Περίληψη
Αντικείμενο της παρούσας Διδακτορικής Διατριβής είναι η μελέτη των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ Μετάφρασης και Τέχνης και –κυρίως– η παρουσίαση της καλλιτεχνικής δημιουργίας εν γένει και του έργου τέχνης ως μεταφραστικής πράξης και μεταφράσματος αντιστοίχως. Το επίκεντρο δεν τίθεται στη θέαση του μεταφράζειν ως δραστηριότητας φέρουσας στοιχεία καλλιτεχνικότητας, αλλά στη θέαση του έργου τέχνης ως πολλαχώς νοούμενου μεταφράσματος. Με αφετηρία το δοκίμιο του Roman Jakobson On Linguistic Aspects of Translation (Jakobson, 1959), καθώς και μέσα από τη μελέτη του έργου μεταγενέστερων σημειολόγων (βλ. Paolo Fabbri, Susan Petrilli, Umberto Eco, Γιάννης Λαζαράτος, Yuri Lotman, Peeter Torop κ.ά.), εξετάζεται το περιεχόμενο των όρων διασημειωτική μετάφραση και ενδογλωσσική μετάφραση, προτείνεται τεκμηριωμένη διεύρυνση του πλαισίου αναφοράς τους, αναζητείται η θέση της Τέχνης εντός του διευρυμένου αυτού πλαισίου και εν τέλει ερευνάται ο βαθμός μεταφορικότητας των όρων μετάφραση, διασημειωτική ...
Αντικείμενο της παρούσας Διδακτορικής Διατριβής είναι η μελέτη των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ Μετάφρασης και Τέχνης και –κυρίως– η παρουσίαση της καλλιτεχνικής δημιουργίας εν γένει και του έργου τέχνης ως μεταφραστικής πράξης και μεταφράσματος αντιστοίχως. Το επίκεντρο δεν τίθεται στη θέαση του μεταφράζειν ως δραστηριότητας φέρουσας στοιχεία καλλιτεχνικότητας, αλλά στη θέαση του έργου τέχνης ως πολλαχώς νοούμενου μεταφράσματος. Με αφετηρία το δοκίμιο του Roman Jakobson On Linguistic Aspects of Translation (Jakobson, 1959), καθώς και μέσα από τη μελέτη του έργου μεταγενέστερων σημειολόγων (βλ. Paolo Fabbri, Susan Petrilli, Umberto Eco, Γιάννης Λαζαράτος, Yuri Lotman, Peeter Torop κ.ά.), εξετάζεται το περιεχόμενο των όρων διασημειωτική μετάφραση και ενδογλωσσική μετάφραση, προτείνεται τεκμηριωμένη διεύρυνση του πλαισίου αναφοράς τους, αναζητείται η θέση της Τέχνης εντός του διευρυμένου αυτού πλαισίου και εν τέλει ερευνάται ο βαθμός μεταφορικότητας των όρων μετάφραση, διασημειωτική μετάφραση και ενδογλωσσική μετάφραση (Ενότητα Α, Κεφάλαια 1-4). Στο δεύτερο μέρος της εργασίας μελετώνται γλωσσολογικές, φιλοσοφικές και γλωσσοφιλοσοφικές απόψεις περί γλώσσας και σκέψης, βάσει των οποίων οι λέξεις έπονται της σκέψης, η γλώσσα αποτελεί ένα «ένδυμα» (βλ. Ludwig Wittgenstein) που «αποκρύπτει» ή, τουλάχιστον, «περιορίζει» τη σκέψη (βλ. Ταλεϋράνδος, George Steiner κ.ά.) και η ονοματοδοσία συνιστά αυθαίρετη πράξη (βλ. Πλάτων). Στόχος είναι να ερευνηθεί τι υπάρχει πριν από τις λέξεις, πριν από τον λόγο: ποια είναι η («)γλώσσα αφετηρίας(»). Οι απαρχές της αναζητούνται, μεταξύ άλλων, στο μεταίχμιο μεταξύ της «καθαρής γλώσσας» του Walter Benjamin, της «αδαμιαίας γλώσσας» του Günther Eich και της «νοησιακής γλώσσας» του Steve Pinker, ενώ παράλληλα πραγματοποιείται απόπειρα ορισμού της ως (μη ρηματικού) σημειωτικού συστήματος (Ενότητα Β, Κεφάλαια 5-8).Οι αρχικοί ερευνητικοί στόχοι της διατριβής είναι, συνεπώς, η επιστημονικώς τεκμηριωμένη διεύρυνση του εννοιολογικού περιεχομένου των όρων μετάφραση, διασημειωτική μετάφραση και ενδογλωσσική μετάφραση, η απόδοση στο «σημειωτικό σύστημα» της σκέψης –της προγλωσσικής έκφρασης– του καθεστώτος του μη ρηματικού σημειωτικού συστήματος, καθώς και η θέαση της μετάβασης από το προγλωσσικό στο γλωσσικό στάδιο ως διαδικασίας διασημειωτικής και (ευθείας ή/και αντίστροφης) ενδογλωσσικής μετάφρασης. Στο τρίτο μέρος, ως εναλλακτική «‘γλώσσα’ αφίξεως» (ή και «αφετηρίας») προτείνεται η Τέχνη. Κατόπιν μιας σύντομης ιστορικής αναδρομής στην έννοια της τέχνης από την αρχαιότητα έως σήμερα, η τέχνη θεωρείται ως μορφή, ως σύμβολο, ως «συμβάν αλήθειας», ως τέχνη και επιστήμη, ως μίμηση, ως φορέας νοήματος και, προ παντός, ως σημειωτικό σύστημα. Ερευνάται η σχέση της με το ωραίο, τη θρησκεία, τη φαντασία, τη γνώση και το χάρισμα, την πολιτική, τη φιλοσοφία, το ένστικτο, το συνειδητό και το ασυνείδητο, την ύπαρξη και τη Δημιουργία, τη μνήμη, την επιδίωξη συγκεκριμένου σκοπού, τον δημιουργό και τον αποδέκτη, ενώ, τέλος, μελετώνται θεωρίες περί τέχνης per se, περί «τέλους» της τέχνης, καθώς και περί της παρουσίασης του έργου τέχνης ως αποτελέσματος «ονοματοδοσίας» (Ενότητα Γ, Κεφάλαια 9-11).Στο τέταρτο μέρος της Διατριβής, προς επίρρωση και απόδειξη όλων των παραπάνω, εξετάζονται και παρουσιάζονται ως μεταφράσματα οι ακόλουθες μορφές τέχνης, στις οποίες ο λόγος δεν αποτελεί το βασικό εργαλείο: α) σωματικό θέατρο, β) χορός, γ) μουσική, δ) ζωγραφική – φωτογραφία – animation. Η επιλογή των μορφών και των έργων τέχνης που μελετώνται πραγματοποιήθηκε βάσει προσωπικών και αισθητικών κριτηρίων, σύμφωνα με τα οποία τα ανωτέρω κρίθηκαν προσφορότερα για την εξέταση του θέματος που πραγματεύεται η παρούσα εργασία. Άλλωστε, πρόκειται για ένα πεδίο μελέτης ευρύτατο και ανεξάντλητο στον παραδειγματικό τομέα. Συνεπώς, είναι αδύνατον να μιλούν όλοι για τα πάντα. Η πρώτη μορφή τέχνης που εξετάζεται είναι το σωματικό θέατρο (physical theatre / Körpertheater). Πρόκειται για τη μορφή τέχνης εκείνη, η «γλώσσα» της οποίας δεν βασίζεται σε λέξεις και ως βασικό εργαλείο της οποίας χρησιμοποιείται το «καθολικό» σώμα. Ως παράδειγμα παράστασης σωματικού θεάτρου, αλλά και ως πολλαχώς νοούμενο μετάφρασμα, εξετάζεται, παρουσιάζεται και προτείνεται η μεταφορά του διηγήματος του Φραντς Κάφκα Αναφορά σε μια Ακαδημία [Bericht für eine Akademie, 1917] στη σκηνή το 2016, σε σκηνοθεσία Ελένης Παργινού. Με τον ίδιον τρόπο εξετάζεται και ένα άλλο έργο της ίδιας σκηνοθέτιδος, ο Woyzeck του Georg Büchner (Ενότητα Δ, Κεφάλαια 12-15). Η δεύτερη μορφή τέχνης που ερευνάται είναι ο χορός, με έμφαση στο αργεντίνικο τάνγκο. Οι λειτουργίες που επιτελεί το σώμα σε αυτή την τέχνη είναι παρόμοιες με εκείνες που έχουν ήδη αναδειχθεί στα κεφάλαια περί σωματικού θεάτρου, γι’ αυτό και στην ενότητα του χορού το επίκεντρο τίθεται στο κοινωνιολογικό πλαίσιο και στη σημειολογία της τέχνης του χορού γενικότερα και της φιλοσοφίας και της πρακτικής του αργεντίνικου τάνγκο ειδικότερα (Ενότητα Δ, Κεφάλαια 16-17). Στα επόμενα κεφάλαια εξετάζεται η τέχνη της μουσικής. Αφού αναδεικνύεται ως «παγκόσμια γλώσσα της ανθρωπότητας» (Henry Wadsworth Longfellow), η καθολικότητα της οποίας δεν έγκειται μόνο στη χρήση κοινών συμβόλων, επισημαίνεται η κοινή της προέλευση με τη γλώσσα (Levman, 1992: 147), καθώς και η θέαση και λειτουργία της ως σημειωτικού συστήματος. Ως παραδείγματα μουσικών έργων που παρουσιάζονται ως μεταφράσματα αξιοποιούνται λειτουργίες του Johann Sebastian Bach (Mass in B minor, Magnificat), η αυτοσχεδιαστική «ελεύθερη» τζαζ και ένα έργο σύγχρονου συνθέτη για μπάντα. Τέλος, αναζητούνται ενδεχόμενες κοινές καταβολές μεταξύ του αργεντίνικου τάνγκο και του ρεμπέτικου, τόσο σε επίπεδο μουσικής όσο και σε επίπεδο χορού (Ενότητα Δ, Κεφάλαια 17-23). Οι τελευταίες μορφές τέχνης που τινί τρόπο εξετάζονται μαζί, λόγω της στενότερης συγγένειάς που τις συνδέει, είναι η ζωγραφική, η φωτογραφία και το animation. Όσον αφορά τη ζωγραφική, εξετάζεται ο πίνακας του Piet Mondrian Broadway Boogie Woogie (1942-43), εμπνευσμένος από τη δωδεκάμετρη μουσική φόρμα μπλουζ boogie-woogie και πηγή έμπνευσης για την ομώνυμη μουσική σύνθεση του Νικολάου-Λαονίκου Ψιμικάκη-Χαλκοκονδύλη (2010). Σε παρόμοιο μήκος κύματος, η φωτογραφία παρουσιάζεται ως καλή τέχνη και ως αφήγηση, με δική της