Περίληψη
Οι ασθενείς με θαλασσαιμία εμφανίζουν μια πολυπαραγοντική διαταραχή των οστών με προεξάρχουσα αιτία την υπερπλασία του ερυθρού μυελού που καταλαμβάνει τις μυελικές κοιλότητες και προκαλεί διαταραχή της οστικής μικροαρχιτεκτονικής και εκλεπτυσμό της φλοιώδους μοίρας. Ιστολογικά, αυτοί οι ασθενείς παρουσιάζουν ένα φάσμα από την οστεοπενία στην οστεοπόρωση και είναι επιρρεπείς σε κατάγματα (92), (93). Η αξιολόγηση της οστικής πυκνότητας (BMD) σε ασθενείς με θαλασσαιμία αποκτά μεγαλύτερη σημασία, καθώς οι ασθενείς έχουν μακρότερο προσδόκιμο επιβίωσης.Η μέθοδος DXA και η ποσοτική υπολογιστική τομογραφία (QCT) είναι αποδεκτές μέθοδοι για την αξιολόγηση της BMD. H DXA είναι πιο δημοφιλής και αναφέρεται ως η προτιμώμενη μέθοδος. Λόγω της χαμηλότερης έκθεσης σε ακτινοβολία, της ευκολίας πρόσβασης και της ταχύτητας απόδοσης, αποτελεί τη μέθοδο εκλογής “gold standard” για τη μέτρηση της πυκνότητας των οστών, ειδικά στα παιδιά. Ωστόσο, οι μετρήσεις της DXA είναι δισδιάστατες και δεν παρέχου ...
Οι ασθενείς με θαλασσαιμία εμφανίζουν μια πολυπαραγοντική διαταραχή των οστών με προεξάρχουσα αιτία την υπερπλασία του ερυθρού μυελού που καταλαμβάνει τις μυελικές κοιλότητες και προκαλεί διαταραχή της οστικής μικροαρχιτεκτονικής και εκλεπτυσμό της φλοιώδους μοίρας. Ιστολογικά, αυτοί οι ασθενείς παρουσιάζουν ένα φάσμα από την οστεοπενία στην οστεοπόρωση και είναι επιρρεπείς σε κατάγματα (92), (93). Η αξιολόγηση της οστικής πυκνότητας (BMD) σε ασθενείς με θαλασσαιμία αποκτά μεγαλύτερη σημασία, καθώς οι ασθενείς έχουν μακρότερο προσδόκιμο επιβίωσης.Η μέθοδος DXA και η ποσοτική υπολογιστική τομογραφία (QCT) είναι αποδεκτές μέθοδοι για την αξιολόγηση της BMD. H DXA είναι πιο δημοφιλής και αναφέρεται ως η προτιμώμενη μέθοδος. Λόγω της χαμηλότερης έκθεσης σε ακτινοβολία, της ευκολίας πρόσβασης και της ταχύτητας απόδοσης, αποτελεί τη μέθοδο εκλογής “gold standard” για τη μέτρηση της πυκνότητας των οστών, ειδικά στα παιδιά. Ωστόσο, οι μετρήσεις της DXA είναι δισδιάστατες και δεν παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την αρχιτεκτονική των οστών, ενώ η QCT περιγράφει την BMD ανά μονάδα όγκου του οστού, εκτιμά και τις τρεις διαστάσεις των οστών και παρέχει την δυνατότητα διάκρισης μεταξύ του φλοιώδους και του σπογγώδους μοίρας του οστού. Η QCT επιτρέπει μια σαφή διάκριση μεταξύ των επιδράσεων στο μέγεθος των οστών και στην πυκνότητά του. Η DXA αδυνατεί να απεικονίσει μεταβολές σε τρισδιάστατο επίπεδο, γεγονός που οδηγεί σε υποεκτίμηση της BMD σε οστά μικρότερου μεγέθους.Η μέθοδος QCT γίνεται αποδεκτή ως αξιόπιστη, ακριβής και απλή μέθοδος αξιολόγησης της οστεοπόρωσης. Αν και σε πολλά κέντρα η QCT εξακολουθεί να είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη τεχνική, ειδικά για τις μετεμμηνοπαυσιακές ασθενείς με οστεοπόρωση, οι γνώσεις σχετικά με την ακρίβεια των μεθόδων μέτρησης της οστικής μάζας σε διαφορετικές κλινικές καταστάσεις είναι πολύ περιορισμένες. Το πιο συχνά αναφερόμενο κλινικό γεγονός είναι η λιπώδης μεταστροφή του μυελού των οστών, που οδηγεί σε υποεκτίμηση της ποσότητας της οστικής μάζας σε ηλικιωμένους ασθενείς. Ο προσδιορισμός της BMD σε ασθενείς με θαλασσαιμία εξαρτάται από την τεχνική που χρησιμοποιείται. Υπάρχει διχογνωμία στη βιβλιογραφία σχετικά με την αξία της DXA ή της QCT σε αυτόν τον πληθυσμό ασθενών. Χρησιμοποιώντας τον αριθμό των δοκίδων ως δείκτη της οστεοπόρωσης, φαίνεται ότι η QCT θα μπορούσε να αξιολογήσει την οστική νόσο καλύτερα από την DXA, με δεδομένο ότι η μέθοδος έχει τη δυνατότητα να