Περίληψη
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να εξετάσει εμπειρικά διάφορες πτυχές των σχέσεων του ενεργειακού τομέα και των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η διατριβή αποτελείται από τρία ανεξάρτητα δοκίμια, τα οποία διερευνούν: α) μέτρα δυναμικής συνδεσιμότητας μέσω υποδειγμάτων MIDAS SVAR μεταξύ πετρελαϊκών και χρηματιστηριακών αγορών σε χώρες που εξάγουν και σε χώρες που εισάγουν πετρέλαιο, β) τις τιμές του πετρελαίου ως παράγοντα πρόβλεψης για τις αποδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες αγορές και γ) τη σχέση ανάμεσα στις επιδόσεις των εταιριών σε επίπεδο εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και των χαρακτηριστικών του διοικητικού τους συμβουλίου στον ενεργειακό τομέα. Στο πρώτο δοκίμιο, εφαρμόζονται δομημένα διανυσματικά αυτοπαλίνδρομα υποδείγματα με χρήση δειγματοληψίας δεδομένων μικτής συχνότητας για τον υπολογισμό και τη σύγκριση διαφόρων μέτρων συνδεσιμότητας που βασίζονται στην αποσύνθεση της διασποράς του σφάλματος πρόβλεψης του δομημένου υποδείγματος. Η εγκυρότητ ...
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να εξετάσει εμπειρικά διάφορες πτυχές των σχέσεων του ενεργειακού τομέα και των χρηματοπιστωτικών αγορών. Η διατριβή αποτελείται από τρία ανεξάρτητα δοκίμια, τα οποία διερευνούν: α) μέτρα δυναμικής συνδεσιμότητας μέσω υποδειγμάτων MIDAS SVAR μεταξύ πετρελαϊκών και χρηματιστηριακών αγορών σε χώρες που εξάγουν και σε χώρες που εισάγουν πετρέλαιο, β) τις τιμές του πετρελαίου ως παράγοντα πρόβλεψης για τις αποδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες αγορές και γ) τη σχέση ανάμεσα στις επιδόσεις των εταιριών σε επίπεδο εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και των χαρακτηριστικών του διοικητικού τους συμβουλίου στον ενεργειακό τομέα. Στο πρώτο δοκίμιο, εφαρμόζονται δομημένα διανυσματικά αυτοπαλίνδρομα υποδείγματα με χρήση δειγματοληψίας δεδομένων μικτής συχνότητας για τον υπολογισμό και τη σύγκριση διαφόρων μέτρων συνδεσιμότητας που βασίζονται στην αποσύνθεση της διασποράς του σφάλματος πρόβλεψης του δομημένου υποδείγματος. Η εγκυρότητα και η σημαντικότητα των προτεινόμενων μέτρων συνδεσιμότητας με χρήση δειγματοληψίας δεδομένων μικτής συχνότητας καταδεικνύεται στο πλαίσιο της διάδοσης των κραδασμών της αγοράς πετρελαίου στις χρηματιστηριακές αγορές των χωρών που εξάγουν και εισάγουν πετρέλαιο από τον Ιανουάριο 1998 έως τον Σεπτέμβριο του 2017. Τα εμπειρικά αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλο το φάσμα της δομής πληροφορίας, τα προτεινόμενα μέτρα συνδεσιμότητας MIDAS-SVAR μπορούν να εκτιμήσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια από τις παραδοσιακές προσεγγίσεις τις δυναμικές σχέσεις και τις δευτερογενείς επιπτώσεις μεταξύ των κραδασμών της αγοράς πετρελαίου και των χρηματιστηριακών αγορών. Εντοπίζονται σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ μετρήσεων συνδεσιμότητας ίδιας συχνότητας και μικτής συχνότητας. Επίσης, στις περιπτώσεις χρήσης δεδομένων υψηλότερης συχνότητας μέσω των υποδειγμάτων μικτών συχνοτήτων, εμφανίζονται σχέσεις που δεν παρατηρούνται διαφορετικά, ενώ έχουν αναδυθεί στοιχεία για νέες ιδιότητες των προτεινόμενων οικονομετρικών μεθόδων και τη σχέση τους με πιο παραδοσιακές. Το δεύτερο δοκίμιο εξετάζει την προγνωστική δύναμη των τιμών του πετρελαίου όσον αφορά τις αποδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών σε δύο περιόδους, Οκτώβριος 1973 – Ιούνιος 2019 και Μάιος 2008 – Ιούνιος 2019, για 44 δείκτες, προκειμένου να ελεγχθεί εάν τα εμπειρικά ευρήματα των Driesprong, Jacobsen και Maat (2008) κατά την περίοδο 1973-2003 εξακολουθούν να ισχύουν μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Τα εμπειρικά αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν ότι αν και στο παρελθόν ήταν σύνηθες για μια αρνητική μεταβολή της τιμής του πετρελαίου να σημαίνει μελλοντικές θετικές αποδόσεις στις χρηματιστηριακές αγορές, μετά το 2008 παρατηρείται μια δραματική αλλαγή σε αυτή τη σχέση, καθιστώντας το πετρέλαιο σημαντικό δείκτη για τις μελλοντικές αποδόσεις των χρηματιστηριακών αγορών, ειδικά για τις ανεπτυγμένες αγορές. Το τρίτο δοκίμιο εξετάζει τον αντίκτυπο των χαρακτηριστικών του διοικητικού συμβουλίου και των εκπομπών CO2 στις επιδόσεις των εταιριών του ενεργειακού τομέα σε θέματα αναφορικά με την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ). Η επίδοση σε θέμα-τα ΕΚΕ μετράται μέσω δύο προσεγγίσεων, μιας ολιστικής που συμπεριλαμβάνει όλες τις διαθέσιμες διαστάσεις της ΕΚΕ καθώς και μιας που εστιάζει στην έννοια της ουσιαστικότητας λαμβάνοντας υπ’ όψιν μόνο τις διαστάσεις με τον πιο ουσιαστικό αντίκτυπο, στον κλάδο της ενέργειας. Τα εμπειρικά ευρήματα αποδεικνύουν τη σημασία της εκπροσώπησης των γυναικών στο διοικητικό συμβούλιο, του μεγέθους του διοικητικού συμβουλίου, της ανεξαρτησίας του διοικητικού συμβουλίου, της κατοχής των θέσεων του διευθύνοντος συμβούλου και του προέδρου της εταιρίας από το ίδιο άτομο και των εκπομπών CO2 στις επιδόσεις σε θέματα ΕΚΕ των εταιρειών του ενεργειακού τομέα. Σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες που εξέτασαν τον τρόπο με τον οποίο τα χαρακτηριστικά του διοικητικού συμβουλίου επηρεάζουν τις επιδόσεις σε θέματα ΕΚΕ, εντοπίζονται αξιοσημείωτα διαφορετικά αποτελέσματα μεταξύ των δύο προσεγγίσεων μέτρησης των επιδόσεων σε θέματα ΕΚΕ. Πιο συγκεκριμένα, σε αντίθεση με προγενέστερες έρευνες, τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν ότι το μέγεθος του διοικητικού συμβουλίου και η ανεξαρτησία του διοικητικού συμβουλίου επηρεάζουν αρνητικά την επίδοση σε θέματα ΕΚΕ όταν λαμβάνεται υπ’ όψιν η προσέγγιση της ουσιαστικότητας, ενώ η εκπροσώπηση των γυναικών στο διοικητικό συμβούλιο σχετίζεται θετικά με αυτή.