατιστικής ανάλυσης (για τον προσδιορισμό του παράγοντα χ2 χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό JASP στην εκδοχή 0.19.1.0). Η διατριβή απαρτίζεται από εισαγωγή, 3 κεφάλαια, συμπεράσματα, βιβλιογραφική λίστα και 3 παραρτήματα. Το πρώτο κεφάλαιο της διατριβής με τίτλο «Θεωρίες της γλωσσικής ευγένειας» ξεκινά με τη θεωρητική θεμελίωση της ευγένειας ως γλωσσικής και κοινωνικής έννοιας, παρουσιάζοντας τις σχετικές προσεγγίσεις και γλωσσολογικά μοντέλα, όπως τις θεωρίες των P. Brown και S. Levinson, S. Blum-Kulka και άλλων. Στη συνέχεια, εξετάζονται οι εθνικές και διαπολιτισμικές διαφορές, που αφορούν το φαινόμενο της ευγένειας στη ρωσική και τη νεοελληνική γλώσσα, λαμβάνοντας υπόψη το πολιτισμικό ήθος και τα κοινωνικά πρότυπα κάθε γλωσσικής κοινότητας. Το δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο «Διαπολιτισμική ανάλυση της ευγένειας: αιτήματα και αρνήσεις στη ρωσική και τη νέα ελληνική γλώσσα» αφορά τη συγκριτική ανάλυση των γλωσσικών πράξεων ευγενικών αιτημάτων και αρνήσεων στη ρωσική και στη νεοελληνική γλώσσα. Η έρευνα εστιάζει στις διαφορές και τις ομοιότητες στην παραγωγή και αξιολόγηση αυτών των γλωσσικών πράξεων από φυσικούς ομιλητές, καθώς και στους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή γλωσσικών μέσων και στρατηγικών, όπως ο βαθμός εγγύτητας και η απόσταση εξουσίας μεταξύ των συνομιλητών. Το κεφάλαιο είναι χωρισμένο σε δύο μέρη που αφορούν την ανάλυση αιτημάτων και ανάλυση αρνήσεων. Στο τρίτο κεφάλαιο με τίτλο «Πραγματολογία διαγλώσσας και ευγένεια: αιτήματα και αρνήσεις στη ρωσική και τη νέα ελληνική γλώσσα» αναλύονται οι γλωσσικές πράξεις ευγενικών αιτημάτων και αρνήσεων στη ρωσική και τη νεοελληνική γλώσσα, που διατυπώνονται από σπουδαστές των εκάστοτε γλωσσών και πραγματοποιείται συγκριτική ανάλυση αυτών των αποτελεσμάτων με τα ευρήματα που προκύπτουν από την επεξεργασία των δεδομένων των φυσικών ομιλητών των αντίστοιχων γλωσσών. Η έρευνα επικεντρώνεται στον εντοπισμό των ομοιοτήτων και διαφορών στην επιλογή στρατηγικών και γλωσσικών μέσων μεταξύ φυσικών ομιλητών και σπουδαστών, καθώς και στην ανίχνευση και ερμηνεία τυπικών πραγματολογικών λαθών που διαπράττουν οι σπουδαστές. Η βιβλιογραφική λίστα συμπεριλαμβάνει πάνω από 331 μονογραφίες, διατριβές, επιστημονικά άρθρα και ηλεκτρονικές πηγές (σώματα κειμένων). Τα παραρτήματα περιέχουν υποδείγματα ερωτηματολογίων, συγκεντρωτικούς πίνακες με ποσοτικά αποτελέσματα της έρευνας, διαγράμματα και στατιστικούς πίνακες. Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την υπόθεση για τη σημαντική επιρροή των πολιτισμικών και γλωσσικών κανόνων στην εκδήλωση της ευγένειας και επισημαίνουν διάφορα χαρακτηριστικά λάθη που κάνουν οι σπουδαστές, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών. Τα κυριότερα λάθη των σπουδαστών σχετίζονται με την ανεπαρκή κατανόηση των πολιτισμικών κανόνων και προτιμήσεων των φυσικών ομιλητών και στο φαινόμενο της παρεμβολής στοιχείων από τη μητρική τους γλώσσα. Κύρια συμπεράσματα της έρευνας: • Αποκλίσεις στη χρήση άμεσων και έμμεσων γλωσσικών πράξεων Οι ρωσόφωνοι φυσικοί ομιλητές χρησιμοποιούν συχνότερα άμεσες γλωσσικές πράξεις για την έκφραση ευγενικού αιτήματος και ευγενικής άρνησης σε σχέση με τους ελληνόφωνους