Περίληψη
Η παρούσα διατριβή εξετάζει δυο κυρίαρχα ρεπερτόρια λόγου που αρθρώθηκαν στην ελληνική δημόσια σφαίρα κατά την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων: από τη μια ένας λόγος περί της μη κανονικότητας της Ελλάδας και αντίστοιχα της ποθητής επίτευξης της κανονικότητας και από την άλλη ένας διάχυτος αντιλαϊκιστικός λόγος. Οι δύο αυτοί λόγοι κατασκεύασαν ερμηνευτικά πλαίσια τόσο για την ίδια την ελληνική κρίση όσο και για τις στρατηγικές διαχείρισης και αντιμετώπισης της κρίσης που υιοθέτησαν οι διάφορες πολιτικές δυνάμεις. Η μελέτη εστιάζει και αναδεικνύει τις ρηματικές, πολιτικές και ψυχοκοινωνικές διαστάσεις αυτών των λόγων, αναλύοντας το πως δομούνται, ποια είναι η λειτουργία και το περιεχόμενό τους καθώς και τον τρόπο που συνδέονται την παραγωγή και συγκρότηση υποκειμενικοτήτων στο κοινωνικό πεδίο. Με σκοπό να προσφερθεί μια πλαισίωση και μια νομιμοποίηση στη στρατηγική που ακολουθήθηκε στην Ελλάδα, ένας συγκεκριμένος λόγος κατασκεύασε ρηματικά την κρίση όχι μόνο ως οικονομική αλλά ως ηθ ...
Η παρούσα διατριβή εξετάζει δυο κυρίαρχα ρεπερτόρια λόγου που αρθρώθηκαν στην ελληνική δημόσια σφαίρα κατά την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων: από τη μια ένας λόγος περί της μη κανονικότητας της Ελλάδας και αντίστοιχα της ποθητής επίτευξης της κανονικότητας και από την άλλη ένας διάχυτος αντιλαϊκιστικός λόγος. Οι δύο αυτοί λόγοι κατασκεύασαν ερμηνευτικά πλαίσια τόσο για την ίδια την ελληνική κρίση όσο και για τις στρατηγικές διαχείρισης και αντιμετώπισης της κρίσης που υιοθέτησαν οι διάφορες πολιτικές δυνάμεις. Η μελέτη εστιάζει και αναδεικνύει τις ρηματικές, πολιτικές και ψυχοκοινωνικές διαστάσεις αυτών των λόγων, αναλύοντας το πως δομούνται, ποια είναι η λειτουργία και το περιεχόμενό τους καθώς και τον τρόπο που συνδέονται την παραγωγή και συγκρότηση υποκειμενικοτήτων στο κοινωνικό πεδίο. Με σκοπό να προσφερθεί μια πλαισίωση και μια νομιμοποίηση στη στρατηγική που ακολουθήθηκε στην Ελλάδα, ένας συγκεκριμένος λόγος κατασκεύασε ρηματικά την κρίση όχι μόνο ως οικονομική αλλά ως ηθική και πολιτισμική ενώ η εφαρμογή του προγράμματος λιτότητας συνδέθηκε με λόγους σχετικούς με μια επιθυμητή «κανονικότητα». Από την άλλη, η κανονικότητα προϋποθέτει τον εντοπισμό της ανωμαλίας, της μη κανονικότητας και ο ρόλος αυτός αποδόθηκε στην πολιτική κουλτούρα της χώρας και ιδίως στον λαϊκισμό. Βασικοί στόχοι της έρευνας είναι: α) να αναδειχθούν οι λειτουργίες, οι όροι εμφάνισης και η τελεσφορία του ρεπερτορίου της κανονικότητας στον πολιτικό, δημοσιογραφικό και ακαδημαϊκό λόγο και να συζητηθεί η πολιτική χρήση του σημαίνοντος και της ιδέας του κανονικού, β) να προταθεί ένας λειτουργικός ορισμός του αντιλαϊκισμού, που θα προκύπτει από τη θεωρητική πραγμάτευση του όρου και την εμπειρική ανάλυση των σχετικών λόγων και, τέλος, γ) να μελετηθούν οι ψυχοκοινωνικές δυναμικές που εμπλέκονται σε αυτούς του λόγους και στα αντιπαραθετικά δίπολα που κατασκευάζουν. Η περίοδος μελέτης καλύπτει ολόκληρη τη λεγόμενη μνημονιακή περίοδο που τυπικά οριοθετείται από το 2010 έως το 2018 ενώ περιλαμβάνει, επίσης, τον αμέσως επόμενο πολιτικό κύκλο που ξεκινά από τις εκλογές του 2019. Η ανάλυση διαρθρώνεται γύρω από τις βασικές κυβερνητικές θητείες της περιόδου. Με αυτόν τον τρόπο εξετάζεται το πως εξελίχθηκαν αυτά τα ρεπερτόρια λόγου όλα αυτά τα χρόνια, εντοπίζονται οι συνέχειες και ασυνέχειες τους, οι συγκεκριμένες χρήσεις τους αλλά και οι πιθανές αμφισβητήσεις και κριτικές που δέχθηκαν. Η έρευνα εστιάζει στον πολιτικό, ακαδημαϊκό και δημοσιογραφικό λόγο αυτής της περιόδου ενώ εμπλουτίζεται με επιπλέον θεματικές αναλύσεις όπου κρίνεται αναγκαίο. Για τις ανάγκες της εμπειρικής ανάλυσης αξιοποιήθηκε ένα πλούσιο πραγματολογικό υλικό από τα αντίστοιχα πεδία λόγου, το οποίο προήλθε κυρίως από ηλεκτρονικές πηγές, όπως ενημερωτικές ιστοσελίδες, μέσα μαζικής ενημέρωσης, τις επίσημες ιστοσελίδες των κομμάτων και άλλων οργανισμών. Το διεπιστημονικό θεωρητικό πλαίσιο της παρούσας μελέτης βασίζεται στη μεταδομιστική θεωρία του λόγου που ανέπτυξαν οι Ernesto Laclau και Chantal Mouffe κι έγινε γνωστή ως «Σχολή του Essex», στις φιλοσοφικές επεξεργασίες των Foucault και Canguilhem για το κανονικό και την έννοια της κανονιστικότητας καθώς και στην ψυχαναλυτικά εμπνευσμένη ψυχοκοινωνική προσέγγιση των ταυτίσεων. Καταληκτικά, η διατριβή συνεισφέρει στην κατανόηση των πολιτικών χρήσεων της ιδέας του κανονικού και προτείνει έναν λειτουργικό ορισμό του αντιλαϊκισμού, με σκοπό την εμπειρική μελέτη του φαινομένου.