Περίληψη
Η διατριβή αναπτύσσεται σε τρία, διακριτά μεν, ωστόσο όχι αυτόνομα πεδία: τη φιλοσοφία, την κοινωνική θεωρία και την ιστορία της αρχιτεκτονικής. Το βασικό μέλημα της ερευνητικής εργασίας συνίσταται στην κατασκευή ενός εννοιολογικού δικτύου που επιτρέπει την συναρμογή των τριών αυτών πεδίων, ενώ βασικός στόχος είναι η κατάδειξη του τρόπου με τον οποίο, μέσω της αρχιτεκτονικής, υλοποιείται ο «μαρασμός της εμπειρίας» ως βασική κατεύθυνση της διαδικασίας του πολιτισμού.Στο πεδίο της φιλοσοφίας επεξεργάζονται ορισμένες από τις πλέον κρίσιμες επιστημολογικές οροθετήσεις του ζητήματος του χώρου, όπως καταγράφονται στα έργα των Καντ, Νίτσε, Φουκώ και της Σχολής της Φρανκφούρτης (Αντόρνο, Χόρκχαϊμερ, Μπένγιαμιν, Χάμπερμας). Από τους τελευταίους —και ιδίως από τον Μπένγιαμιν— παραλαμβάνεται το νήμα ορισμένων κρίσιμων για το επιχείρημα προβληματοποιήσεων, με σημαντικότερη ανάμεσά τους τη διαλεκτική αισθητικής και πολιτικής.Από το πεδίο της κοινωνικής θεωρίας η βασική αναφορά είναι ο Ζίμμελ, ιδρυτ ...
Η διατριβή αναπτύσσεται σε τρία, διακριτά μεν, ωστόσο όχι αυτόνομα πεδία: τη φιλοσοφία, την κοινωνική θεωρία και την ιστορία της αρχιτεκτονικής. Το βασικό μέλημα της ερευνητικής εργασίας συνίσταται στην κατασκευή ενός εννοιολογικού δικτύου που επιτρέπει την συναρμογή των τριών αυτών πεδίων, ενώ βασικός στόχος είναι η κατάδειξη του τρόπου με τον οποίο, μέσω της αρχιτεκτονικής, υλοποιείται ο «μαρασμός της εμπειρίας» ως βασική κατεύθυνση της διαδικασίας του πολιτισμού.Στο πεδίο της φιλοσοφίας επεξεργάζονται ορισμένες από τις πλέον κρίσιμες επιστημολογικές οροθετήσεις του ζητήματος του χώρου, όπως καταγράφονται στα έργα των Καντ, Νίτσε, Φουκώ και της Σχολής της Φρανκφούρτης (Αντόρνο, Χόρκχαϊμερ, Μπένγιαμιν, Χάμπερμας). Από τους τελευταίους —και ιδίως από τον Μπένγιαμιν— παραλαμβάνεται το νήμα ορισμένων κρίσιμων για το επιχείρημα προβληματοποιήσεων, με σημαντικότερη ανάμεσά τους τη διαλεκτική αισθητικής και πολιτικής.Από το πεδίο της κοινωνικής θεωρίας η βασική αναφορά είναι ο Ζίμμελ, ιδρυτής της κοινωνιολογίας του χώρου ως αυτόνομου γνωστικού αντικειμένου. Ωστόσο η κομβική έννοια είναι το τεχνούργημα, η οποία παραλαμβάνεται από την Άρεντ. Κατά την επεξεργασία της το επιχείρημα προστρέχει σε ορισμένους εκ των θεμελιωτών της κοινωνικής θεωρίας (Βέμπερ, Ντιρκέμ, Λεβί-Στρος) αλλά και μεταγενέστερων θεωρητικών (Ελίας, Μπεκ, Ντελέζ) προκειμένου να εμπλουτιστεί και να εγγραφεί σε αυτή το δίπολο ψηφιακό/αναλογικό που προέρχεται από τη θεωρία της επικοινωνίας. Τέλος, αξιοποιούνται εκτενώς επεξεργασίες της ψυχαναλυτικής θεωρίας (Φρόιντ, Λακάν), αφού ενταχθούν στα κοινωνιολογικά συμφραζόμενα του κεντρικού του επιχειρήματος περί της δυναμικής του «μαρασμού της εμπειρίας». Οι ιστορικές τομές του κοινωνικού περιεχομένου της κατοικίας στον δυτικό πολιτισμό αποτελούν, τέλος, τα πραγματολογικά δεδομένα.