φυσικούς ομιλητές, οι οποίοι προτιμούν τις έμμεσες εκφράσεις. Το φαινόμενο αυτό όπως αποτυπώνεται στην έρευνα ανάγεται σε διαφορές στις πολιτιστικές αξίες, οι οποίες στην περίπτωση της ρωσικής γλωσσικής παράδοσης σχετίζονται με την ειλικρίνεια και ευθύτητα στην επικοινωνία. Οι προτίμηση των ρώσων ομιλητών στη χρήση προστακτικής έγκλισης για την διατύπωση ευγενικού αιτήματος σχετίζεται επίσης με την προέλευση του συγκεκριμένου γραμματικού τύπου από την ευχετική έγκλιση, καθώς και με την χρήση του απαρεμφάτου για τη διατύπωση κατηγορηματικού αιτήματος - διαταγής. Αντίθετα, οι φυσικοί ομιλητές της ελληνικής γλώσσας τείνουν να επιδεικνύουν προτίμηση σε έμμεσες μορφές έκφρασης αιτημάτων και αρνήσεων. • Η επίδραση του δείκτη απόστασης εξουσίας (Power Distance Index) στις επιλογές των συμμετεχόντων Στη ρωσική κουλτούρα επικοινωνίας, όπου η απόσταση εξουσίας μεταξύ συνομιλητών είναι μεγαλύτερη, στις περιπτώσεις έκφρασης αιτημάτων οι άμεσες στρατηγικές χρησιμοποιούνται συχνότερα όταν οι σχέσεις μεταξύ των συνομιλητών είναι ισότιμες και φιλικές, καθώς εκφράζουν μεγαλύτερη ειλικρίνεια και αμεσότητα. Αντίθετα, σε σχέσεις όπου υπάρχει διαφορά κύρους και ο ακροατής κατέχει υψηλότερη θέση, οι Ρώσοι ομιλητές επιλέγουν συχνότερα έμμεσες στρατηγικές για να διαφυλάξουν την ιεραρχία και τον σεβασμό. Κατά την έκφραση της άρνησης, όμως, οι Ρώσοι ερωτηθέντες τείνουν να χρησιμοποιούν εξίσου συχνά (και ενίοτε συχνότερα από άλλες περιστάσεις) άμεσες στρατηγικές, αποφεύγοντας ωστόσο τη χρήση της μη επιτελεστικής άρνησης «нет =όχι». Στην ελληνική κουλτούρα, όμως, όπου η απόσταση εξουσίας μεταξύ των συνομιλητών είναι μικρότερη, τα αιτήματα και οι αρνήσεις διατυπώνονται πιο συχνά με πιο άμεσο τρόπο σε περιστάσεις με διαφορά κύρους, μεταφέροντας ξεκάθαρα την πρόθεση του εκφωνήματος. • Θετική και αρνητική ευγένεια Από την ανάλυση των στρατηγικών θετικής και αρνητικής ευγένειας που χρησιμοποιούνται από τους ρωσόφωνους και ελληνόφωνους συμμετέχοντες κατά την διατύπωση του ευγενικού αιτήματος ή της ευγενικής άρνησης προκύπτουν αρκετές ομοιότητες όσο και διαφορές. Οι φυσικοί ομιλητές της ελληνικής καταφεύγουν συχνότερα στα ακόλουθα μέσα έκφρασης θετικής ευγένειας: δείκτες αλληλεγγύης, εκφράσεις ενδιαφέροντος για τις ανάγκες του αποδέκτη, πρόσθετες αιτιολογήσεις, προληπτικές εκφράσεις ευγνωμοσύνης, προτάσεις για πρόσθετη διευκόλυνση αποδέκτη, υποσχέσεις. Οι ρωσόφωνοι, με τη σειρά τους, εφαρμόζουν τις ακόλουθες στρατηγικές θετικής ευγένειας: υπερβολές, χιούμορ και κομπλιμέντα. Στο πλαίσιο της αρνητικής ευγένειας, οι Έλληνες χρησιμοποιούν συχνότερα τα ακόλουθα μέσα που στοχεύουν στη διατήρηση της αυτονομίας του συνομιλητή: έμμεση διατύπωση - πλάγιος λόγος, ερωτηματικές προτάσεις, δυνητική οριστική έγκλιση, δείκτες περιορισμού και στρατηγικές αποστασιοποίησης, ενώ οι Ρώσοι προτιμούν εκφράσεις συγγνώμης και αρνητικά μόρια, επιδεικνύοντας αυτοκριτική προσέγγιση και σεβασμό στην ελευθερία επιλογής του συνομιλητή. • Χρήση αρνητικού μορίου Μία από τις κύριες πραγματολογικές διαφορές μεταξύ της ρωσικής και της ελληνικής γλώσσας συνίσταται στη χρήση αρνητικού μορίου κατά τη διατύπωση αιτημάτων. Στη ρωσική γλώσσα, τα αιτήματα που περιλαμβάνουν αρνητικό μόριο θεωρούνται ευγενικά, καθώς μετριάζουν