Περίληψη
Ο σκοπός της διατριβής είναι η μελέτη των γεωμετρικών και φυτικών συνθέσεων, καθώς και των αρχιτεκτονικής έμπνευσης μοτίβων που κοσμούν τα ταφικά μνημεία της Μακεδονίας. Πρόκειται για μία συνολική θεώρηση η οποία συνδυάζει την καταγραφή και τεκμηρίωση των μνημείων και του διακόσμου τους, την τεχνική, στιλιστική και συγκριτική ανάλυση των μοτίβων, καθώς και την ταυτοποίηση των υλικών και των τεχνικών ζωγραφικής με αναλυτικές τεχνικές. Το πλούσιο corpus που εξετάζεται αποτελείται από εξήντα οχτώ (68) ταφικά μνημεία (τάφοι μακεδονικοί, θαλαμωτοί, κιβωτιόσχημοι και σαρκοφάγοι), τα οποία βρίσκονται μεταξύ της περιοχής του Μακρύγιαλου Πιερίας στα δυτικά και της σύγχρονης πόλης της Δράμας στα ανατολικά. Χρονολογικά εντάσσονται κυρίως στο τελευταίο τέταρτο του 4ου και το πρώτο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα, ενώ ορισμένα ανήκουν στην πρώιμη ρωμαϊκή εποχή.Η διατριβή απαρτίζεται από τρία διακριτά αλλά αλληλένδετα μέρη. Στο πρώτο καταγράφονται όλα τα μοτίβα ενδιαφέροντος, η συχνότητά τους στα μνημεία, μ ...
Ο σκοπός της διατριβής είναι η μελέτη των γεωμετρικών και φυτικών συνθέσεων, καθώς και των αρχιτεκτονικής έμπνευσης μοτίβων που κοσμούν τα ταφικά μνημεία της Μακεδονίας. Πρόκειται για μία συνολική θεώρηση η οποία συνδυάζει την καταγραφή και τεκμηρίωση των μνημείων και του διακόσμου τους, την τεχνική, στιλιστική και συγκριτική ανάλυση των μοτίβων, καθώς και την ταυτοποίηση των υλικών και των τεχνικών ζωγραφικής με αναλυτικές τεχνικές. Το πλούσιο corpus που εξετάζεται αποτελείται από εξήντα οχτώ (68) ταφικά μνημεία (τάφοι μακεδονικοί, θαλαμωτοί, κιβωτιόσχημοι και σαρκοφάγοι), τα οποία βρίσκονται μεταξύ της περιοχής του Μακρύγιαλου Πιερίας στα δυτικά και της σύγχρονης πόλης της Δράμας στα ανατολικά. Χρονολογικά εντάσσονται κυρίως στο τελευταίο τέταρτο του 4ου και το πρώτο μισό του 3ου π.Χ. αιώνα, ενώ ορισμένα ανήκουν στην πρώιμη ρωμαϊκή εποχή.Η διατριβή απαρτίζεται από τρία διακριτά αλλά αλληλένδετα μέρη. Στο πρώτο καταγράφονται όλα τα μοτίβα ενδιαφέροντος, η συχνότητά τους στα μνημεία, μαζί με παρατηρήσεις σχετικά με την απόδοση, τους χρωματικούς συνδυασμούς και τις χρησιμοποιούμενες χρωστικές. Περιγράφονται λεπτομερώς περισσότερα από 270 διακοσμητικά στοιχεία και συνθέσεις, και καταχωρούνται σε τρεις κατηγορίες: η πρώτη αφορά τα μοτίβα τα οποία υιοθετήθηκαν από την αρχιτεκτονική (π.χ. γεισήποδες, κυμάτια), η δεύτερη συγκεντρώνει εκείνα που παραπέμπουν σε φυτικά στοιχεία (π.χ. ανθέμια, ανθοπλοχμοί, γιρλάντες) και η τρίτη αφορά τις καθαρά γεωμετρικές φόρμες (π.χ. μαίανδροι, θέουσα σπείρα) και άλλα, απλούστερα σχήματα.Μέσα από τον διάκοσμο των μακεδονικών μνημείων, διερευνήθηκε ακόμη η μεταφορά και μετατροπή των αρχιτεκτονικών και άλλων πραγματικών στοιχείων σε ζωγραφικά θέματα. Όσον αφορά την ερμηνευτική προσέγγιση, τίθεται κυρίως το ερώτημα του ενδεχόμενου συμβολικού χαρακτήρα των μοτίβων, πέραν του διακοσμητικού τους ρόλου. Εξετάστηκε έτσι ο συσχετισμός ορισμένων μοτίβων με τα σύμβολα του απείρου και της αθανασίας, με τον μύθο και τη λατρεία των χθόνιων θεών αλλά και με την απόδοση ηρωικής υπόστασης στον νεκρό. Στο μέρος αυτό της διατριβής παρουσιάζεται και μία εκτεταμένη συγκριτική μελέτη των διαφόρων τύπων στην τοιχογραφία αλλά και σε άλλες εκφάνσεις της αρχαίας τέχνης, όπως τα ψηφιδωτά και η κεραμική.