Στο τρίτο πεδίο, αυτό της ιστορίας της αρχιτεκτονικής, επιλέγονται και αναλύονται κρίσιμα για το επιχείρημά αρχιτεκτονικά έργα. Αφενός για την κατασκευή μιας θεωρίας για το αρχιτεκτονικώς πράττειν η οποία να συναρμόζει με τις θεωρητικές επεξεργασίες των άλλων δύο πεδίων και αφετέρου για την ανάδειξη των δεσποζουσών μορφών που πήραν κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα τα ιστορικά περιεχόμενα της κατοικίας.Η διατριβή διαρθρώνεται σε πέντε μέρη.(1) Στο πρώτο μέρος περιγράφονται συνοπτικά οι θεωρητικές παραδόσεις που θα παρακολουθήσει η διατριβή καθώς και τα κομβικά ζητήματα που θα εξεταστούν.(2) Η καθαυτό πραγμάτευση των ζητημάτων ξεκινά στο δεύτερο μέρος. Ορίζεται στο πεδίο της φιλοσοφίας το ερευνητικό ερώτημα (Πώς είναι δυνατός [αυτός] ο χώρος; ― όπως είναι και ο τίτλος της αντίστοιχης ενότητας) και το βασικό επιστημολογικό εμπόδιο προς υπερπήδηση: το χάσμα μεταξύ των εννοιολογήσεων του φυσικού χώρου στις φυσικές επιστήμες και των αντίστοιχων του κοινωνικού χώρου στις κοινωνικές θεωρίες. Το Τεχνούργημα (επόμενη ενότητα) προσφέρει μια άρθρωση των δυο και εγκαινιάζει μια γενική μορφή εντός της οποίας μπορούν να διερευνηθούν τα περαιτέρω ζητήματα. Στην ενότητα με τον τίτλο Γλώσσες εισάγεται η επεξεργασία του δίπολου αναλογικό/ψηφιακό ως φάσματος που χαρτογραφεί αξιολογικά τα ποικίλα στοιχεία που περιέχονται στο τεχνούργημα. Το δεύτερο μέρος κλείνει με τη Σκοπιά από την οποία θα πραγματοποιηθεί η επεξεργασία των ζητημάτων.(3) Στόχος του τρίτου μέρους είναι η ανάδειξη των δυνατοτήτων της αρχιτεκτονικής σκέψης. Εξετάζονται πολλαπλά τεκμήρια που σχετίζονται με το Θέατρο της οδού Κυκλάδων του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί η γνωστική συγκρότηση της αρχιτεκτονικής σκέψης και να αποτιμηθούν πολιτισμικά οι σχεδιαστικές επιλογές. Ένας καθολικός ορισμός της αρχιτεκτονικής δεν έχει σημασία στο επιχείρημα που παρουσιάζεται, εξ ου και ο όρος «αρχιτεκτονική» Απουσιάζει (όπως δηλώνει η επικεφαλίδα της πρώτης ενότητας αυτού του μέρους) από τον τίτλο της διατριβής. Το έργο του Κρόκου επιλέγεται επειδή επιτρέπει να αναδειχθεί η κρίσιμη διάσταση της διαλεκτικής αισθητική/πολιτική στην αρχιτεκτονική παραγωγή: αυτή της αφής (ενότητα Διάσταση και Απόσταση). Μεταξύ των τεκμηρίων, αναλύονται σχέδια (ενότητα Εικόνα [Αναλογικότερα]) και λεκτικές περιγραφές (ενότητα Γλώσσα [Ψηφιακότερα]), με κριτήρια και ερωτήματα που διαμορφώθηκαν ήδη στο δεύτερο μέρος. Οι αναλύσεις αυτές οδηγούν σε περαιτέρω εννοιολογήσεις γύρω από το χωρικό τελετουργικό, την αρχιτεκτονική εργασία και το κατοικείν.