την επιβολή και παρέχουν στον συνομιλητή περιθώριο επιλογής, αποτελώντας ένδειξη σεβασμού. Αντίθετα, στην ελληνική γλώσσα, τέτοιες δομές είναι σπάνιες, ενώ η ευγένεια επιτυγχάνεται κυρίως μέσω έμμεσων διατυπώσεων και γλωσσικών τροποποιητών. • Διαφορές στην παραγωγή και αξιολόγηση των γλωσσικών πράξεων Οι διαφορές αυτές, από φυσικούς ομιλητές, αφορούν αποκλειστικά τη γλωσσική πράξη της άρνησης. Οι ρωσόφωνοι τείνουν να χρησιμοποιούν άμεσες γλωσσικές πράξεις κατά την παραγωγή, ενώ ως ακροατές προτιμούν τις έμμεσες, λαμβάνοντας υπόψη την οπτική του συνομιλητή. Αντίστοιχα, οι ελληνόφωνοι προτιμούν έμμεσες στρατηγικές κατά την αλληλεπίδραση με άγνωστα άτομα και άμεσες με άτομα υψηλότερου κύρους κατά την παραγωγή της αρνητικής απάντησης σε αίτημα, ενώ ως ακροατές διαφοροποιούν τη στρατηγική τους, προτιμώντας άμεσες με αγνώστους και έμμεσες με άτομα υψηλότερου κύρους. Ειδικότερα, οι σπουδαστές της ρωσικής και της ελληνικής γλώσσας ως ξένης διαφοροποιούν τη λεκτική τους συμπεριφορά ανάλογα με τη «θέση» στην οποία βρίσκονται: αυτή του ομιλητή ή του ακροατή. Οι σπουδαστές της ελληνικής γλώσσας ως ξένης παρουσιάζουν αυτή τη διαφοροποίηση τόσο στην περίπτωση αιτημάτων όσο και αρνήσεων, μεταφέροντας στρατηγικές από τη μητρική τους γλώσσα όταν είναι ομιλητές, ενώ ως ακροατές προσαρμόζονται στα πραγματολογικά πρότυπα της γλώσσας-στόχου και επιλέγουν ως ευγενικές δομές εκείνες που προτιμούν οι φυσικοί ομιλητές της ελληνικής. Αντίθετα, οι σπουδαστές της ρωσικής γλώσσας ως ξένης παρουσιάζουν αυτή τη διαφοροποίηση μόνο στην περίπτωση των αιτημάτων, ακολουθώντας παρόμοια μοτίβα προσαρμογής. Η διαφοροποίηση αυτή υποδεικνύει ένα ενδιάμεσο στάδιο προσαρμογής, κατά το οποίο η κατανόηση των πραγματολογικών κανόνων υπερτερεί της παραγωγής. • Οι αιτίες των αποκλίσεων Οι λόγοι για τις σημαντικές αποκλίσεις που παρατηρούνται στους σπουδαστές της ελληνικής και της ρωσικής ως ξένης γλώσσας σχετικά με την παραγωγή και την αξιολόγηση των γλωσσικών πράξεων του αιτήματος και της άρνησης, περιλαμβάνουν: • την παρεμβολή της μητρικής γλώσσας • την άγνοια των πολιτισμικών διαφορών • την ανεπαρκή εμπειρία επικοινωνίας στη γλώσσα-στόχο • την αδυναμία προσαρμογής των στρατηγικών ευγένειας • την έλλειψη στοχευμένης εκπαίδευσης στην πραγματολογία Η γλωσσική παρεμβολή, που προκύπτει από τη μεταφορά των γλωσσικών και πολιτισμικών κανόνων της μητρικής γλώσσας, οδηγεί συχνά σε λάθη στις στρατηγικές ευγένειας της γλώσσας-στόχου. Οι σπουδαστές, λόγω ανεπαρκούς συνειδητοποίησης των πολιτισμικών διαφορών, δυσκολεύονται να προσαρμόσουν τον τρόπο έκφρασής τους κατά την παραγωγή αιτημάτων και αρνήσεων. Παράλληλα, η περιορισμένη εμπειρία επικοινωνίας με φυσικούς ομιλητές δυσχεραίνει την αναγνώριση και εφαρμογή των αποδεκτών πρακτικών ευγένειας. Επιπλέον, η αδυναμία προσαρμογής των στρατηγικών ευγένειας ανάλογα με το κοινωνικό πλαίσιο ή την ιεραρχική σχέση με τον συνομιλητή προκαλεί πραγματολογικές αστοχίες. Τέλος, η έλλειψη εστιασμένης διδακτικής καθοδήγησης που αφορά στα κοινωνικο-πραγματολογικά στοιχεία, όπως απαιτεί η διατύπωση αιτημάτων και αρνήσεων, αποτελεί βασικό αιτιολογικό παράγοντα αυτών των αποκλίσεων, καθώς περιορίζει την ανάπτυξη πραγματολογικής ικανότητας και στρατηγικής προσαρμογής