Το δεύτερο μέρος αφορά την αρχαιομετρική μελέτη των ζωγραφικών υλικών (χρωστικές, κονιάματα, συνδετικά μέσα), καθώς και των τεχνικών ζωγραφικής που χρησιμοποιήθηκαν για την απόδοση των μοτίβων, με σκοπό την κατανόηση του τρόπου δημιουργίας του διακόσμου και τη συλλογή πληροφοριών σχετικών με την τεχνογνωσία της περιόδου και τη διαθεσιμότητα σε πρώτες ύλες της κάθε περιοχής. Περισυλλέχθηκαν περισσότερα από 100 σπαράγματα, ήδη αποκολλημένα από την ζωγραφική επιφάνεια, που εντοπίστηκαν τόσο στο εσωτερικό των τάφων όσο και στις αποθήκες των εφορειών. Όσα έσωζαν σημαντικά τμήματα της διακόσμησης εξετάστηκαν μη επεμβατικά, με τη μέθοδο μ-XRF, ενώ, όπου η δειγματοληψία κρίθηκε απαραίτητη, χρησιμοποιήθηκαν ποικίλες επεμβατικές μέθοδοι για τη διερεύνηση τόσο των ανόργανων (PLM, SEM-EDS, XRD), όσο και των οργανικών συστατικών (GC/MS, FTIR Py-GC/MS). Πάνω από 200 δείγματα απομονώθηκαν από συνολικά είκοσι τάφους και τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν με ανάλογα προγενέστερων ερευνών.Ως προς τα στρώματα προετοιμασίας, πρόκειται για ασβεστοκονιάματα, τα οποία ποικίλλουν σε χρώμα, αδρανή (άμμος, μικτά, κονιοποιημένο κεραμικό, πρόσθετα οργανικής προέλευσης κ.α.) και κοκκομετρία, ανάλογα με το πάχος και τη λειτουργία τους. Για παράδειγμα, το λεπτότερο στρώμα, όπου εφαρμόζονται τα χρώματα, είναι κατά κανόνα λευκό και αποτελείται κατά κύριο λόγο από ασβέστη και μαρμαροκονία.Όσον αφορά τις χρωστικές, επιβεβαιώθηκε καταρχήν η εκτεταμένη χρήση κοινών υλικών, όπως ο ασβεστίτης, οι γαιώδεις ώχρες, ερυθρές και κίτρινες, το μαύρο του άνθρακα και το αιγυπτιακό μπλε. Σε ορισμένα όμως μνημεία ανιχνεύθηκαν πιο ασυνήθιστες ύλες, όπως το ερυθρό της κινναβάρεως, το λευκό του μολύβδου, σιδηρούχες πράσινες γαίες με βάση τον κελαδονίτη αλλά και σπανιότερες χρωστικές, όπως η κίτρινη και η κόκκινη σανδαράχη.Η παρουσία οργανικών χρωστικών στα εν λόγω σπαράγματα ήταν σπανιότατη και η ανάλυσή τους δεν έδωσε σαφή αποτελέσματα. Παρόλα αυτά, επιβεβαιώθηκε η χρήση οργανικών συνδετικών ουσιών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανιχνεύθηκε αυγό, ρητίνες κωνοφόρων δέντρων αλλά και ζωική κόλλα, υλικά τα οποία υποδεικνύουν την χρήση της τεχνικής της ξηρογραφίας ή τέμπερας. Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να προστεθούν σε αντίστοιχα από προηγούμενες έρευνες και να συμφωνήσουν με την τρέχουσα αντίληψη ότι στη μακεδονική ζωγραφική δεν συναντάται η τεχνική της νωπογραφίας ή fresco, ή τουλάχιστον δεν τεκμηριώνεται από τα δείγματα που εξετάστηκαν μέχρι στιγμής και των οποίων ο αριθμός έχει αυξηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας, χρησιμοποιήθηκε και μία νέα μη επεμβατική μέθοδος διάγνωσης, η οποία συνδυάζει τη φωταύγεια που προκαλείται μέσω ορατής ακτινοβολίας και την υπέρυθρη απεικόνιση (VIL-IR). Η μέθοδος αυτή εφαρμόστηκε σε πέντε μνημεία μεταξύ των οποίων και η λίθινη σαρκοφάγος από τον Άγιο Μάμαντα Χαλκιδικής (πρώτο μισό του 3ου αι. π.Χ.). Η φυτική σύνθεση που περιέτρεχε κάποτε τα τοιχώματα διακρίνεται πλέον αμυδρά λόγω της κακής κατάστασης διατήρησης. Με την παραπάνω τεχνική, έγινε δυνατή η ανάγνωση του διακόσμου, καθώς το αιγυπτιακό μπλε λειτούργησε σαν ένα αόρατο μελάνι, το οποίο εμφανίστηκε με τον κατάλληλο φωτισμό. Στη συνέχεια, με τον συνδυασμό των εικόνων της τεχνικής και των φωτογραφιών στο ορατό, πραγματοποιήθηκε η ψηφιακή αποκατάσταση της πολύχρωμης σύνθεσης. Τέλος, το τρίτο μέρος αποτελείται από έναν πλούσια εικονογραφημένο κατάλογο των διακοσμημένων τάφων της Μακεδονίας, σύμφωνα με την αρχιτεκτονική τους δομή, ο οποίος συγκεντρώνει τα ανασκαφικά δεδομένα, την περιγραφή της ζωγραφικής διακόσμησης τόσο στις επιτοίχιες επιφάνειες όσο και στα στοιχεία της ταφικής επίπλωσης, πληροφορίες για την αρχιτεκτονική κατασκευή και τα υλικά ζωγραφικής. Τα διάφορα διακοσμητικά μοτίβα και οι τύποι αρχιτεκτονικών μελών όπου αυτά εμφανίζονται (όπως π.