Στην ενότητα Πρόχειρα αξιοποιείται η έννοια της «άρρητης γνώσης» για να καταδειχθεί μια «αισθητική κοινότητα» που ορίζει το υπό μελέτη αρχιτεκτονικό έργο και στην οποία συναντώνται οι μορφολογικές επιλογές του αρχιτέκτονα με την πρόσληψη των τελικών χρηστών. Επί της συνάντησης αυτής, θα τεθούν ζητήματα που αφορούν τόσο το κοινωνικό περιεχόμενο της αισθητικής απόλαυσης του χτισμένου μέσω της χρήσης του, όσο και τη σχέση χώρου-υποκειμένου και του τρόπου που η επιθυμία επικαθορίζει αυτή τη σχέση (ενότητα Απόλαυση/Επιθυμία).Ακολούθως, θα χρησιμοποιηθεί η μέχρι εδώ επεξεργασία προκειμένου να επανέλθει στο κεντρικό επιστημολογικό ζήτημα και να αναδείξει τον προβληματικό τρόπο με τον οποίο η νεωτερική σκέψη πριμοδοτεί την παράμετρο του χρόνου έναντι του χώρου (ενότητα Χώρος/Χρόνος Ι). Το τρίτο μέρος κλείνει με την προβολή της προβληματικής υποκειμένου-χώρος στην κλίμακα του κοινωνικού (ενότητα Άρνηση, Κρίση, Πράξη).(4) Τα επόμενα δύο μέρη της διατριβής, ξεκινούν με την επεξεργασία ενός μεθοδολογικού εργαλείου. Στο τέταρτο μέρος το εργαλείο αυτό είναι ο Ενδείκτης (πρώτη ενότητα). Η αλλεπάλληλες επεξεργασίες του επιτρέπουν την σύνθεση ενός σύνθετου και πολυσχιδούς μέσου καταγραφής και ερμηνείας των περιεχομένων του τεχνουργήματος και ταυτόχρονα την θεματοποίηση τριών ειδικών ζητημάτων: α. την ανάδειξη των αποσιωπημένων πολιτικών ζητημάτων στις θεμελιακές αρχές της αισθητικής (ενότητα Ρήγμα), β. την εσωτερική λογική και την κοινωνική σημασία των «αρχετύπων» της «αίσθησης του χώρου» και της «αφηρημένης παράστασης του χώρου», τα οποία παραλαμβάνονται από τον Αντόρνο (ενότητα Πυραμίδα και Λαβύρινθος), και τέλος, γ. τα κρίσιμα στιγμιότυπα στην κοινωνική ιστορία του κατοικείν (ενότητα Τομές και Συνέχειες).(5) Στο πέμπτο και τελευταίο μέρος, το μεθοδολογικό εργαλείο είναι το Παράδειγμα. Ένα μυθιστόρημα, ένα έργο τέχνης και τέσσερις κατοικίες αποτελούν τα συγκεκριμένα παραδείγματα η ανάλυση των οποίων επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς: α. την πολιτική σημασία της προϊούσας ψηφιοποίησης του πολιτισμού και τις συνέπειες που έχει στην παραγωγή και πρόσληψη του χτισμένου, β. την ανάδειξη ενός τρόπου επανα-οικειοποίησης του χώρου, και κυρίως, γ. την κατανόηση των αρχιτεκτονικών μορφών της κατοικίας του 20ου αιώνα υπό το πρίσμα της διαλεκτικής πολιτισμός/βαρβαρότητα.
περισσότερα