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation examines the articulation and interaction of two dominant discursive repertoires that emerged in the Greek public sphere during the crisis and memorandum period: on one hand, a discourse centered on Greece’s abnormality and the desirable achievement of normality, and on the other, a pervasive anti-populist discourse. These two narratives constructed interpretive frameworks for both the Greek crisis itself and for the crisis management and response strategies adopted by various political forces. This study highlights the discursive, political, and psychosocial dimensions of these discourses, analyzing how they are constructed, their function and content, and how they relate to the formation of subjectivities within the social sphere. To provide legitimation to the austerity strategy followed in Greece, a particular discourse framed the crisis not only as economic but as moral and cultural one, linking the implementation of the austerity measures with narratives around ...
This dissertation examines the articulation and interaction of two dominant discursive repertoires that emerged in the Greek public sphere during the crisis and memorandum period: on one hand, a discourse centered on Greece’s abnormality and the desirable achievement of normality, and on the other, a pervasive anti-populist discourse. These two narratives constructed interpretive frameworks for both the Greek crisis itself and for the crisis management and response strategies adopted by various political forces. This study highlights the discursive, political, and psychosocial dimensions of these discourses, analyzing how they are constructed, their function and content, and how they relate to the formation of subjectivities within the social sphere. To provide legitimation to the austerity strategy followed in Greece, a particular discourse framed the crisis not only as economic but as moral and cultural one, linking the implementation of the austerity measures with narratives around a desirable «normality». Conversely, the notion of normality necessitated the identification of abnormality, a role attributed to the country's political culture, and particularly to populism. The primary objectives of this research are: (a) to highlight the functions, conditions of emergence, and efficacy of the normality repertoire in political, journalistic, and academic discourse, and to discuss the political use of the signifier and the idea of «normality», (b) to propose a working definition of anti-populism based on theoretical elaboration and empirical analysis, and (c) to examine the psychosocial dynamics involved in these discourses and the opposing discursive dichotomies they construct. The study covers the entire so-called memorandum period, typically defined from 2010 to 2018, and also includes the subsequent political cycle beginning with the 2019 elections. The analysis is structured around the main government terms of this period, examining how these discursive repertoires evolved over time, identifying their continuities and discontinuities, their specific uses, as well as any challenges and critiques they faced. The research focuses on the political, academic, and journalistic discourses of this period, enriched with additional thematic analyses as necessary. For the purposes of the main empirical analysis, an extensive corpus was formed from the corresponding fields of discourse, with primary sources being online materials such as news websites, media outlets, and the official websites of political parties and other organizations. The interdisciplinary theoretical framework of this study draws on the poststructuralist discourse theory developed by Ernesto Laclau and Chantal Mouffe, known as the «Essex School of Discourse Analysis», as well as on the philosophical reflections of Foucault and Canguilhem on the concepts of normal and normativity, and on a psychoanalytically inspired psychosocial approach to identities and identification. In conclusion, this thesis contributes to understanding the political uses of the idea of normality and proposes a definition of anti-populism, aiming to advance the empirical study of the phenomenon.
περισσότερα