Περίληψη
Παρόλο που η σεξουαλική εργασία αναφέρεται συχνά ως «το παλαιότερο επάγγελμα», η φύση της ως εργασία συχνά αμφισβητείται. Οι κρατικοί λόγοι και ορισμένα ρεύματα του φεμινισμού διατηρούν μια κατ' εξαίρεση άποψη για την εργασία του σεξ, εις βάρος της θέσης των εργαζομένων στο σεξ. Η παρούσα διατριβή διερευνά τις ιστορικές καταβολές αυτού του εξαιρετισμού και τα αποτελέσματά του, εστιάζοντας στην περίπτωση της Ελλάδας. Αντλώντας στοιχεία από την κριτική επιστήμη και μέσα από το πρίσμα του καταργητικού φεμινισμού, διερευνά τις ομοιότητες και τις συνέργειες μεταξύ της κρατικής ρύθμισης και της φεμινιστικής βιομηχανίας διάσωσης από τα μέσα του 19ου αιώνα έως σήμερα. Η έρευνα βασίζεται σε δευτερογενή και πρωτογενή ιστορική έρευνα, αρχειακές και προφορικές μαρτυρίες εργαζομένων στο σεξ, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της Κριτικής Προφορικής Ιστορίας. Η ιστορία χρησιμεύει ως εργαλείο κριτικής νομικής ανάλυσης, ξετυλίγοντας τις πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ του κράτους, των φεμινισμών και των εργαζομένων ...
Παρόλο που η σεξουαλική εργασία αναφέρεται συχνά ως «το παλαιότερο επάγγελμα», η φύση της ως εργασία συχνά αμφισβητείται. Οι κρατικοί λόγοι και ορισμένα ρεύματα του φεμινισμού διατηρούν μια κατ' εξαίρεση άποψη για την εργασία του σεξ, εις βάρος της θέσης των εργαζομένων στο σεξ. Η παρούσα διατριβή διερευνά τις ιστορικές καταβολές αυτού του εξαιρετισμού και τα αποτελέσματά του, εστιάζοντας στην περίπτωση της Ελλάδας. Αντλώντας στοιχεία από την κριτική επιστήμη και μέσα από το πρίσμα του καταργητικού φεμινισμού, διερευνά τις ομοιότητες και τις συνέργειες μεταξύ της κρατικής ρύθμισης και της φεμινιστικής βιομηχανίας διάσωσης από τα μέσα του 19ου αιώνα έως σήμερα. Η έρευνα βασίζεται σε δευτερογενή και πρωτογενή ιστορική έρευνα, αρχειακές και προφορικές μαρτυρίες εργαζομένων στο σεξ, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της Κριτικής Προφορικής Ιστορίας. Η ιστορία χρησιμεύει ως εργαλείο κριτικής νομικής ανάλυσης, ξετυλίγοντας τις πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ του κράτους, των φεμινισμών και των εργαζομένων στο σεξ, που αποσιωπούνται από τους κυρίαρχους λόγους. Με την Ελλάδα να βρίσκεται στη σφαίρα της δυτικής επιρροής, η διατριβή αυτή διερευνά τις πολλαπλές βιοπολιτικές πτυχές του δικαίου (χωρικές, υγιεινές, συνδεδεμένες με την έννοια της παραγωγικότητας και με τη μεταναστευτική πολιτική), καθώς και την ποινική-προνοιακή σχέση που εγκαθιδρύει το κράτος σε συνεργασία με την εγχώρια φεμινιστική φιλανθρωπία. Αυτές οι διαδικασίες, που εκτυλίσσονται παράλληλα, έχουν εντάξει τη διακυβέρνηση της σεξουαλικής εργασίας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διαχείρισης και πειθάρχησης των εργατικών τάξεων. Αυτό που υποστηρίζεται είναι ότι ο τεχνητός διαχωρισμός της πορνείας από άλλες μορφές γυναικείας εργασίας εγκλωβίζει περαιτέρω τις εργαζόμενες στο σεξ σε μια συνέχεια παρανομίας/ποινικοποίησης. Αντίθετα, η τοποθέτηση της σεξουαλικής εργασίας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής οικονομίας και κοινωνικής αναπαραγωγής καταδεικνύει την εσφαλμένη φύση αυτού του διαχωρισμού, αλλά και άλλων αναγωγικών διχοτομήσεων (παραγωγική/αναπαραγωγική, επίσημη/ανεπίσημη, θυματοποίηση/εργοδοσία). Η θεσμική αναγνώριση της σεξουαλικής εργασίας ως εργασίας επανέρχεται έτσι στο προσκήνιο ως ένα κρίσιμο ζήτημα που θέτει ερωτήματα σχετικά με την ευρύτερη έννοια της εργασίας στον καπιταλισμό και κατά πόσον το εργατικό δίκαιο μπορεί να μετριάσει ή να διαιωνίσει τις διαρθρωτικές ανισότητες. Τελικά, η διατριβή συμβάλλει στην αντιμετώπιση αυτών των νέων προκλήσεων και αναλαμβάνει επίσης τις ευκαιρίες για προβληματισμό σχετικά με τη λειτουργία του νόμου και τη σημασία των πρακτικών αντίστασης και αγώνα εκτός του πεδίου του νόμου.