χ. τα κυμάτια), παρουσιάζονται σε ένα εύχρηστο γλωσσάρι όρων συνοδευόμενο από σχέδια και φωτογραφίες.Η έρευνα αυτή αναδεικνύει τον ιδιαίτερο ρόλο των διακοσμητικών μοτίβων στα ταφικά μνημεία της Μακεδονίας. Σχεδόν πανταχού παρόντα, σε όλα τα είδη τάφων, χρησιμοποιούνται ανεξάρτητα ή συνδυαστικά για να εμπλουτίσουν τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, να ορίσουν τις αφηγηματικές σκηνές, να κοσμήσουν την ταφική επίπλωση και τις απεικονίσεις σκευών και αντικειμένων, αλλά μπορούν εξίσου να αποτελέσουν τον βασικό διάκοσμο ενός μνημείου. Παρά τη σχετικά τυποποιημένη μορφή τους, η οποία αναπαράγεται με παρόμοιο τρόπο στα διάφορα μνημεία, παρατηρείται μία πλειάδα παραλλαγών, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται μία εκτέλεση ανώτερης ποιότητας που αγγίζει σχεδόν το επίπεδο της μνημειακής ζωγραφικής. Το προκαταρκτικό σχέδιο, η χρήση εργαλείων, όπως η πυξίδα και η χορδή, αλλά και τα διάφορα οπτικά τεχνάσματα, όπως το παιχνίδι των σκιών και τα έντονα «φώτα», η αντιπαράθεση χρωμάτων κλπ., τα οποία δημιουργούν την εντύπωση μιας τρίτης διάστασης, επιστρατεύονται και για την απόδοση των μοτίβων. Η χρωματική παλέτα είναι η ίδια, και συμπεριλαμβάνει πολύτιμα υλικά, όχι μόνο στους μακεδονικούς τάφους αλλά και στους κιβωτιόσχημους. Τα μοτίβα αντικατοπτρίζουν, λοιπόν, την τεχνογνωσία της εποχής και δείχνουν ότι τα τοπικά εργαστήρια, υιοθετώντας τις καλλιτεχνικές τάσεις της εποχής, τις μεταφράζουν και τις τροποποιούν κατά βούληση, εφαρμόζοντας όλη την εμπειρία του σχεδίου και της φόρμας, της φωτοσκίασης, της απόδοσης του βάθους και των τρισδιάστατων όγκων. Οδηγούμαστε έτσι στο συμπέρασμα ότι τα θέματα αυτά δεν ήταν δευτερεύοντα αλλά απαραίτητα στοιχεία του διακόσμου της τελευταίας κατοικίας των Μακεδόνων.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Τhe objective of the present thesis was a thorough archaeological and archaeometrical research concerning the architectural, geometric and vegetal motifs that decorate the funerary monuments of ancient Macedonia. An integral approach has been applied, combining detailed documentation with the stylistic, technical and physicochemical analysis of the motifs, as they appear in a rich corpus of sixty-eight monuments that date in the Hellenistic and early Roman period. The tombs, located in the area between Makrygialos Pieria in the SW and the outskirts of Drama in the NE, are dated in the last quarter of the 4th and the beginning of the 3rd c. BC. The thesis is organised in three parts. The first part provides the documentation of the motifs, usually perceived as secondary elements despite their common presence in the tombs’ decoration. This part marks their occurrence in the monuments, along with observations on their design, the chromatic combinations and the pigments employed. More than ...
Τhe objective of the present thesis was a thorough archaeological and archaeometrical research concerning the architectural, geometric and vegetal motifs that decorate the funerary monuments of ancient Macedonia. An integral approach has been applied, combining detailed documentation with the stylistic, technical and physicochemical analysis of the motifs, as they appear in a rich corpus of sixty-eight monuments that date in the Hellenistic and early Roman period. The tombs, located in the area between Makrygialos Pieria in the SW and the outskirts of Drama in the NE, are dated in the last quarter of the 4th and the beginning