Περίληψη
Σήμερα, ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις υιοθετούν εθελοντικά, τα πρότυπα κοινωνικής και περιβαλλοντικής πληροφόρηση, Constructing Excellence (2004) . Ένας από τους βασικότερους λόγους υιοθέτησης των προτύπων της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (Ε.Κ.Ε.) είναι, η επίτευξη της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων και η αύξηση της αξίας τους στόχοι οι οποίοι δεν επιτυγχάνονται μόνο με την μεγιστοποίηση των βραχυπρόθεσμων κερδών τους και, συνεπώς, την αύξηση της άμεσης απόδοσής τους, αλλά και μέσω της παρουσίασης μίας υπεύθυνης συμπεριφοράς. Πιο συγκεκριμένα, μιας συμπεριφοράς που εκτός της κάλυψης του τομέα της οικονομικής ανάπτυξης, μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος, και την κοινωνική συνοχή, με απώτερο σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη και την ικανοποίηση των ενδιαφερομένων μερών (π.χ. μετόχων, επενδυτών), καθώς και των καταναλωτών προς τους οποίους απευθύνονται. (Baron, D. (2001), McWilliams, A. , Bagnoli, Marc and Watts S. (2003), Beltratti A. (2005), McWilliams, A., Siegel, D.S., and ...
Σήμερα, ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις υιοθετούν εθελοντικά, τα πρότυπα κοινωνικής και περιβαλλοντικής πληροφόρηση, Constructing Excellence (2004) . Ένας από τους βασικότερους λόγους υιοθέτησης των προτύπων της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (Ε.Κ.Ε.) είναι, η επίτευξη της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων και η αύξηση της αξίας τους στόχοι οι οποίοι δεν επιτυγχάνονται μόνο με την μεγιστοποίηση των βραχυπρόθεσμων κερδών τους και, συνεπώς, την αύξηση της άμεσης απόδοσής τους, αλλά και μέσω της παρουσίασης μίας υπεύθυνης συμπεριφοράς. Πιο συγκεκριμένα, μιας συμπεριφοράς που εκτός της κάλυψης του τομέα της οικονομικής ανάπτυξης, μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος, και την κοινωνική συνοχή, με απώτερο σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη και την ικανοποίηση των ενδιαφερομένων μερών (π.χ. μετόχων, επενδυτών), καθώς και των καταναλωτών προς τους οποίους απευθύνονται. (Baron, D. (2001), McWilliams, A. , Bagnoli, Marc and Watts S. (2003), Beltratti A. (2005), McWilliams, A., Siegel, D.S., and Wright, P.M. (2006), Lindgreen, A., Swaen, V., and Johnston, W.J. (2009)). Η επίσημη και δομημένη προσέγγιση των επιχειρήσεων, στην αποτίμηση της κοινωνικής και περιβαλλοντικής επίδρασής τους, εκφράστηκε με νεοπαγείς μεθόδους κοινωνικής και περιβαλλοντικής λογιστικής (Ντούλας Δ., 2009). Η Κοινωνική Λογιστική και ο συνεπαγόμενος Έλεγχος (Social Audit) αποτυπώνει την επικοινωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη (Stakeholders), αναφορικά με τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες των οικονομικών δραστηριοτήτων τους (Gray R. 2001). Επιπροσθέτως, η δημοσίευση κοινωνικών απολογισμών ή, αλλιώς, εκθέσεων ελεγμένων από ανεξάρτητους ελεγκτές αποτελεί πλέον, μια διαδεδομένη πρακτική που εφαρμόζεται στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις. Σε αυτή τη βάση η παρούσα Διδακτορική Διατριβή έχει ως σκοπό να διερευνήσει, την εφαρμογή λογιστικών αρχών στο πλαίσιο της κοινωνικής ευθύνης και την ποσοτικοποίηση των παραγοντικών επιπτώσεων που επηρεάζουν τις κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνες εταιρείες.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Today, businesses that adopt standards of social and environmental reporting are increasing despite the fact that their implementation is a voluntary process (Constructing Excellence, 2004). The adoption of these standards aim to facilitate public reports on social and environmental policies, as these may have an impact on their sustainable development through the satisfaction of their stakeholders and of their consumers (Baron, 2001; McWilliams and Siegel, 2000, 2001; Bagnoli and Watts, 2003; Green and Hunton-Clarke; 2003, Beltratti, 2005).On this basis, the concept of Corporate Social Responsibility (CSR) has emerged and has attracted the interest of researchers and professionals. This interest strives from the growing awareness of investors, companies and governments regarding the impact of the social and environmental risks in their long term sustainable development, but also for the identification of their interactions in order to forecast future prices and volatilities, and there ...
Today, businesses that adopt standards of social and environmental reporting are increasing despite the fact that their implementation is a voluntary process (Constructing Excellence, 2004). The adoption of these standards aim to facilitate public reports on social and environmental policies, as these may have an impact on their sustainable development through the satisfaction of their stakeholders and of their consumers (Baron, 2001; McWilliams and Siegel, 2000, 2001; Bagnoli and Watts, 2003; Green and Hunton-Clarke; 2003, Beltratti, 2005).On this basis, the concept of Corporate Social Responsibility (CSR) has emerged and has attracted the interest of researchers and professionals. This interest strives from the growing awareness of investors, companies and governments regarding the impact of the social and environmental risks in their long term sustainable development, but also for the identification of their interactions in order to forecast future prices and volatilities, and therefore provide a more accurate assessment of financial products (Eurosif, 2012, 2014). In fact, according to a recent study by Eurosif (2014) investments related to sustainable development and social responsibility strategies are in a constant expansion, with a growth rate that even exceeds the enlarged European asset management market).On this basis, this Thesis will deal with the application of accounting principles for quantifying the impacts of socially and environmentally responsible corporate practices, on their image, and thus, on their sales and profitability.
περισσότερα