Περίληψη
Η διατριβή καλύπτει την προβληματική των χρονικών ορίων εφαρμογής των ποινικών δικονομικών. Αρχικά εκτίθεται το πλαίσιο ρύθμισης και λειτουργίας της ισχύος των νόμων προκειμένου αυτή να διακριθεί ακολούθως από την έννοια της εφαρμογής των νόμων. Ακολούθως τίθεται το ερώτημα: Ισχύει η συνταγματική απαγόρευση της αναδρομικότητας πλην του ουσιαστικού και στο δικονομικό ποινικό δίκαιο; Κατ’ αρχήν η αποτίμηση του συναφούς ιστορικοφιλοσοφικού υλικού αποδεικνύει τη στενή σύνδεση της απαγόρευσης της αναδρομικότητας με το γενικότερο κοινωνικό και πολιτικό ζητούμενο. Η μορφή που σε κάθε εποχή προσλαμβάνει η σχέση εξουσίας - ατόμου αποβαίνει καθοριστική για τη θέση χρονικών ορίων κατά τη νομοθέτηση και την εφαρμογή των ποινικών νόμων. Καταγράφεται το πλαίσιο θεσμικής ρύθμισης της αρχής της νομιμότητας της ποινικής καταστολής και της απαγόρευσης της αναδρομικότητας ενώ παράλληλα αναλύονται οι περιπτώσεις υποχώρησής τους (π.χ. μεταβολές νομολογία, προσωρινοί νόμοι). Ακολουθεί επισκόπηση των θεωρη ...
Η διατριβή καλύπτει την προβληματική των χρονικών ορίων εφαρμογής των ποινικών δικονομικών. Αρχικά εκτίθεται το πλαίσιο ρύθμισης και λειτουργίας της ισχύος των νόμων προκειμένου αυτή να διακριθεί ακολούθως από την έννοια της εφαρμογής των νόμων. Ακολούθως τίθεται το ερώτημα: Ισχύει η συνταγματική απαγόρευση της αναδρομικότητας πλην του ουσιαστικού και στο δικονομικό ποινικό δίκαιο; Κατ’ αρχήν η αποτίμηση του συναφούς ιστορικοφιλοσοφικού υλικού αποδεικνύει τη στενή σύνδεση της απαγόρευσης της αναδρομικότητας με το γενικότερο κοινωνικό και πολιτικό ζητούμενο. Η μορφή που σε κάθε εποχή προσλαμβάνει η σχέση εξουσίας - ατόμου αποβαίνει καθοριστική για τη θέση χρονικών ορίων κατά τη νομοθέτηση και την εφαρμογή των ποινικών νόμων. Καταγράφεται το πλαίσιο θεσμικής ρύθμισης της αρχής της νομιμότητας της ποινικής καταστολής και της απαγόρευσης της αναδρομικότητας ενώ παράλληλα αναλύονται οι περιπτώσεις υποχώρησής τους (π.χ. μεταβολές νομολογία, προσωρινοί νόμοι). Ακολουθεί επισκόπηση των θεωρητικών απόψεων και των νομολογιακών παραδοχών που αφορούν την αναδρομικότητα των ποινικών δικονομικών νόμων, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες καθώς και στις Η.Π.Α. Στο τέλος αυτής της επισκόπησης προσεγγίζονται κριτικά τα επιμέρους επιχειρήματα της κρατούσας γνώμης. Η βασική θέση της διατριβής συνίσταται στη θεώρηση του ποινικού φαινομένου ως ενότητας με επιμέρους στοιχεία το έννομο αγαθό, το έγκλημα και την ποινή. Η διαδικασία επιβολής της ποινής πρέπει να συντελείται σύμφωνα με σταθερούς κανόνες που να εγγυώνται τη νομιμοποίηση της: nullum crimen, nulla poena sine processu. Παράλληλα ερευνάται η σχέση των κανόνων επιβολής της ποινής (ποινική δικονομία) με τους κανόνες του ουσιαστικού δικαίου και προτείνεται η αναφορά σε κατασταλτικούς κανόνες και η υιοθέτηση μιας νέας ορολογίας με βάση την ποινή: δίκαιο απειλής της ποινής (ουσιαστικό π. δ.), δίκαιο επιβολής της ποινής (δικονομικό π. δ.) και δίκαιο έκτισης της ποινής. Παραπέρα ερευνάται η φύση της ποινικής δίκης η οποία λειτουργεί ως μηχανισμός επιβολής της οργανωμένης απαντήσεως της κοινωνίας στο έγκλημα. Έτσι και η ποινική δικονομία, ως μέρος του όλου δικαιικού συστήματος, αποτελεί εργαλείο διαχείρισης κοινωνικών συγκρούσεων και εκφράζει τον γενικά ταξικό χαρακτήρα της κοινωνικής οργάνωσης και συνιστά παράλληλα ένα εγγυητικό μηχανισμό και μια βάση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.