Περίληψη
Η κοινωνική ευηµερία µιας οικονοµίας µεγιστοποιείται όταν οι διάφοροι κλάδοι που την απαρτίζουν λειτουργούν ανταγωνιστικά. Σύµφωνα µε τη βιοµηχανική οργάνωση, οποιαδήποτε απόκλιση από τον τέλειο ανταγωνισµό οδηγεί σε διάφορες απώλειες για την εν λόγω οικονοµία, οι οποίες βέβαια επιφέρουν και ποικίλες κοινωνικές επιπτώσεις. Η εξέταση του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power), η οποία αποτελεί τον βασικό στόχο της παρούσας διατριβής, είναι ζωτικής σηµασίας για τηνσωστή λειτουργία της οικονοµίας. Στο πλαίσιο της παρούσας διδακτορικής διατριβής πραγµατοποιείται µία προσπάθεια εκτίµησης του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power) και των προσδιοριστικών της παραγόντων για είκοσι-ένα (21) κλάδους της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας χρησιµοποιώντας στοιχεία της περιόδου 1983-2007. Επιπλέον, στόχος της εργασίας αυτής είναι ο υπολογισµός του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power) των εννέα (9) κλάδων της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών κατά τη διάρκεια της περιόδου 1983-2007. ...
Η κοινωνική ευηµερία µιας οικονοµίας µεγιστοποιείται όταν οι διάφοροι κλάδοι που την απαρτίζουν λειτουργούν ανταγωνιστικά. Σύµφωνα µε τη βιοµηχανική οργάνωση, οποιαδήποτε απόκλιση από τον τέλειο ανταγωνισµό οδηγεί σε διάφορες απώλειες για την εν λόγω οικονοµία, οι οποίες βέβαια επιφέρουν και ποικίλες κοινωνικές επιπτώσεις. Η εξέταση του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power), η οποία αποτελεί τον βασικό στόχο της παρούσας διατριβής, είναι ζωτικής σηµασίας για τηνσωστή λειτουργία της οικονοµίας. Στο πλαίσιο της παρούσας διδακτορικής διατριβής πραγµατοποιείται µία προσπάθεια εκτίµησης του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power) και των προσδιοριστικών της παραγόντων για είκοσι-ένα (21) κλάδους της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας χρησιµοποιώντας στοιχεία της περιόδου 1983-2007. Επιπλέον, στόχος της εργασίας αυτής είναι ο υπολογισµός του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power) των εννέα (9) κλάδων της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών κατά τη διάρκεια της περιόδου 1983-2007. Επίσης, υπολογίζεται το περιθώριο κέρδους (markup) και οι προσδιοριστικοί του παράγοντες για τους είκοσιένα κλάδους της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας και τους εννέα κλάδους της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών κατά τη διάρκεια της περιόδου 1984-2007, καθώς και οι απώλειες ευηµερίας σε περίπτωση ύπαρξης ολιγοπωλιακής δύναµης στους εν λόγω κλάδους. Τέλος, στο πλαίσιο της εργασίας αυτής γίνεται υπολογισµός του επιπέδου τεχνικής αποτελεσµατικότητας καθώς και των προσδιοριστικών παραγόντων της τεχνικής αποτελεσµατικότητας για τους είκοσι-ένακλάδους της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας και τους εννέα κλάδους της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών κατά τη διάρκεια της περιόδου 1984-2007. Τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις, που βασίζονται στην µεθοδολογία της «νέας εµπειρικής βιοµηχανικής οργάνωσης», χρησιµοποιούνται για την µέτρηση του βαθµού δύναµης της αγοράς (market power) και την εξέταση των συνθηκών ανταγωνισµού γενικότερα. Η πρώτη, αφορά την