of the 3rd c. BC. The thesis is organised in three parts. The first part provides the documentation of the motifs, usually perceived as secondary elements despite their common presence in the tombs’ decoration. This part marks their occurrence in the monuments, along with observations on their design, the chromatic combinations and the pigments employed. More than 270 motifs varying from simple palmettes and wave patterns to ornate scroll ornaments and complicate meanders, have been thoroughly archived, described and compared with themes of other wall paintings but also of mosaics and pottery decoration. These reoccur in the funerary decor in Macedonia, Magna Grecia, Thrace, Egypt and elsewhere. Extended commentaries on their origin and symbolism or the transformation from real objects or architectural elements into painted motifs are also part of this research. The motifs provide information concerning the artistic and technical progress in this area and suggest reciprocal influences in the ancient world. The second part concerns the archaeometrical study of the painting materials used, aimed at identifying the inorganic (μ-XRF, PLM, SEM-EDS, XRD), and organic (GC/MS, FTIR Py-GC/MS) components of the wall paintings. More than 100 fragments have been collected and examined and more than 200 samples from twenty tombs have been analysed by means of photographical and physicochemical methods, both in situ and in the laboratory. The methodology and the results obtained during this study are presented systematically and in detail. In summary, the mortars used were mostly lime based mortars, varying in inert ingredients and granulometry according to their position and function. As for the pigments used, the most commonly identified materials are red and yellow ochre, calcite, cinnabar and Egyptian blue, while realgar, orpiment and green earth were also used, but sparingly. These results are consistent with previous technological studies of Macedonian paintings and reveal the great variety of hues and raw materials that comprise the ancient painter’s palette. Regarding the organic binders, the detection and identification of proteinaceous and saccharide materials in the paint and/or preparation layers indicate the use of a secco painting technique. The third part consists of an illustrated catalogue of the painted tombs of Macedonia, according to their architectural structure, which comprises the excavation data, the description of the painted decoration on the walls surface and on the funerary pieces of furniture as well as information on the architecture and the painting materials. The different ornamental motifs and types of moulding on which they are painted, are presented in an illustrated glossary of terms.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Ce travail de thèse a pour objectif d’étudier l’emploi des motifs géométriques, végétaux ou empruntés à l’architecture, dans le décor peint des monuments funéraires de Macédoine antique. Il s’agit d’une approche intégrale qui est effectuée à travers la documentation et l’analyse stylistique, technique et physico-chimique des motifs tels qu’ils apparaissent dans un riche corpus de soixante-huit monuments datés de l’époque hellénistique et le début de l’époque romaine. La région dans laquelle sont situés les monuments en question commence de la ville de Makrygialos Pieria à l’ouest et s’étend jusqu’à la ville moderne de Drama à l’est, couvrant ainsi une grande partie du territoire de la Macédoine antique.