σημειολογία και αισθητική, ενώ, τέλος, η τέχνη του animation, ως φέρουσα στοιχεία δυνάμει από όλες τις καλές τέχνες, παρουσιάζεται ως το αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα Gesamtkunstwerk στη σύγχρονη εποχή (Ενότητα Δ, Κεφάλαια 24-26). Συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η παρούσα εργασία –ως απόδειξη του απώτερου στόχου της– είναι πως η καλλιτεχνική δημιουργία, ανεξαρτήτως καλλιτεχνικού είδους, συνιστά πολλαπλή μεταφραστική πράξη. Συνεπώς, το μη λεκτικό καλλιτέχνημα συνιστά μετάφρασμα, και συγκεκριμένα: α) αποτέλεσμα διασημειωτικής μετάφρασης, β) αποτέλεσμα ευθείας ενδογλωσσικής μετάφρασης (αν θεωρηθεί ότι παρακάμπτεται η φυσική γλώσσα, για να πραγματοποιηθεί εκ νέου επιστροφή στο «ένδον») και γ) απόπειρα αντίστροφης «ενδογλωσσικής» μετάφρασης. Στις περιπτώσεις α) και β), το κύριο πρωτότυπο είναι ό,τι προηγείται της λεκτικής έκφρασης, δηλαδή η αρχική «σκέψη» που βρίσκεται εντός του ατόμου. Και, επειδή ακριβώς (ούτε και) αυτή δεν συνίσταται σε λέξεις, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ένα «πιστότερο» («)μετάφρασμά(») της είναι το μη λεκτικό έργο τέχνης ή, ακριβέστερα, ένα μη λεκτικό ολιστικό έργο τέχνης που λειτουργεί σαν μιας μορφής «συλλογική μετάφραση».
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The subject of this interdisciplinary PhD thesis entitled "Translation and Art: Artistic Creation as a Translation Act" is the study of the relations between Translation and Art, and, above all, the introduction of artistic creation and the artwork as a translation act and a translation product respectively. The focus is not on viewing the translation process as an artistic activity, but, on the contrary, on viewing the work of art as a translation product in many ways. The first research objective of the thesis is the scientifically documented broadening of the semantic content of the terms intersemiotic translation, in particular, and translation, in general, to include the semiotic system of thought as well. On this basis, and building upon it, the ultimate goal is to prove the hypothesis that non-verbal artistic creation, regardless of artistic genre, consists a multiple translation act (intersemiotic and inverse intralingual translation) and that the artwork is a translation produ ...
The subject of this interdisciplinary PhD thesis entitled "Translation and Art: Artistic Creation as a Translation Act" is the study of the relations between Translation and Art, and, above all, the introduction of artistic creation and the artwork as a translation act and a translation product respectively. The focus is not on viewing the translation process as an artistic activity, but, on the contrary, on viewing the work of art as a translation product in many ways. The first research objective of the thesis is the scientifically documented broadening of the semantic content of the terms intersemiotic translation, in particular, and translation, in general, to include the semiotic system of thought as well. On this basis, and building upon it, the ultimate goal is to prove the hypothesis that non-verbal artistic creation, regardless of artistic genre, consists a multiple translation act (intersemiotic and inverse intralingual translation) and that the artwork is a translation product, the main original of which is the thought, the idea, the feeling that lies within the individual. And since thought does not consist of words, it could be argued that its most “faithful” (“)translation(”) is the non-verbal work of art, or, more precisely, a non-verbal holistic work of art that acts as a form of “collective translation”.
περισσότερα