Περίληψη
1. Στόχοι της διατριβής. Η επιλογή του θέματος σχετίζεται άμεσα με διερευνήσεις πάνω σε ζητήματα της θεωρίας των μορφών, καθώς και με προβληματισμούς για το πως και το γιατί της μορφολογικής έκφρασης των εκάστοτε εποχών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Βάση της διατριβής αποτελεί η θεωρία του Ελβετού ιστορικού τέχνης Heinrich Wölfflin, όπως αυτή διατυπώθηκε στο βιβλίο του “Kunstgeschichtliche Grundbegriffe. Das Problem der Stilentwicklung in der neueren Kunst”, το οποίο πρωτοεκδόθηκε το 1915. Μελετώντας την πορεία των τεχνών από την περίοδο της Αναγέννησης προς την εποχή του Μπαρόκ, ο Wölfflin οδηγήθηκε στην διατύπωση πέντε αντιθετικών ζευγών – εννοιών, οι οποίες αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο ο παρατηρητής του έργου τέχνης είναι δυνατόν να κατανοήσει την λειτουργία των μορφικών χαρακτηριστικών του καλλιτεχνήματος. Το θεωρητικό αυτό σύστημα (το οποίο αποτελείται από τα ζεύγη «γραμμικό-ζωγραφικό», «επιφάνεια-βάθος», «κλειστή-ανοικτή μορφή», «πολλαπλότητα-ενότητα», «απόλυτη σαφήνεια ...
1. Στόχοι της διατριβής. Η επιλογή του θέματος σχετίζεται άμεσα με διερευνήσεις πάνω σε ζητήματα της θεωρίας των μορφών, καθώς και με προβληματισμούς για το πως και το γιατί της μορφολογικής έκφρασης των εκάστοτε εποχών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Βάση της διατριβής αποτελεί η θεωρία του Ελβετού ιστορικού τέχνης Heinrich Wölfflin, όπως αυτή διατυπώθηκε στο βιβλίο του “Kunstgeschichtliche Grundbegriffe. Das Problem der Stilentwicklung in der neueren Kunst”, το οποίο πρωτοεκδόθηκε το 1915. Μελετώντας την πορεία των τεχνών από την περίοδο της Αναγέννησης προς την εποχή του Μπαρόκ, ο Wölfflin οδηγήθηκε στην διατύπωση πέντε αντιθετικών ζευγών – εννοιών, οι οποίες αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο ο παρατηρητής του έργου τέχνης είναι δυνατόν να κατανοήσει την λειτουργία των μορφικών χαρακτηριστικών του καλλιτεχνήματος. Το θεωρητικό αυτό σύστημα (το οποίο αποτελείται από τα ζεύγη «γραμμικό-ζωγραφικό», «επιφάνεια-βάθος», «κλειστή-ανοικτή μορφή», «πολλαπλότητα-ενότητα», «απόλυτη σαφήνεια -σχετική σαφήνεια») βρήκε εφαρμογή κυρίως στη ζωγραφική και λιγότερο στην αρχιτεκτονική ή την γλυπτική, ασχέτως αν ο εισηγητής της επιθυμούσε την καθολική εφαρμογή της σε όλες τις τέχνες.Οι βασικοί στόχοι που καθόρισαν την πορεία της έρευνας ήταν: α. η επανεξέταση της θεωρίας ως προς την εφαρμογή της στην τέχνη της αρχιτεκτονικής. β. η επαλήθευση της θεωρίας διαχρονικώς. γ. η αποκατάσταση της ορθότητας της θεωρίας. δ. η πληρέστερη κατανόηση και ερμηνεία των σημερινών φαινομένων. ε. ο εμπλουτισμός της θεωρίας με την πιθανή προσθήκη νέων ζευγών εννοιών.2. Δομή της διατριβής. Το πρώτο μέρος, με τίτλο: «Ανάλυση των βασικών εννοιών. Αισθητική θεώρηση των φαινομένων», αποτελεί το εισαγωγικό μέρος της έρευνας, στο οποίο επιχειρείται η ανάλυση, αφενός των θεμελιωδών εννοιών, πάνω στις οποίες βασίζεται η διατριβή, και αφετέρου των παραγόντων, που οδηγούν στην δημιουργία των φαινομένων ύφους, μέσω της κοινωνιολογικής μελέτης και της αισθητικής θεώρησης των εξεταζόμενων μέγα-εποχών (αρχαίοι χρόνοι, μέση περίοδος, σύγχρονη εποχή).Το δεύτερο μέρος, με τίτλο: «Συγκριτική θεώρηση των στυλιστικών κατηγοριών», αποτελεί το καθεαυτό κομμάτι της έρευνας, και επικεντρώνεται στην εκτενή ανάλυση της θεωρίας των αντιθετικών ζευγών, και την διερεύνηση της εφαρμογής της στην τέχνη της αρχιτεκτονικής διαχρονικώς. Για κάθε στυλιστική κατηγορία επιχειρείται αρχικώς μια συγκριτική θεώρηση των εκάστοτε αντιθετικών εννοιών, μέσω της εξέτασης των γενικών χαρακτηριστικών τους. Ακολούθως, εξετάζονται οι παράγοντες εκείνοι, μέσω των οποίων αναδεικνύονται, ειδικότερα στην τέχνη της αρχιτεκτονικής, άλλοτε τα κλασικά, και άλλοτε τα μετακλασικά φαινόμενα ύφους. Τέλος, βάσει των παραπάνω παραδοχών, οι στυλιστικές κατηγορίες εφαρμόζονται στις, υπό εξέταση, μεγα-περιόδους, μέσω επεξηγηματικών σχημάτων και φωτογραφικών παραδειγμάτων.Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, με τίτλο: «Συμπεράσματα», παρουσιάζονται τα πορίσματα και η πρόταση της έρευνας. Προτείνεται ένα νέο ζεύγος εννοιών, αυτό του «εμφανούς - αφανούς», το οποίο, όμως, δεν αποτελεί μία νέα στυλιστική κατηγορία, αλλά αφορά τον βαθμό ανάδειξης του περιεχομένου του έργου τέχνης, και –κατ’ επέκταση– του αρχιτεκτονήματος. Χρησιμοποιείται η προηγηθείσα διερεύνηση της λειτουργίας των μορφικών χαρακτηριστικών, ώστε να εξεταστεί η επίδρασή τους στην έκφραση του αμέσως ή εμμέσως ορατού της πρόθεσης του δημιουργού και του νοήματος του έργου του. Η ενότητα των συμπερασμάτων κλείνει με την προσπάθεια εφαρμογής του προτεινόμενου διπόλου στην αρχιτεκτονική σε κάθε μία από τις εξεταζόμενες μεγα-περιόδους, και με μία γενικότερη αναφορά στις έννοιες της συνέπειας και της ηθικής, που οφείλουν να χαρακτηρίζουν τον σχεδιασμό, ανεξαρτήτως της οποιασδήποτε θεώρησης, είτε κλασικής, είτε μετακλασικής.Τέλος, στο Παράρτημα που ακολουθεί, επιχειρείται μία εργαστηριακή τεκμηρίωση της ιστορικής εξέλιξης, μέσω σύγχρονων τεχνικών και μεθόδων απεικόνισης. Με την βοήθεια της τρισδιάτατης μοντελοποίησης και της επεξεργασίας εικόνας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή (χρήση φίλτρων), εξετάζεται ο βαθμός επαλήθευσης της θεωρίας, κυρίως σε ό,τι αφορά τις στυλιστικές κατηγορίες - δίπολα «γραμμικό - ζωγραφικό» και «επιφάνεια - βάθος».
