Περίληψη
Η διαταραχή της παραγωγής των αντιποκινών σε παχύσαρκες γυναίκες φαίνεται να εμπλέκεται στην παθογένεια του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών. Η παρούσα μελέτη σχεδιάστηκε με σκοπό: 1) τον προσδιορισμό των επιπέδων της λεπτίνης, της αντιπονεκτίνης, της ρεζιστίνης και της βισφατίνης σε υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες με PCOS και σε μάρτυρες, 2) την εκτίμηση ενδεχόμενης συσχέτισης των συγκεντρώσεων των παραπάνω αντιποκινών με την υπερανδρογοναιμία, την αντίσταση στην ινσουλίνη και την παχυσαρκία, και 3) την επίδραση της απώλειας βάρους στα επίπεδα των παραπάνω αντιποκινών. Προσδιορίσαμε τα επίπεδα της λεπτίνης, της αντιπονεκτίνης, της ρεζιστίνης και της βισφατίνης σε 60 υπέρβαρες και παχύσαρκες ασθενείς με PCOS (BMI 34,9±5,9 kg/m2) και σε 48 γυναίκες της ομάδας ελέγχου με παρόμοιο δείκτη μάζας σώματος (BMI 34,9±6,1 kg/m2). Μετρήθηκαν, ακόμη, οι δείκτες αντίστασης στην ινσουλίνη και η υπερανδρογοναιμία. Όλες οι μετρήσεις επαναλήφθηκαν ύστερα από 24 εβδομάδες, αφού τα άτομα τέθηκαν σε α ...
Η διαταραχή της παραγωγής των αντιποκινών σε παχύσαρκες γυναίκες φαίνεται να εμπλέκεται στην παθογένεια του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών. Η παρούσα μελέτη σχεδιάστηκε με σκοπό: 1) τον προσδιορισμό των επιπέδων της λεπτίνης, της αντιπονεκτίνης, της ρεζιστίνης και της βισφατίνης σε υπέρβαρες και παχύσαρκες γυναίκες με PCOS και σε μάρτυρες, 2) την εκτίμηση ενδεχόμενης συσχέτισης των συγκεντρώσεων των παραπάνω αντιποκινών με την υπερανδρογοναιμία, την αντίσταση στην ινσουλίνη και την παχυσαρκία, και 3) την επίδραση της απώλειας βάρους στα επίπεδα των παραπάνω αντιποκινών. Προσδιορίσαμε τα επίπεδα της λεπτίνης, της αντιπονεκτίνης, της ρεζιστίνης και της βισφατίνης σε 60 υπέρβαρες και παχύσαρκες ασθενείς με PCOS (BMI 34,9±5,9 kg/m2) και σε 48 γυναίκες της ομάδας ελέγχου με παρόμοιο δείκτη μάζας σώματος (BMI 34,9±6,1 kg/m2). Μετρήθηκαν, ακόμη, οι δείκτες αντίστασης στην ινσουλίνη και η υπερανδρογοναιμία. Όλες οι μετρήσεις επαναλήφθηκαν ύστερα από 24 εβδομάδες, αφού τα άτομα τέθηκαν σε αγωγή με ολιγοθερμιδική δίαιτα, άσκηση και χορήγηση ορλιστάτης, σε δόση 120 mg τρεις φορές την ημέρα. Κατά την έναρξη της μελέτης, οι συγκεντρώσεις της βισφατίνης ήταν υψηλότερες στις γυναίκες με PCOS (p=0,036), ενώ τα επίπεδα της λεπτίνης, της αντιπονεκτίνης και της ρεζιστίνης, δε διέφεραν στις γυναίκες των δύο ομάδων. Στις 24 εβδομάδες, παρατηρήθηκε σημαντική ελάττωση του BMI και της μικρότερης περιμέτρου της μέσης στις γυναίκες και των δύο ομάδων (p<0,001 και στις δύο συγκρίσεις), που ήταν παρόμοια στις ασθενείς με PCOS και στις γυναίκες της ομάδας ελέγχου. Τα επίπεδα των ανδρογόνων ελαττώθηκαν στις ασθενείς με PCOS και η ελάττωση αυτή ήταν σημαντικότερη από εκείνη των γυναικών της ομάδας ελέγχου (p<0,001). Στις γυναίκες των δύο ομάδων παρατηρήθηκε σημαντική και παρόμοια βελτίωση των δεικτών αντίστασης στην ινσουλίνη. Τα επίπεδα της λεπτίνης ορού ελαττώθηκαν σημαντικά και στις ασθενείς με PCOS και στις γυναίκες της ομάδας ελέγχου (p<0,001 έναντι των βασικών τιμών στις γυναίκες και των δύο ομάδων) και η μείωση δε διέφερε μεταξύ των γυναικών των δύο ομάδων. Οι τιμές της αντιπονεκτίνης και της ρεζιστίνης ορού δε μεταβλήθηκαν στις γυναίκες των δύο ομάδων. Οι συγκεντρώσεις της βισφατίνης ελαττώθηκαν, μολονότι όχι σε σημαντικό βαθμό, στις ασθενείς με PCOS και παρέμειναν σταθερές στις γυναίκες της ομάδας ελέγχου. Οι μεταβολές στις συγκεντρώσεις της βισφατίνης ορού διέφεραν σημαντικά ανάμεσα στις ασθενείς με PCOS και στις γυναίκες της ομάδας ελέγχου (p=0,023). Στις γυναίκες με PCOS, κατά την ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης κατά βήματα, τα επίπεδα της λεπτίνης παρουσίαζαν ανεξάρτητη συσχέτιση με τις τιμές του BMI και με το μέσο αριθμό των ωοθυλακίων στις ωοθήκες (p<0,001 και p=0,016 ,αντίστοιχα). Τα επίπεδα της αντιπονεκτίνης ορού παρουσίαζαν θετική συσχέτιση με τις τιμές της σφαιρίνης που δεσμεύει τις ορμόνες του φύλου (r=0,259, p=0,046). Τα επίπεδα της ρεζιστίνης ορού εμφάνιζαν ανεξάρτητη θετική συσχέτιση με τις τιμές της βισφατίνης ορού (p=0,028). Τέλος, οι συγκεντρώσεις της βισφατίνης ορού είχαν ανεξάρτητη συσχέτιση με τις τιμές του BMI (p=0,012). Συμπερασματικά, η λεπτίνη, η αντιπονεκτίνη και η ρεζιστίνη δε φαίνεται να παίζουν σημαντικό παθογενετικό ρόλο στις υπέρβαρες και παχύσαρκες ασθενείς με PCOS. Αντίθετα, η βισφατίνη διαδραματίζει, ενδεχομένως, σημαντικό μεσολαβητή των ορμονικών διαταραχών σε αυτές τις ασθενείς, ιδιαίτερα στην υπερανδρογοναιμία, ρόλος που τροποποιείται με την απώλεια βάρους.