των σπουδαστών. • Δυσκολίες στις φιλικές επικοινωνιακές περιστάσεις Οι σπουδαστές αντιμετωπίζουν αξιοσημείωτες δυσκολίες στις φιλικές επικοινωνιακές περιστάσεις, όπου απαιτείται ισορροπία μεταξύ οικειότητας και σεβασμού. Η αμεσότητα που χαρακτηρίζει τη ρωσική γλωσσική παράδοση, σε αντίθεση με την προτίμηση των Ελλήνων για έμμεσες εκφράσεις, συχνά δεν συνειδητοποιείται, καθιστώντας δύσκολη την προσαρμογή στις προσδοκίες ομιλητών διαφορετικού κοινωνικο-πολιτισμικού πλαισίου. Επιπρόσθετα, η έμφαση στη διδασκαλία της «τυπικής» ευγένειας μπορεί να υπονομεύει τη φυσικότητα της επικοινωνίας. Τα γλωσσικά στοιχεία, όπως το χιούμορ, τα υποκοριστικά και η αργκό, παραμένουν ιδιαίτερα δυσπρόσιτα για τους μη φυσικούς ομιλητές, καθώς εξαρτώνται από πολιτισμικά και κοινωνικά συμφραζόμενα. Η μεταβλητότητα αυτών των εκφραστικών μέσων απαιτεί όχι μόνο γλωσσική πρακτική, αλλά και βαθύτερη ένταξη στην πολιτισμική πραγματικότητα των φυσικών ομιλητών. Η παρούσα διατριβή ανέδειξε την ανάγκη για περαιτέρω ερευνητική δραστηριότητα στους τομείς της πραγματολογίας, της διαγλώσσας και της διδακτικής των ξένων γλωσσών. Η περαιτέρω έρευνα μπορεί να στραφεί στην παρατήρηση πραγματικών αλληλεπιδράσεων στο φυσικό γλωσσικό περιβάλλον και στη χρήση παιχνιδιών ρόλων, προκειμένου να μελετηθούν άλλες μεταβλητές της ευγένειας, όπως μη λεκτικά στοιχεία, αλλαγές στρατηγικής και άλλες πραγματολογικές διαφοροποιήσεις. Επίσης, η συγκριτική ανάλυση γλωσσικών πράξεων στην ελληνική και τη ρωσική λογοτεχνία μπορεί να συνεισφέρει στην κατανόηση των πολιτισμικών διαφορών και στην ανάπτυξη θεωρητικών μοντέλων ευγένειας. Ένα από τα πιο σημαντικά πεδία για την πρακτική εφαρμογή των ευρημάτων της έρευνας είναι η ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού και διδακτικών προσεγγίσεων που θα ενσωματώνουν αυθεντικό πραγματολογικό περιεχόμενο, ενισχύοντας την πραγματολογική επάρκεια των σπουδαστών. Το εκπαιδευτικό υλικό μπορεί να περιλαμβάνει ασκήσεις βασισμένες σε αυθεντικές επικοινωνιακές περιστάσεις, καθώς και σενάρια για την εκπαίδευση στη χρήση άμεσων και έμμεσων εκφράσεων, τροποποιητών και πραγματολογικά ενδεδειγμένων γλωσσικών πράξεων, προσαρμοσμένων στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present doctoral dissertation, titled "Expressive Means of Politeness: A Linguistic Comparison between the Russian and Modern Greek Languages", aims to investigate the similarities and differences in the use of linguistic means and communicative strategies in the formulation and evaluation of polite requests and refusals in both languages. By the means of research and comparative analysis, the present study examines the role of cultural, social, and intralinguistic factors which influence the expression of politeness in the production and interpretation of these speech acts. The significance of this research is justified by the increasing need for effective intercultural communication in the context of globalization. The ability to communicate in a foreign language extends beyond knowledge of grammar and vocabulary; it also encompasses the development of skills necessary to adapt language use to the cultural and pragmatic norms of each linguistic community. This ensures proper and ...