μετρά χωριστά την πυκνότητα στο σπογγώδες και το φλοιώδες οστό. Ωστόσο, η υπερπλασία του ερυθρού μυελού από την μια και η εναπόθεση σιδήρου στον μυελό των οστών περιπλέκει την εικόνα και συχνά η ΒΜD υπερεκτιμάται. Τα ευρήματα αυτά όμως υποδηλώνουν ότι οι δύο μέθοδοι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά στην αξιολόγηση της BMD σε ασθενείς με θαλασσαιμία. Το ποια από τις δύο αυτές τεχνικές προσδιορίζει με ακρίβεια τη συνολική αντοχή των σπονδύλων, που είναι και το κλινικό ζητούμενο, σε ασθενείς με β-θαλασσαιμία χρήζει διερεύνησης. Προβάλλει λοιπόν η ανάγκη για διενέργεια μελετών που θα εκτιμούν την οστική πυκνότητα με ποικίλες ή/και καινοτόμες μεθόδους στον ίδιο ασθενή και σε ομάδα ελέγχου με στόχο την εξαγωγή συμπερασμάτων τα οποία να σχετίζονται όχι μόνο με τη μεταβολή της ποσότητας αλλά και της μικροαρχιτεκτονικής του οστού σε ποικίλες θέσεις. Έτσι θα αντιμετωπιστούν ενδεχομένως προβλήματα που σχετίζονται με τη δισδιάστατη απεικόνιση και τις επιπροβολές των οστικών δομών που αλλοιώνουν την πραγματική τιμή της οστικής μάζας. Επιπρόσθετα θα ληφθούν ξεχωριστά δεδομένα για το φλοιώδες και το σπογγώδες οστό, καθώς αυτοί οι δύο αυτοί τύποι αντιδρούν διαφορετικά στις αλλαγές του οστικού μεταβολισμού. Επιπρόσθετα, η σύνθεση μάζας σώματος επηρεάζεται από πολλές παραμέτρους όπως η ηλικία, το φύλο, η κατάσταση του ενδοκρινικού συστήματος, η διατροφή και η άσκηση (94). Είναι γνωστό ότι οι παραπάνω παράμετροι παρουσιάζουν διαταραχή σε ασθενείς με μείζονα θαλασσαιμία επιπροσθέτως της υπερπλασίας του μυελού των οστών, της υπερφόρτωσης με σίδηρο και της μειωμένης οστικής πυκνότητας (95), (96). Ωστόσο, υπάρχουν περιορισμένα δημοσιευμένα δεδομένα σχετικά με την κατάσταση της σύνθεσης του σώματος σε αυτόν τον πληθυσμό, ειδικά κατά την ενηλικίωση. Η μυϊκή μάζα έχει αποδειχθεί ότι συσχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την οστική πυκνότητα μέχρι τη μέση ηλικία οπότε η μάζα του λιπώδους ιστού αρχίζει να αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο ποσοστό (96). Η μέθοδος DXA έχει αναφερθεί ως αξιόπιστη μέθοδος για την αξιολόγηση της σύνθεσης μάζας σώματος σε διάφορες ομάδες ασθενών, συμπεριλαμβανομένης της θαλασσαιμίας (97), (98), (99), (100). Η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να συμβάλλει στην κάλυψη του κενού αυτού στη βιβλιογραφία και να συνδράμει σε κλινικές εφαρμογές που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών με θαλασσαιμία.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Patients with thalassemia develop a multifactorial bone disorder with the predominant cause being hyperplasia of the red marrow that occupies the medullary cavities and causes a disturbance of the bone microarchitecture and refinement of the cortical part. Histologically, these patients present with a range of osteopenia to osteoporosis and are prone to fractures. Bone density (BMD) assessment in patients with thalassemia is more important as patients have a longer life expectancy. The DXA method and quantitative computed tomography (QCT) are acceptable methods for assessing BMD. DXA is more popular and is referred to as the preferred method. Due to its lower radiation exposure, ease of access and speed of performance, it is the "gold standard" method of choice for measuring bone density, especially in children. However, DXA measurements are two-dimensional and do not provide information on bone architecture, with QCT describing BMD per unit bone mass, estimating all three dimensions o ...