προσέγγιση της «εικαζόµενης µεταβλητότητας» και παρέχει εκτιµήσεις σχετικά µε τον ακριβή βαθµό δύναµης τηςαγοράς (market power). Η δεύτερη, βασίζεται στην προσέγγιση των Hall-Roeger και εξετάζει τη δοµή της αγοράς και πιο συγκεκριµένα το περιθώριο κέρδους (markup). Η τρίτη προσέγγιση που αναπτύσσεται αποτελεί µια επέκταση της προσέγγισης των Hal-Roeger και παρέχει ταυτόχρονες εκτιµήσεις σχετικά µε το βαθµό δύναµης της αγοράς και το περιθώριο κέρδους. Μέσω της παρούσας εργασίας, επίσης, γίνεται προσπάθεια εκτίµησης των απωλειών ευηµερίας χρησιµοποιώντας ένα τυπικό µοντέλο ολιγοπωλίου. Επιπλέον, µετράται η τεχνική αποτελεσµατικότητα ακολουθώντας την τεχνική της «περιβάλλουσας ανάλυσης δεδοµένων» (data envelopment analysis or DEA), ενώ οι παράγοντες που την επηρεάζουν προσδιορίζονται βάσει του Αλγορίθµου 1 των Simar and Wilson. Ένα πολύ σηµαντικό σηµείο αυτής της διατριβής αποτελεί η εφαρµογή της µεθόδου «bootstrap»στις εµπειρικές εκτιµήσεις. Το παραπάνω παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί η εφαρµογή της συγκεκριµένης µεθόδου µπορεί να οδηγήσει στην ακριβή εκτίµηση της δειγµατικής κατανοµής χωρίς καµία υπόθεση για την κατανοµή του πληθυσµού από τον οποίο λαµβάνεται το δείγµα ούτως ώστε τα αποτελέσµατα των εµπειρικών εκτιµήσεων να είναι ιδιαίτερα αξιόπιστα. Τα εµπειρικά αποτελέσµατα αναδεικνύουν τόσο την παρουσία κάποιου βαθµού δύναµης της αγοράς όσο κι ενός περιθωρίου κέρδους σε όλους τους κλάδους της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας και της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών κατά την διάρκεια της περιόδου 1983-2007. Γενικά, τα αποτελέσµατα δείχνουν ότι και η µεταποιητική βιοµηχανία και η βιοµηχανία τροφίµων και ποτώνλειτουργούν υπό συνθήκες ατελούς ανταγωνισµού έχοντας ως συνέπεια την ύπαρξη απωλειών ευηµερίας για τους εν λόγω κλάδους. Επιπλέον, στην περίπτωση της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας, ανάµεσα στους παράγοντες που επηρεάζουν τη δύναµη της αγοράς και το περιθώριο κέρδους σε επίπεδο κλάδου είναι ο αριθµός των επιχειρήσεων, η µεταβλητή εντάσεως εργασίας και το µέγεθος του κλάδου, ενώ ανάµεσα στους προσδιοριστικούς παράγοντες της δύναµης της αγοράς και του περιθωρίου κέρδους διαχρονικά συγκαταλέγονται ο αριθµός των επιχειρήσεων, η µεταβλητή εντάσεως εργασίας και η ανάπτυξη. Στην περίπτωση της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών τα εµπειρικά αποτελέσµατα δείχνουν ότι ανάµεσα στους προσδιοριστικούς παράγοντες του περιθωρίου κέρδους είναι ο αριθµός των επιχειρήσεων, η µεταβλητή εντάσεως κεφαλαίου και το µέγεθος του κλάδου. Πιο συγκεκριµένα, τα εµπειρικά αποτελέσµατα φανερώνουν ότι ο βαθµός δύναµης της αγοράς και το περιθώριο κέρδους είναι µεγέθη αντιστρόφως ανάλογα του αριθµούτων επιχειρήσεων και της µεταβλητής εντάσεως εργασίας. Κατά συνέπεια, όσο µεγαλύτερος είναι ο αριθµός των επιχειρήσεων σε ένα κλάδο, τόσο χαµηλότερος είναι ο βαθµός δύναµης της αγοράς και το περιθώριο κέρδους. Επίσης, οι κλάδοι που είναι περισσότερο εντάσεως εργασίας έχουν χαµηλότερο βαθµό δύναµης της αγοράς και περιθώριο κέρδους. Ένα επιπρόσθετο συµπέρασµα που εξάγεται µέσα από τη µελέτη και την ερµηνεία των εµπειρικών αποτελεσµάτων είναι ότι ο βαθµός δύναµης της αγοράς και το περιθώριο κέρδους σχετίζονται θετικά µε