The present doctoral dissertation, titled "Expressive Means of Politeness: A Linguistic Comparison between the Russian and Modern Greek Languages", aims to investigate the similarities and differences in the use of linguistic means and communicative strategies in the formulation and evaluation of polite requests and refusals in both languages. By the means of research and comparative analysis, the present study examines the role of cultural, social, and intralinguistic factors which influence the expression of politeness in the production and interpretation of these speech acts. The significance of this research is justified by the increasing need for effective intercultural communication in the context of globalization. The ability to communicate in a foreign language extends beyond knowledge of grammar and vocabulary; it also encompasses the development of skills necessary to adapt language use to the cultural and pragmatic norms of each linguistic community. This ensures proper and effective interaction. Politeness, as a fundamental parameter of successful intercultural communication, plays a crucial role in building and maintaining relationships in any cultural and social context, particularly during the formulation and evaluation of requests and refusals. The research data were collected from secondary sources, specifically from questionnaire results completed by native speakers of Greek and Russian, as well as by students learning these languages as a second or foreign language. A total of 70 native Greek speakers and 70 native Russian speakers participated in the study, along with 50 Russian-speaking students with at least a B2 level of proficiency in Greek and 50 Greek-speaking students with an equivalent level of proficiency in Russian. The Discourse Completion Task (DCT) questionnaires were designed to elicit requests and refusals in specific communicative situations that varied in terms of familiarity and power distance between the interlocutors. Additionally, participants were asked to evaluate suggested expressions based on their perceived level of politeness. Both qualitative (linguistic description of responses, analysis of pragmatic errors) and quantitative analysis methods were applied, utilizing statistical analysis techniques (the χ² factor was determined using JASP software, version 0.19.1.0).The dissertation consists of an introduction, three chapters, conclusions, a bibliography, and three appendices. The first chapter, titled "Theories of Linguistic Politeness", establishes the theoretical framework of politeness as a linguistic and social concept. It presents relevant approaches and linguistic models, including the theories of P. Brown and S. Levinson, S. Blum-Kulka, and others. The chapter then explores national and intercultural differences in politeness phenomena in Russian and Modern Greek, considering the cultural ethos and social norms of each linguistic community. The second chapter, titled "Intercultural Analysis of Politeness: Requests and Refusals in Russian and Modern Greek", focuses on the comparative analysis of polite requests and refusals in Russian and Modern Greek. The research examines differences and similarities in the production and evaluation of these speech acts by native speakers and identifies factors influencing the choice of linguistic means and strategies, such as degree of familiarity and power distance between interlocutors. The chapter is divided into two parts: one dedicated to the analysis of requests and the other to the analysis of refusals. The third chapter, titled "Interlanguage Pragmatics and Politeness: Requests and Refusals in Russian and Modern Greek", analyzes polite requests and refusals in Russian and Greek as produced by students learning these languages. It provides a comparative analysis of these findings against those derived from native speakers. The study focuses on identifying similarities and differences in strategy selection and linguistic means between native speakers and learners, as well as detecting and interpreting typical pragmatic errors made by students. The bibliography includes more than 320 monographs, dissertations, scholarly articles, and electronic sources (corpora). The appendices contain questionnaire samples, summary tables with quantitative research results, diagrams, and statistical tables. The findings confirm the significant influence of cultural and linguistic norms on politeness expression and highlight various characteristic errors made by students, which is particularly important for foreign language teaching. The most common student errors stem from insufficient understanding of cultural norms and preferences of native speakers and interference from their first language. Key Research Findings Differences in the Use of Direct and Indirect Speech Acts Native Russian speakers tend to use direct speech acts more frequently when making polite requests and refusals compared to native Greek speakers, who prefer indirect expressions. This phenomenon, as revealed in the study, reflects differences in cultural values, as Russian linguistic tradition associates directness with honesty and sincerity in communication. The preference of Russian speakers for the imperative mood when formulating polite requests is also linked to the historical development of