Τέλος διατυπώνονται τα επιχειρήματα για την ισχύ της απαγόρευσης της αναδρομικότητας στο ποινικό δικονομικό δίκαιο: Αποτροπή της αυθαιρεσίας της εξουσίας ως κεντρικού σημείου της ιστορικής έρευνας, Αρχή του κράτους δικαίου ως γενική εγγύηση της νομιμότητας, δημοσιότητας και ελεγξιμότητας της κρατικής δραστηριότητας, Αρχή της δικαιικής ασφάλειας, Σύνδεση της γενικότητας του νόμου με την αναδρομικότητα, Αρχή της ίσης μεταχείρισης των ατόμων, Επέκταση του πεδίου προστασίας του άρθρου 7 § 1 του Συντάγματος και στο χώρο της ποινικής δικονομίας. Ο κανόνας συνεπώς δεν είναι η επιλογή του νόμου πράξης ή εκδίκασης αλλά η αποτροπή εφαρμογής εκείνου που είναι δυσμενέστερος. Η ποινική δίκη λοιπόν θα διεξαχθεί με βάση τον ομόχρονό της νόμο (σε αναδρομική εφαρμογή) τότε μόνο όταν κριθεί ότι αυτός δεν είναι δυσμενέστερος από κείνον που ίσχυε κατά την τέλεση της αξιόποινης πράξης. Στο επίμετρο της εργασίας δοκιμάζονται οι θέσεις που έχουν προηγηθεί μέσα από την εξέταση της αναδρομικότητας, στο χώρο των ενδίκων μέσων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Prohibition of retroactivity, which is established in the Constitution as well as in the Penal Code, is of paramount importance for the safety of criminal law. Every human action is judged, in criminal terms, according to the statute in force at the time of commission of the act. Prohibition of retroactivity of penal statutes aims for the protection of the individual from state power arbitrariness (legislative, judiciary and executive state power) and is activated in case of adverse legislative amendment. It namely prohibits the ex post characterisation of an act as punishable as well as the more severe characterisation of a previously punishable behaviour. This prohibition refers to every element constituting the substance of an offence or the envisaged penalty despite the functional incorporation of the relevant provisions in the general or the special part of the Penal Code. Furthermore, the meaning of punishment, as far as prohibition of retroactivity is concerned, involves main pe ...
Prohibition of retroactivity, which is established in the Constitution as well as in the Penal Code, is of paramount importance for the safety of criminal law. Every human action is judged, in criminal terms, according to the statute in force at the time of commission of the act. Prohibition of retroactivity of penal statutes aims for the protection of the individual from state power arbitrariness (legislative, judiciary and executive state power) and is activated in case of adverse legislative amendment. It namely prohibits the ex post characterisation of an act as punishable as well as the more severe characterisation of a previously punishable behaviour. This prohibition refers to every element constituting the substance of an offence or the envisaged penalty despite the functional incorporation of the relevant provisions in the general or the special part of the Penal Code. Furthermore, the meaning of punishment, as far as prohibition of retroactivity is concerned, involves main penalties (e.g. imprisonment, pecuniary penalty), supplementary penalties (e.g. deprivation of civil rights, prohibition to exercise a profession) and the penal consequences of punishment (e.g. registration of criminal record).An exception from the prohibition of retroactivity is found in the Greek penal law:The penal procedural laws are applied when put into effect even during pending criminal trials. This opinion calls for the equivalent ‘general principle of conflicts of laws’, for the better servicing of public interest, for the fact that no vested rights are founded on certain procedure and that procedural rules don’t refer to guilt but to the verification of an offence etc. On the other hand, a large body of legal literature has voiced serious objections during recent years with regards to the constitutionality of this choice by bringing in the danger of state power arbitrariness, the positive legality of substantive and procedural penal law and the need for protection of the individual. On this basis, the principle nullum crimen, nulla poena sine lege must be applied altogether in the criminal procedure, in order to avoid a worsening of the defendant’s position (e.g. for temporary imprisonment, when defining the competent court, for the provision of remedies etc).
περισσότερα