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Background: The deregulated production of adipokines in obese subjects appears to be implicated in the pathogenesis of the polycystic ovary syndrome. Methods: We determined serum leptin, adiponectin, resistin and visfatin levels in 60 overweight/obese women with PCOS [mean body mass index (BMI) 34.9±5.9 kg/m2] and 48 BMI-matched female volunteers. Markers of insulin resistance and hyperandrogenemia were also evaluated. All measurements were repeated after a 24-week period during which subjects followed an energy-restricted diet and were given orlistat 120 mg tid. Results: At baseline, serum visfatin concentration was higher in patients with PCOS (p = 0.036), whereas serum levels of leptin, adiponectin and resistin did not differ between patients with PCOS and controls. At 24 weeks, a reduction in BMI and waist circumference was observed in both groups (p < 0.001 vs. baseline in both groups) and was comparable in patients with PCOS and controls. Markers of hyperandrogenemia decreased mo ...
Background: The deregulated production of adipokines in obese subjects appears to be implicated in the pathogenesis of the polycystic ovary syndrome. Methods: We determined serum leptin, adiponectin, resistin and visfatin levels in 60 overweight/obese women with PCOS [mean body mass index (BMI) 34.9±5.9 kg/m2] and 48 BMI-matched female volunteers. Markers of insulin resistance and hyperandrogenemia were also evaluated. All measurements were repeated after a 24-week period during which subjects followed an energy-restricted diet and were given orlistat 120 mg tid. Results: At baseline, serum visfatin concentration was higher in patients with PCOS (p = 0.036), whereas serum levels of leptin, adiponectin and resistin did not differ between patients with PCOS and controls. At 24 weeks, a reduction in BMI and waist circumference was observed in both groups (p < 0.001 vs. baseline in both groups) and was comparable in patients with PCOS and controls. Markers of hyperandrogenemia decreased more in patients with PCOS than in controls (p < 0.001). Both groups showed significant and comparable improvements in markers of insulin resistance. Serum leptin levels decreased in both patients with PCOS and controls (p < 0.001 vs. baseline in both groups) and the reduction did not differ between groups. Serum adiponectin and resistin levels did not change in either group. Serum visfatin levels declined, albeit not significantly, in patients with PCOS and remained stable in controls; the change in serum visfatin levels differed significantly between patients with PCOS and controls (p = 0.023). In women with PCOS, in multivariate analysis, serum leptin levels were independently correlated with ΒΜΙ and mean number of ovarian follicles (p < 0.001 and p = 0.016, respectively). Serum adiponectin levels correlated with serum sex hormone-binding globulin levels (r = 0.259, p = 0.046). Serum resistin levels were independently correlated with serum visfatin levels (p = 0.028). Serum visfatin levels were independently correlated with BMI (p = 0.012). Conclusions: Leptin, adiponectin and resistin do not appear to play major pathogenetic roles in obese patients with PCOS while visfatin emerges as a potentially important mediator of the hormonal disturbances of these patients (particularly hyperandrogenemia) that could be modified by weight loss.
περισσότερα