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
1. The objectives of the dissertation. The choice of the particular subject relates to the research regarding the theory of forms, and the concerns about the grounds of morphological expression in the main eras of the history of art. The dissertation is based on the theory of the Swiss art historian Heinrich Wölfflin, which was presented in 1915 in his book Kunstgeschichtliche Grundbegriffe. Das Problem der Stilentwicklung in der neueren Kunst. Through an intensive study of the shift of the arts between the periods of Renaissance and Baroque, Wölfflin formulated five pairs of opposed precepts, which help the observer to understand the functions of the formal properties of the artwork. This theoretical system (which is constituted by the pairs "linear vs. painterly", "plane vs. recession", "closed form vs. open form", "multiplicity vs. unity", "absolute clarity vs. relative clarity") has been applied mainly to the art of painting, rather to the arts of architecture and sculpture, even ...
1. The objectives of the dissertation. The choice of the particular subject relates to the research regarding the theory of forms, and the concerns about the grounds of morphological expression in the main eras of the history of art. The dissertation is based on the theory of the Swiss art historian Heinrich Wölfflin, which was presented in 1915 in his book Kunstgeschichtliche Grundbegriffe. Das Problem der Stilentwicklung in der neueren Kunst. Through an intensive study of the shift of the arts between the periods of Renaissance and Baroque, Wölfflin formulated five pairs of opposed precepts, which help the observer to understand the functions of the formal properties of the artwork. This theoretical system (which is constituted by the pairs "linear vs. painterly", "plane vs. recession", "closed form vs. open form", "multiplicity vs. unity", "absolute clarity vs. relative clarity") has been applied mainly to the art of painting, rather to the arts of architecture and sculpture, even though Wölfflin claimed, that his theory concerned all the forms of fine arts.The main aims, which determined the procession of the research were: a. the reconsideration of the theory according its application to the art of architecture. b. the over time verification of the theory. c. the reinstatement of the correctness of the theory. d. the comprehension and interpretation of the contemporary phaenomena. e. the enrichment of the theory through the potential addition of new pairs of contrary concepts.2. The structure of the dissertation. The first part, entitled: "Analysis of the basic terms. An Aesthetic Approach of the phaenomena", constitutes the introduction of the research, focusing on the fundamental terms, on which the dissertation is based. It also attempts to analyze the factors, which determine the stylistic phaenomena, concentrating on the study of the sociological and aesthetical approaches of the examined mega-periods (ancient times, middle ages, modern age).The second part, entitled: "Comparative approach of the stylistic categories", focuses on the comprehensive analysis of the Wölfflin theory and the research concerning its over time application to architecture. Each stylistic category is initially considered through the comparative approach of the general properties of the particular contrary concepts. Subsequently, there is an attempt to examine the factors, which designate the classical and the postclassical stylistic phaenomena respectively, especially concerning the art of architecture. Following these aforementioned concessions, the stylistic categories are finally applied to the examined mega-periods, supported by the use of explanatory figures and illustrated examples.The final part is about the "Conclusions" of the survey, in which the findings, as well as the proposal of the dissertation are presented. The proposed new pair of concepts, the "evident - indiscernible", is not about a new stylistic category; it concerns the degree of the emergence of the content of the artwork, and –by extension– the content of the architectural work. The previous research about the function of the formal properties is being used, in order to examine their impact to the creator’s intension to express the directly or indirectly visible, as well as the meaning of his work. Finally, there is an attempt to apply the proposed dipole to the architecture of the examined mega-periods. This part ends, with a reference to the notions of consistency and morality, which –according to the author– should characterize the design procedure, no matter if the approach is either classical or postclassical.At the Appendix, there is an attempt to prove the over time verification of the theory, through the use of advanced techniques of image processing, concerning mainly as the stylistic categories "linear vs. painterly" and "plane vs. recession".
περισσότερα