Patients with thalassemia develop a multifactorial bone disorder with the predominant cause being hyperplasia of the red marrow that occupies the medullary cavities and causes a disturbance of the bone microarchitecture and refinement of the cortical part. Histologically, these patients present with a range of osteopenia to osteoporosis and are prone to fractures. Bone density (BMD) assessment in patients with thalassemia is more important as patients have a longer life expectancy. The DXA method and quantitative computed tomography (QCT) are acceptable methods for assessing BMD. DXA is more popular and is referred to as the preferred method. Due to its lower radiation exposure, ease of access and speed of performance, it is the "gold standard" method of choice for measuring bone density, especially in children. However, DXA measurements are two-dimensional and do not provide information on bone architecture, with QCT describing BMD per unit bone mass, estimating all three dimensions of bone, and distinguishing between cortical and spongy bone. of bone. QCT allows a clear distinction between the effects on bone size and density. DXA is unable to visualize changes at a three-dimensional level, leading to underestimation of BMD in smaller bones. The QCT method is accepted as a reliable, accurate and simple method of assessing osteoporosis. Although QCT is still a widely used technique in many centers, especially for postmenopausal patients with osteoporosis, knowledge about the accuracy of bone mass measurement methods in different clinical conditions is very limited. The most frequently reported clinical event is the fatty tranformation of the bone marrow, which leads to an underestimation of the amount of bone mass in elderly patients. The determination of BMD in patients with thalassemia depends on the technique used. There is disagreement in the literature about the value of DXA or QCT in this patient population. Using the number of trabeculae as an indicator of osteoporosis, it appears that QCT could evaluate bone disease better than DXA, as the method has the ability to measure spongy and cortical bone density separately. However, red marrow hyperplasia on the one hand and iron deposition in the bone marrow complicates the picture and BMD is often overestimated. Though, these findings suggest that the two methods may not be used interchangeably in the assessment of BMD in patients with thalassemia. Which of these two techniques accurately determines the overall strength of the vertebrae, which is also clinically required, in patients with β-thalassemia, needs to be investigated. The need for studies to assess bone density with a variety of and / or innovative methods in the same patient and in a control group, aims to draw conclusions that are related not only to the change in quantity but also to the microarchitecture of bone in various positions. This will possibly address problems related to the two-dimensional imaging and projections of bone structures that distort the true value of bone mass. In addition, separate data will be obtained for cortical and spongy bone, as these two types respond differently to changes in bone metabolism. Moreover, body mass composition is affected by many parameters such as age, gender, endocrine system status, diet and exercise. It is known that the above parameters are disturbed in patients with thalassemia major in addition to bone marrow hyperplasia, iron overload and reduced bone density. However, there are limited published data on the state of body composition in this population, especially in adulthood. Lean mass has been shown to be highly correlated with bone density until middle age when adipose tissue mass begins to represent the largest percentage. The DXA method has been reported as a reliable method for evaluating body mass composition in various patient groups, including thalassemia. The present study aims to contribute to filling this gap in the literature and to assist in clinical applications that improve the quality of life of patients with thalassemia.
περισσότερα