Περίληψη
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να διερευνήσει την κατάκτηση και διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας (Γ2) σε παιδιά πρωτοβάθμιας δημοτικής εκπαίδευσης με προσφυγικό υπόβαθρο. Τα τελευταία χρόνια, ο αριθμός των προσφύγων παγκοσμίως είναι απαράμιλλος, περιλαμβάνοντας ένα αξιοσημείωτο ποσοστό ανήλικων ατόμων (UNHCR, 2021). Το προφίλ των παιδιών προσφύγων συνήθως περικλείει χαρακτηριστικά όπως η ελάχιστη ή ακόμα και ανύπαρκτη εξοικείωση με την τυπική εκπαίδευση (Brown et al., 2006). Συνεπώς, οι μαθητές/τριες με προσφυγικό υπόβαθρο μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στο νέο σχολικό περιβάλλον, ενώ οι εκπαιδευτικοί φαίνεται να αντιμετωπίζουν επίσης προκλήσεις προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες των μαθητών/τριών τους (Yaşar & Amac, 2018). Με απώτερο στόχο την παροχή κατευθυντήριων γραμμών στους/στις εκπαιδευτικούς που εργάζονται με παιδιά προσφύγων, η παρούσα διατριβή επιχειρεί να ρίξει φως σε γλωσσικές δυνατότητες και προκλήσεις αυτών των μαθητών/τριών καθώς και σε κατάλλ ...
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να διερευνήσει την κατάκτηση και διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας (Γ2) σε παιδιά πρωτοβάθμιας δημοτικής εκπαίδευσης με προσφυγικό υπόβαθρο. Τα τελευταία χρόνια, ο αριθμός των προσφύγων παγκοσμίως είναι απαράμιλλος, περιλαμβάνοντας ένα αξιοσημείωτο ποσοστό ανήλικων ατόμων (UNHCR, 2021). Το προφίλ των παιδιών προσφύγων συνήθως περικλείει χαρακτηριστικά όπως η ελάχιστη ή ακόμα και ανύπαρκτη εξοικείωση με την τυπική εκπαίδευση (Brown et al., 2006). Συνεπώς, οι μαθητές/τριες με προσφυγικό υπόβαθρο μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στο νέο σχολικό περιβάλλον, ενώ οι εκπαιδευτικοί φαίνεται να αντιμετωπίζουν επίσης προκλήσεις προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες των μαθητών/τριών τους (Yaşar & Amac, 2018). Με απώτερο στόχο την παροχή κατευθυντήριων γραμμών στους/στις εκπαιδευτικούς που εργάζονται με παιδιά προσφύγων, η παρούσα διατριβή επιχειρεί να ρίξει φως σε γλωσσικές δυνατότητες και προκλήσεις αυτών των μαθητών/τριών καθώς και σε κατάλληλες διδακτικές προσεγγίσεις. Λαμβάνοντας υπόψη προηγούμενη βιβλιογραφία και εκπαιδευτικές προεκτάσεις, η διατριβή εστιάζει, ειδικότερα, στην διερεύνηση των Γ2 αφηγηματικών ικανοτήτων, του Γ2 νοητικού λεξικού, και της αποτελεσματικότητας τεχνικών διδασκαλίας Γ2 λεξιλογίου. Συνολικά συμμετείχαν 104 παιδιά ηλικίας 7-13 ετών περίπου, που φοιτούσαν στο πλαίσιο της ελληνικής τυπικής εκπαίδευσης, σχηματίζοντας δύο ομάδες. Η Γ2 ομάδα αποτελούνταν από 53 μαθητές/τριες που είχαν προσφυγικό υπόβαθρο, παρακολουθούσαν τάξεις υποδοχής, και των οποίων οι πρώτες γλώσσες (Γ1) ήταν αραβικά, φαρσί, και κουρδικά. Η Γ1 ομάδα περιελάμβανε 51 μαθητές/τριες με ελληνικά ως Γ1 που παρακολουθούσαν γενικές τάξεις. Και οι δύο ομάδες ολοκλήρωσαν μια σειρά δοκιμασιών που διερευνούσαν γλωσσικά και γνωστικά χαρακτηριστικά. Πληροφορίες που προέκυψαν από αυτές τις δοκιμασίες διερευνήθηκαν ως προς το εάν έπαιζαν σημαντικό ρόλο στις επιδόσεις των παιδιών στις κύριες πειραματικές δοκιμασίες· τη δοκιμασία αναδιήγησης ΜΑΙΝ (Gagarina et al., 2012), μια δοκιμασία λεξικής συσχέτισης (Fitzpatrick, 2006), τις τεχνικές διδασκαλίας λεξιλογίου που περιελάμβαναν κάρτες, παντομίμα, και χρήση συγκειμενικών ενδείξεων. Ένας άλλος παράγοντας που εξετάστηκε ήταν η πιθανή επίδραση του μέρους του λόγου μιας λέξης (δηλ. ουσιαστικών έναντι ρημάτων), όσον αφορά τα μοτίβα λεξικής συσχέτισης και την αποτελεσματικότητα μιας διδακτικής τεχνικής. Συγκριτικές αναλύσεις για τις μελέτες αφήγησης και λεξικής συσχέτισης αποκάλυψαν ορισμένες αποκλίσεις μεταξύ της Γ2 και της Γ1 ομάδας. Ωστόσο, η Γ2 και η Γ1 ομάδα είχαν επίσης συγκρίσιμες επιδόσεις σε διάφορα επίπεδα των δοκιμασιών αφήγησης και λεξικής συσχέτισης, παρά το γεγονός ότι τα Γ2 παιδιά είχαν χαμηλό επίπεδο επάρκειας στα ελληνικά. Ένας παράγοντας που αποκαλύφθηκε ότι επηρεάζει επιδόσεις σε επίπεδο αφήγησης και λεξικής συσχέτισης για την Γ2 ομάδα ήταν οι Γ2 δεξιότητες γλωσσομάθειας. Όσον αφορά τα ευρήματα από τη μελέτη που επικεντρώθηκε στη διδασκαλία Γ2 λεξιλογίου, κατέδειξαν την αποτελεσματικότητα των καρτών και της παντομίμας. Αν και δεν βρέθηκε παρόμοιο αποτέλεσμα για την παρέμβαση που αφορούσε συγκειμενικές ενδείξεις, η ηλικία των Γ2 παιδιών έπαιζε ρόλο στη βελτίωση που έδειξαν στο λεξιλόγιο μετά την παρέμβαση. Τέλος, όσον