Περίληψη
Η παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνά την εργογραφία του Παντελή Ξαγοράρη υπό το πρίσμα μιας διεπιστημονικής προσέγγισης και την προσεγγίζει ως μια υβριδική μορφή τέχνης, τοποθετημένη στο μεταίχμιο των εικαστικών και επιτελεστικών τεχνών. Βασική αφετηρία της έρευνας αποτελεί η υπόθεση ότι η εικαστική παραγωγή του Π. Ξαγοράρη δεν περιορίζεται σε ένα αισθητικά αυτάρκες αποτέλεσμα, αλλά συγκροτεί ένα δυναμικό πεδίο μορφογένεσης, το οποίο αρθρώνεται μέσω μαθηματικών τύπων, λογικών συντάξεων και χρονικά προσδιορισμένων επιτελέσεων. Η ένταξη αλγοριθμικών δομών, διαγραμμάτων και παραμετρικών συστημάτων στη διαδικασία της σύνθεσης της πρακτικής του Π. Ξαγοράρη δεν αντιμετωπίζεται ως τεχνολογική υποστήριξη, αλλά ως εννοιολογικός μηχανισμός που συνιστά τον θεμέλιο λίθο της συνθετικής διαδικασίας. Ο μαθηματικός τύπος ερμηνεύεται εδώ ως γλωσσικό, μορφολογικό και ερμηνευτικό υπόβαθρο, το οποίο φέρει εγγεγραμμένα τα χαρακτηριστικά της συνθετικής πρόθεσης και καθορίζει τη δομή της μορφής. Η μορφή λ ...
Η παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνά την εργογραφία του Παντελή Ξαγοράρη υπό το πρίσμα μιας διεπιστημονικής προσέγγισης και την προσεγγίζει ως μια υβριδική μορφή τέχνης, τοποθετημένη στο μεταίχμιο των εικαστικών και επιτελεστικών τεχνών. Βασική αφετηρία της έρευνας αποτελεί η υπόθεση ότι η εικαστική παραγωγή του Π. Ξαγοράρη δεν περιορίζεται σε ένα αισθητικά αυτάρκες αποτέλεσμα, αλλά συγκροτεί ένα δυναμικό πεδίο μορφογένεσης, το οποίο αρθρώνεται μέσω μαθηματικών τύπων, λογικών συντάξεων και χρονικά προσδιορισμένων επιτελέσεων. Η ένταξη αλγοριθμικών δομών, διαγραμμάτων και παραμετρικών συστημάτων στη διαδικασία της σύνθεσης της πρακτικής του Π. Ξαγοράρη δεν αντιμετωπίζεται ως τεχνολογική υποστήριξη, αλλά ως εννοιολογικός μηχανισμός που συνιστά τον θεμέλιο λίθο της συνθετικής διαδικασίας. Ο μαθηματικός τύπος ερμηνεύεται εδώ ως γλωσσικό, μορφολογικό και ερμηνευτικό υπόβαθρο, το οποίο φέρει εγγεγραμμένα τα χαρακτηριστικά της συνθετικής πρόθεσης και καθορίζει τη δομή της μορφής. Η μορφή λογίζεται ως διαδικασία μεταγραφής, διαρκούς μετασχηματισμού και επαναληπτικής ανασύνθεσης, όπου ο τύπος λειτουργεί ως μορφογενετικό αρχέτυπο. Η έννοια της «παρτιτούρας» υιοθετείται ως αναλυτικό και θεωρητικό εργαλείο, προσδίδοντας στο έργο χαρακτηριστικά συντακτικής δομής, ικανής να παραγάγει πολλαπλές επιτελέσεις χωρίς την απώλεια της εννοιολογικής του συνοχής. Η εικόνα, η μορφή και το υλικό τεκμήριο του έργου αποτελούν, έτσι, φαινοτυπικές εκδηλώσεις μιας αλγοριθμικά δομημένης συντακτικής γλώσσας. Εξετάζεται η πράξη της πληκτρολόγησης, της χαρτογράφησης και της γραφικής απεικόνισης ως μορφές ενσώματης επιτέλεσης, οι οποίες αντικαθιστούν τη χειρονομία της εδραιωμένης ζωγραφικής πράξης. Παράλληλα, η έννοια της χρονικότητας προσεγγίζεται ως θεμελιώδες συστατικό της μορφολογικής δομής, καθώς η σχέση μεταξύ τύπου και υλοποίησης εκτυλίσσεται στον χρόνο ως πεδίο συμβάντων, μεταβολών και ανατροφοδότησης. Ειδικό βάρος δίδεται στην ανάλυση της συνθετικής πράξης μέσω της θεωρίας των γενετικών αλγορίθμων (Genetic Algorithms), οι οποίοι περιγράφουν ένα συντακτικό ανάλογο της μορφογένεσης. Η εργασία προτείνει την εφαρμογή της λογικής των γενετικών αλγορίθμων ως μεθοδολογικού και εννοιολογικού σχήματος για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο Π. Ξαγοράρης παράγει πολλαπλές μορφές από έναν ενιαίο, παραμετροποιημένο κώδικα. Όπως ένας γενετικός αλγόριθμος συνθέτει πληθυσμούς λύσεων μέσα από διαδικασίες επιλογής, διασταύρωσης και μετάλλαξης, έτσι και η πρακτική του Π. Ξαγοράρη παράγει μορφικά παράγωγα, τα οποία εντάσσονται σε ένα εξελικτικό εικαστικό σύστημα. Η υλοποίηση των έργων του Π. Ξαγοράρη συγκροτείται ως ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και εν δυνάμει ανεξάντλητο πεδίο μορφολογικών μετασχηματισμών, όπου η συντακτική προβλεψιμότητα του μαθηματικού τύπου συνδιαλέγεται με την ενδεχομενικότητα της συνθετικής του εκτύλιξης. Συμπερασματικά, η πρακτική του Ξαγοράρη, δεν εξαντλείται στην υλική του αναπαράσταση· αντιθέτως, ενεργοποιείται ως ερμηνευτική προσέγγιση μέσω της εννοιολογικής και δομικής του αρχιτεκτονικής. Η πρακτική του Π. Ξαγοράρη αναδεικνύεται, έτσι, ως ένα σύνθετο, παραμετρικό και αυτοαναφορικό σύστημα παραγωγής νοήματος και μορφής, εντός του οποίου ο εν λόγω καλλιτέχνης αναλαμβάνει τον ρόλο του συνθέτη και επιτελεστή, παράλληλα με τη ρύθμιση μιας ενδεχόμενης μορφογένεσης.