this grammatical form from the optative mood, as well as the use of the infinitive for categorical requests or commands. In contrast, Greek native speakers tend to favor indirect forms when making requests and refusals. Impact of Power Distance Index (PDI) on Participants' Choices In Russian communicative culture, where power distance between interlocutors is greater, direct strategies are more frequently used in egalitarian and friendly relationships, as they express greater sincerity and immediacy. However, when interacting with higher-status individuals, Russian speakers tend to use indirect strategies to preserve hierarchy and respect. In contrast, in Greek communicative culture, where power distance is smaller, requests and refusals tend to be more direct in situations involving hierarchical relationships, clearly conveying the speaker’s intent. Positive vs. Negative Politeness In terms of positive politeness, Greek speakers more frequently use expressions of solidarity, interest in the listener’s needs, additional justifications, anticipatory expressions of gratitude, offers of additional assistance, and promises. Russian speakers, on the other hand, employ strategies such as exaggeration, humor, and compliments. Regarding negative politeness, Greeks favor indirect speech, interrogative structures, potential mood, mitigation markers, and distancing strategies, while Russians prefer apologies and negative particles, demonstrating self-criticism and respect for the interlocutor’s freedom of choice. Use of Negative Particles in Requests A major pragmatic difference between Russian and Greek is the use of negative particles in requests. In Russian, requests containing negation are considered polite, as they mitigate imposition and offer the interlocutor a choice, thus signaling respect. In Greek, such structures are rare, and politeness is primarily achieved through indirect formulations and linguistic modifiers. Differences in the Production and Evaluation of Speech Acts The greatest variation among native speakers concerns refusals. Russian speakers produce refusals using direct strategies, but when acting as listeners, they prefer indirect ones, taking the interlocutor’s perspective into account. Greek speakers tend to use indirect refusals with strangers but direct refusals with higher-status individuals. However, when evaluating refusals as listeners, they reverse this pattern: they prefer direct refusals for strangers and indirect ones for individuals of higher status. Challenges Faced by Language Learners Learners of Greek and Russian as a foreign language show variation in verbal behavior depending on their role as speakers or listeners. Greek learners tend to transfer politeness strategies from their native language when speaking but adapt to native speaker norms when evaluating speech acts as listeners. Russian learners exhibit this adaptation only in requests, indicating an intermediate stage of pragmatic competence. Causes of Divergences First-language interference Lack of awareness of cultural differences Limited communication experience in the target language Inability to adapt politeness strategies Insufficient pragmatic instruction The study underscores the importance of targeted teaching approaches that integrate pragmatic and sociocultural aspects of politeness, as these significantly impact communicative competence in a foreign language.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Диссертация «Лингвистические способы выражения вежливости в русском и новогреческом языках. Сопоставительная прагматика» направлена на исследование сходств и различий в использовании лингвистических средств и стратегий общения при формулировке и оценке речевых актов вежливой просьбы и отказа в русском и новогреческом языке. При помощи сопоставительного анализа мы показываем, как культурные, социальные и внутриязыковые факторы влияют на проявление интенции вежливости при языковом общении на каждом из языков, а также выявляем значимые параметры для формирования соответствующей языковой компетенции при изучении данных языков в качестве иностранных.
Актуальность данного исследования обусловлена растущей значимостью межкультурной коммуникации в условиях глобализации, когда владение иностранным языком предполагает не только знание его грамматики и лексики, но и понимание культурных и прагматических норм. Вежливость как компонент межкультурного общения играет критическую роль в построении ус ...
![]() |
Όλα τα τεκμήρια στο ΕΑΔΔ προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα.
|
Στατιστικά χρήσης


ΠΡΟΒΟΛΕΣ
Αφορά στις μοναδικές επισκέψεις της διδακτορικής διατριβής για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.


ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑΤΑ
Αφορά στο άνοιγμα του online αναγνώστη για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.


ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΣΕΙΣ
Αφορά στο σύνολο των μεταφορτώσων του αρχείου της διδακτορικής διατριβής.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.


ΧΡΗΣΤΕΣ
Αφορά στους συνδεδεμένους στο σύστημα χρήστες οι οποίοι έχουν αλληλεπιδράσει με τη διδακτορική διατριβή. Ως επί το πλείστον, αφορά τις μεταφορτώσεις.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Σχετικές εγγραφές (με βάση τις επισκέψεις των χρηστών)
λιγότερα
περισσότερα