αφορά το ζήτημα του μέρους του λόγου των λέξεων, βρέθηκε ότι επηρεάζει την επίδοση στην δοκιμασία λεξικής συσχέτισης αλλά όχι την αποτελεσματικότητα των διδακτικών παρεμβάσεων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The current dissertation’s aim is to investigate the acquisition and teaching of Greek as a second language (L2) in primary school children with a refugee background. During the last years, the number of refugees worldwide has been unparalleled, including a noteworthy proportion of underage individuals (UNHCR, 2021). The background profile of refugee children commonly encompasses attributes like the minimal or even nonexistent acquaintance with formal schooling (Brown et al., 2006). Therefore, refugee students may encounter difficulties within the new school environment, while teachers also seem to face challenges to meet their students’ needs (Yaşar & Amac, 2018). With the ultimate objective to provide guidelines to teachers who work with refugee students, the current dissertation attempts to unveil linguistic strengths and challenges of these students as well as appropriate teaching approaches. Taking into account previous literature and educational implications, the dissertation foc ...
The current dissertation’s aim is to investigate the acquisition and teaching of Greek as a second language (L2) in primary school children with a refugee background. During the last years, the number of refugees worldwide has been unparalleled, including a noteworthy proportion of underage individuals (UNHCR, 2021). The background profile of refugee children commonly encompasses attributes like the minimal or even nonexistent acquaintance with formal schooling (Brown et al., 2006). Therefore, refugee students may encounter difficulties within the new school environment, while teachers also seem to face challenges to meet their students’ needs (Yaşar & Amac, 2018). With the ultimate objective to provide guidelines to teachers who work with refugee students, the current dissertation attempts to unveil linguistic strengths and challenges of these students as well as appropriate teaching approaches. Taking into account previous literature and educational implications, the dissertation focuses, in particular, on the exploration of L2 narrative abilities, L2 mental lexicon, and the effectiveness of L2 vocabulary teaching techniques. In total, 104 children between the ages of approximately 7-13 took part, who were enrolled within the Greek formal education, forming two groups. The L2 group was composed of 53 pupils who had a refugee background, were attending reception classes, and whose first languages (L1s) were Arabic, Farsi, and Kurdish. The L1 group included 51 pupils with Greek as their L1 attending mainstream classes. Both groups completed a series of background tasks exploring linguistic and cognitive characteristics. Information derived from those tasks were explored in terms of whether it played a significant role in the children’s performance on the main experimental tasks; the MAIN retelling task (Gagarina et al., 2012), a word association task (Fitzpatrick, 2006), the vocabulary teaching techniques of flashcards, pantomime, and use of contextual cues. Another factor that was looked at was the potential effect of a word’s part of speech (i.e., nouns versus verbs), in terms of word association patterns and a teaching technique’s effectiveness. Comparative analyses for the narrative and word association studies revealed certain discrepancies between the L2 and the L1 group. However, the L2 and the L1 group also had a comparable performance on various narrative and word association aspects, besides the fact that the L2 children had a low proficiency level in Greek. A factor that was revealed to influence narrative and word association aspects for the L2 group was the L2 proficiency skills. When it comes to the findings from the study focusing on L2 vocabulary teaching, they demonstrated the effectiveness of flashcards and pantomime. Although a similar outcome was not manifested for the intervention involving contextual cues, L2 children’s age played a role in the post-intervention vocabulary improvement they showed. Finally, regarding the issue of word class, it was found to affect performance in the word association task but not the effectiveness of the teaching interventions.
περισσότερα