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This doctoral dissertation undertakes a critical examination of the artistic corpus of Pantelis Xagoraris through the prism of an interdisciplinary analytical framework, construing his synthetic methodology as a hybridized modality of artistic expression situated at the threshold of visual and performative practices. At the core of the present theoretical inquiry lies the assertion that P. Xagoraris’s artistic production is not to be apprehended as a finite, self-referential aesthetic object, but rather as a generative and dynamic field of morphogenetic operations, articulated through mathematical expressions, formalized syntactic systems, and sequenced performative actualizations. The deployment of algorithmic architectures, diagrammatic schemata, and parametric logics within the compositional process is interpreted as a core conceptual apparatus that informs and governs the procedural logic of synthesis. Mathematical formulations are theorized as linguistic, morphological, and interp ...
This doctoral dissertation undertakes a critical examination of the artistic corpus of Pantelis Xagoraris through the prism of an interdisciplinary analytical framework, construing his synthetic methodology as a hybridized modality of artistic expression situated at the threshold of visual and performative practices. At the core of the present theoretical inquiry lies the assertion that P. Xagoraris’s artistic production is not to be apprehended as a finite, self-referential aesthetic object, but rather as a generative and dynamic field of morphogenetic operations, articulated through mathematical expressions, formalized syntactic systems, and sequenced performative actualizations. The deployment of algorithmic architectures, diagrammatic schemata, and parametric logics within the compositional process is interpreted as a core conceptual apparatus that informs and governs the procedural logic of synthesis. Mathematical formulations are theorized as linguistic, morphological, and interpretative matrices that encode the intrinsic logic of compositional intent and orchestrate the configuration of form. Form itself is not conceived as a static representational endpoint, but as an evolving process of transcription, transformation, and recursive reconfiguration, where the formula functions as a morphogenetic prototype. The notion of the “score” (partitura) is mobilized both as an analytical construct and a theoretical paradigm, allowing the work to be understood as a syntactic architecture capable of generating multiple performative actualizations while maintaining its internal conceptual consistency. Image, form, and material instantiation are thus approached as phenotypic expressions of an underlying algorithmically inscribed syntactic substrate. Practices such as typing, cartographic notation, and graphic inscription are examined as modalities of embodied performance that supplant the traditional gestural dynamics of manual artistic production. Concomitantly, temporality is foregrounded as an essential parameter of morphological structure, in which the interrelation between formal abstraction and material realization unfolds across time as a sequence of transformations, events, and recursive feedback loops. Substantive attention is devoted to the interpretive alignment of P. Xagoraris’s compositional logic with the principles of Genetic Algorithms (GAs), which are proposed as computational analogues of morphogenetic systems. The dissertation articulates the utility of genetic algorithmic paradigms as both methodological and conceptual scaffolds through which to apprehend the mechanisms by which P. Xagoraris engenders plural formal variations from a unified yet parametrically adaptable generative code. In parallel to the operation of GAs—where populations of candidate solutions evolve through iterative processes of selection, recombination, and mutation— Xagoraris’s practice yields morphological permutations embedded within an open, adaptive, and evolutionary aesthetic topology. The realization of his works is not reducible to the mechanical application of prefigured diagrammatic templates; rather, it constitutes a mutable and potentially inexhaustible field of formal transformation, where the syntactic determinacy of the generative code enters into productive tension with the contingent nature of compositional unfolding. Accordingly, the artwork does not reside in its material finality but is activated through the interpretative labor of decrypting its conceptual and structural logic. P. Xagoraris’s practice thus emerges as a parametric and reflexively configured system of form and meaning production, within which the artist assumes the multifaceted role of composer, performer, and modulator of a contingent morphogenetic apparatus.
περισσότερα