La thèse est organisée en trois parties. La première partie présente la documentation des motifs rencontrés, leur occurrence dans les monuments avec des observations sur le rendu, les combinaisons chromatiques et les pigments employés. Plus de 270 motifs, variant de palmettes simples ...
Ce travail de thèse a pour objectif d’étudier l’emploi des motifs géométriques, végétaux ou empruntés à l’architecture, dans le décor peint des monuments funéraires de Macédoine antique. Il s’agit d’une approche intégrale qui est effectuée à travers la documentation et l’analyse stylistique, technique et physico-chimique des motifs tels qu’ils apparaissent dans un riche corpus de soixante-huit monuments datés de l’époque hellénistique et le début de l’époque romaine. La région dans laquelle sont situés les monuments en question commence de la ville de Makrygialos Pieria à l’ouest et s’étend jusqu’à la ville moderne de Drama à l’est, couvrant ainsi une grande partie du territoire de la Macédoine antique.
La thèse est organisée en trois parties. La première partie présente la documentation des motifs rencontrés, leur occurrence dans les monuments avec des observations sur le rendu, les combinaisons chromatiques et les pigments employés. Plus de 270 motifs, variant de palmettes simples ou des postes à des rinceaux complexes et des méandres ont été catalogués, décrits et comparés à de thèmes qui apparaissent dans la peinture murale mais aussi à des différentes formes d'expression artistique de l’antiquité, principalement la mosaïque et la céramique. Je considère encore la récurrence des motifs dans le décor funéraire en Macédoine, Italie du sud, Thrace, Egypte et ailleurs. En plus, certains thèmes sont accompagnés par de commentaires sur leur transposition de la réalité ou de l’architecture dans la peinture, et le cas échéant, je présente les théories proposées et je pose certaines hypothèses concernant l’origine ou la valeur symbolique qui peut être attribuée à des motifs. Les informations recueillies à partir de l’étude des motifs concernent le progrès artistique et technique dans cette région et dénotent des influences réciproques dans le monde antique.
La deuxième partie concerne l’étude archéométrique des matériaux picturaux employés, visant à identifier les composants inorganiques (μ-XRF, PLM, MEB-EDS, DRX) et organiques (GC/MS, FTIR, Py-GC/MS). Plus de 100 fragments ont été recueillis et examinés et plus de 200 prélèvements ponctuels effectués sur le décor de vingt tombes ont été analysés par moyen de méthodes photographiques et physicochimiques, tant sur place (“in situ”) qu’au laboratoire. La présentation de la méthodologie et les résultats obtenus au cours de cette étude se fait de façon analytique et systématique. En sommaire, les mortiers utilisés pour les couches préparatoires de la peinture sont généralement à base de chaux, variant en agrégats et granulométrie selon leur position et leur fonction. Concernant les pigments, les matériaux le plus fréquemment identifiées étaient les ocres rouges et jaunes, la calcite, le cinabre et le bleu Egyptien, tandis que le réalgar, l’orpiment et les terres vertes à base de céladonite étaient aussi employés mais plus rarement. Les résultats étaient globalement en accord avec des études technologiques précédentes sur les peintures murales de la Macédoine et révèlent la variété des nuances et des matières primaires qui comprennent la palette du peintre. Par rapport à des liants organiques, la détection et identification des matériaux protéiques et polysaccharidiques dans les couches picturales et/ou préparatoires indique l’application picturale de la détrempe et pas la fresque.
La troisième partie présente un catalogue illustré des tombes peintes de Macédoine classé selon leur type architectural, comprenant les données de fouille, la description du décor peint des surfaces pariétales et de l’aménagement intérieur et des informations concernant l’architecture et les matériaux picturaux. Les différents types de motifs ornementaux rencontrés et les types de moulures sur lesquelles ils sont réalisés sont présentés dans un lexique illustré.
περισσότερα