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Although sex work is often referred to as 'the oldest profession', its nature as work is often questioned. State discourses and certain strands of feminism sustain an exceptionalist view of sex work, to the detriment of sex workers’ status. This thesis investigates the historical origins of this exceptionalism and its effects focusing on the case of Greece. Drawing upon critical scholarship and through the lens of abolitionist feminism, it interrogates the similarities and synergies between state regulationism and the feminist rescue industry from the mid-19th century to the present day. The research builds on secondary and primary historical research, archival and oral testimonies of sex workers, employing the Critical Oral History method. History serves as a tool for critical legal analysis, unravelling the complex relationships between the state, feminisms and sex workers, silenced by mainstream discourses. With Greece situated in the sphere of Western influence, this thesis explore ...
Although sex work is often referred to as 'the oldest profession', its nature as work is often questioned. State discourses and certain strands of feminism sustain an exceptionalist view of sex work, to the detriment of sex workers’ status. This thesis investigates the historical origins of this exceptionalism and its effects focusing on the case of Greece. Drawing upon critical scholarship and through the lens of abolitionist feminism, it interrogates the similarities and synergies between state regulationism and the feminist rescue industry from the mid-19th century to the present day. The research builds on secondary and primary historical research, archival and oral testimonies of sex workers, employing the Critical Oral History method. History serves as a tool for critical legal analysis, unravelling the complex relationships between the state, feminisms and sex workers, silenced by mainstream discourses. With Greece situated in the sphere of Western influence, this thesis explores the manifold biopolitical aspects of law (spatial, hygienic, tied with the notion of productivity and with migration policy), and the penal-welfarist nexus established by the state in collaboration with domestic feminist philanthropy. These processes, unfolding in parallel, have placed the governance of sex work within a broader framework of the management and disciplining of the working classes. What is being argued is that the artificial separation of prostitution from other forms of female labour further entraps sex workers in a continuum of illegalisation/criminalisation. In contrast, situating sex work in a broader context of political economy and social reproduction illustrates the fallacious nature of this separation, but also, of other reductionist dichotomies (productive/reproductive, formal/informalised, victimhood/agency). The institutional recognition of sex work as work is thus brought back to the fore as a crucial issue that raises questions concerning the broader concept of labour under capitalism, and whether labour law can mitigate or perpetuate structural inequalities. Ultimately, the thesis contributes to addressing these new challenges and also takes up the opportunities for reflection on the operation of the law and the significance of practices of resistance and struggle outside the law’s realm.
περισσότερα