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The aim of this thesis is to empirically examine several aspects of the relationships of the energy sector and financial markets. The thesis consists of three independent essays, which investigate: i) dynamic connectedness measures via MIDAS SVAR in oil and stock markets of oil-exporting and oil-importing countries, ii) oil prices as a predictor for stock market returns in developed and developing markets, and iii) CSR engagement and board characteristics in the energy sector. In the first essay, mixed data sampling structural vector autoregressive models are employed for the calculation and comparison of various connectedness measures based on structural forecast error variance decompositions. The validity and significance of the proposed mixed data sampling connectedness measures is demonstrated in the context of oil shock propagation to the stock markets of oil-exporting and oil-importing countries from January 1998 to September 2017. The empirical results suggest that by involving ...
The aim of this thesis is to empirically examine several aspects of the relationships of the energy sector and financial markets. The thesis consists of three independent essays, which investigate: i) dynamic connectedness measures via MIDAS SVAR in oil and stock markets of oil-exporting and oil-importing countries, ii) oil prices as a predictor for stock market returns in developed and developing markets, and iii) CSR engagement and board characteristics in the energy sector. In the first essay, mixed data sampling structural vector autoregressive models are employed for the calculation and comparison of various connectedness measures based on structural forecast error variance decompositions. The validity and significance of the proposed mixed data sampling connectedness measures is demonstrated in the context of oil shock propagation to the stock markets of oil-exporting and oil-importing countries from January 1998 to September 2017. The empirical results suggest that by involving the full potential of the information structure, the proposed MIDAS-SVAR connectedness measures can estimate with greater accuracy than the traditional approaches the dynamic relationships and spillover effects between oil market shocks and stock markets. Significant discrepancies are identified between same frequency and mixed frequency connectedness measures, and also higher frequency relationships are discovered through mixed frequency models, not observed otherwise, while evidence for new properties of the proposed econometric methods and their relation to more traditional ones have also emerged. The second essay examines the predictive power of oil prices for stock market re-turns during two periods, October 1973 – June 2019 and May 2008 – June 2019, for 44 stock markets, in order to test whether the empirical findings of Driesprong, Jacobsen and Maat (2008) over the 1973-2003 period still hold after the global financial crisis outbreak. The empirical results of this study indicate that although in the past it was common for a negative oil price change to signify future positive stock market returns, after 2008 a dramatic change in this relation is observed, rendering oil a significant indicator of future stock market returns, especially for developed markets. The third essay examines the impact of board characteristics and CO2 emissions on CSR performance in the energy sector. CSR performance is measured through two metrics, a comprehensive one as well as one based on the materiality concept. The empirical findings establish the significance of female board representation, board size, board independence, CEO/Chairman duality, and CO2 emissions on CSR performance of a firm in the energy sector. In comparison to previous research examining how board characteristics affect CSR performance, remarkably different results are found with regard to material CSR performance. More specifically, in contrast to previous research, the results of this study suggest that board size and board independence negatively affect material CSR performance, while female board representation is positively related to it.
περισσότερα