το µέγεθος του κλάδου, την ανάπτυξη και τη µεταβλητή εντάσεως κεφαλαίου. Πιο συγκεκριµένα, όσο µεγαλύτερο είναι το µέγεθος του κλάδου, τόσο µεγαλύτερα είναι η δύναµη της αγοράς και το περιθώριο κέρδους. Επίσης, χρήσιµο συµπέρασµα της ερµηνείας των εµπειρικών αποτελεσµάτων είναι το ότι η ανάπτυξη φαίνεται να οδηγεί σε υψηλότερο επίπεδο δύναµης της αγοράς και περιθώριο κέρδους. Ακόµα, οι κλάδοι που είναι περισσότερο εντάσεως κεφαλαίου εµφανίζονται να έχουν υψηλότερο περιθώριοκέρδους. Σε ό,τι αφορά την παράµετρο της τεχνικής αποτελεσµατικότητας τα αποτελέσµατα της παρούσας διατριβής δείχνουν ότι - κατά µέσο όρο - όλοι οι κλάδοι της ελληνικής µεταποίησης και της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών είναι τεχνικά αναποτελεσµατικοί κατά τη διάρκεια της περιόδου 1984-2007. Ωστόσο, στην περίπτωση της ελληνικής µεταποιητικής βιοµηχανίας, και για την προαναφερθείσα χρονική περίοδο, η συγκεκριµένη παράµετρος παρουσιάζει µία πτωτική τάση, ενώ στην περίπτωση της ελληνικής βιοµηχανίας τροφίµων και ποτών η τάση αυτή είναι αυξητική. Επιπλέον, η αξιολόγηση των αποτελεσµάτων της παρούσας εργασίας φανερώνει ότι, τόσο για την ελληνική µεταποίηση όσο και τη βιοµηχανία τροφίµων και ποτών, ανάµεσα στους παράγοντες που επηρεάζουν την τεχνική αποτελεσµατικότητα είναι το µέγεθος του κλάδου, η ανάπτυξη, η παραγωγικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας καθώς και η µεταβλητή εντάσεως εργασίας. Πιοσυγκεκριµένα, µπορεί µέσω των αποτελεσµάτων να υποστηριχθεί ότι οι προαναφερθείσες µεταβλητές - το µέγεθος του κλάδου, η ανάπτυξη, η παραγωγικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας και η µεταβλητή εντάσεως εργασίας - επηρεάζουν θετικά την τεχνική αποτελεσµατικότητα. Με άλλα λόγια, µια αύξηση στο µέγεθος ενός κλάδου θα οδηγήσει σε υψηλότερο επίπεδο τεχνικήςαποτελεσµατικότητας. Επίσης, η ανάπτυξη βελτιώνει την τεχνική αποτελεσµατικότητα ενός κλάδου. Επιπρόσθετα, µια αύξηση της παραγωγικότητας του κεφαλαίου ή/και της εργασίας µπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα τεχνικής αποτελεσµατικότητας. Τέλος, µια αύξηση της µεταβλητής εντάσεως εργασίας µπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της τεχνικής αποτελεσµατικότητας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The social welfare of an economy is maximized when the various economic industriesoperate under conditions of perfect competition. According to the industrialorganization, any deviation from perfect competition leads to several losses for theeconomy and more generally for the society. The investigation of the degree ofmarket power, which comprises the basic objective of the present dissertation, is vitalfor the proper functioning of the economy. Therefore, the present study tests for thedegree of market power and the market power determinants in the twenty-one sectorsof the Greek manufacturing industry over the period 1983-2007. The degree of marketpower is also assessed in the nine sectors of the Greek food and beveragesmanufacturing industry for the period 1983-2007. Moreover, this study investigatesthe markup and the markup determinants for the twenty-one sectors of the Greekmanufacturing industry as well as for the nine sectors of the Greek food andbeverages manufacturing industry ...
The social welfare of an economy is maximized when the various economic industriesoperate under conditions of perfect competition. According to the industrialorganization, any deviation from perfect competition leads to several losses for theeconomy and more generally for the society. The investigation of the degree ofmarket power, which comprises the basic objective of the present dissertation, is vitalfor the proper functioning of the economy. Therefore, the present study tests for thedegree of market power and the market power determinants in the twenty-one sectorsof the Greek manufacturing industry over the period 1983-2007. The degree of marketpower is also assessed in the nine sectors of the Greek food and beveragesmanufacturing industry for the period 1983-2007. Moreover, this study investigatesthe markup and the markup determinants for the twenty-one sectors of the Greekmanufacturing industry as well as for the nine sectors of the Greek food andbeverages manufacturing industry over the period 1984-2007. Furthermore, thepresent study estimates the welfare losses in the event of the existence of oligopolypower. In addition, the technical efficiency and its determinants are investigated forthe twenty-one sectors of the Greek manufacturing industry as well as for the ninesectors of the Greek food and beverages manufacturing industry during the period1984-2007.Three different approaches based on the “new empirical industrial organization”(NEIO) were used with the view to measuring the degree of market power andevaluating the competitive conditions. The first approach is the conjectural variationapproach, which provides estimates regarding the actual degree of market power. Thesecond approach is the Hall-Roeger approach and it investigates the market structureand more specifically the markup. The third approach developed comprises anextension of the Hal-Roeger approach and offers contemporaneous estimates aboutthe degree of market power and the markup. Moreover, the welfare losses wereestimated using a formal model of oligopoly. The technical efficiency was measuredfollowing the “data envelopment analysis” (DEA), while its sources were determinedbased on the Simar and Wilson’s Algorithm 1. A very important issue in the presentstudy is the application of the bootstrap technique to the empirical estimations. That iswhy the application of the bootstrapping can lead to an accurate estimation of the sampling distribution without any assumptions on the distribution of the populationfrom which the sample was taken so that the results of the empirical estimates can beaccurate, robust and reliable.The empirical results indicate the presence of some degree of market power andmarkup in all sectors of the Greek manufacturing industry as well as those of theGreek food and beverages manufacturing industry over the period 1983-2007. In otherwords, the findings imply that both the manufacturing industry as well as the food andbeverages industry operated under conditions of imperfect competition implying theexistence of welfare losses. Furthermore, the results indicate that in the case of theGreek manufacturing industry, among the factors determining the market power andthe markup at the sectoral level are the number of firms, the labor intensity and thesector size, while the determinants of market power and markup, over time, are thenumber of firms, the labor intensity and the growth. In the case of the Greek food andbeverages manufacturing industry, the results suggest that among the determinants ofthe markup are the number of firms, the capital intensity and the sector size. Morespecifically, the empirical results imply that the degree of market power and themarkup are negatively related to the variables of the number of firms and the laborintensity. In other words, the higher the number of firms, the lower the degree ofmarket power and markup. Also, the sectors which are more labor-intensive have alower degree of market power and markup. Additionally, the findings support that thedegree of market power and the markup are related positively to the variables of thesector size, the growth and the capital intensity. In particular, the bigger the size of asector the higher the degree of market power and markup. Also, the growth leads to ahigher level of market power and markup. Furthermore, the sectors which are morecapital-intensive have a higher markup.Moreover, the empirical results indicate that, on average, all sectors of the Greekmanufacture as well as those of the food and beverages industry are technicallyinefficient over the period 1984-2007. Note that, in the case of the Greekmanufacturing industry, the technical efficiency tends to increase over the period1984-2007, whereas in the case of the Greek food and beverages manufacturingindustry, the technical efficiency tends to decrease over the same period, i.e. 1984-2007. Also, the findings of the present dissertation imply that among the factorsaffecting technical efficiency for both the Greek manufacture and the food andbeverages industry are the sector size, the growth, the capital and labor productivity and the labor intensity. More specifically, the empirical results indicate that thevariables of sector size, growth, capital and labor productivity and labor intensity canpositively influence the level of technical efficiency. In other words, the bigger thesector the higher the level of technical efficiency. Also, the growth improves thetechnical efficiency of a sector. Moreover, an increase in the capital productivityor/and in the labor productivity can lead to a higher level of technical efficiency. Inaddition to that, an increase of the labor intensity can result in the technical efficiencyincrease.
περισσότερα