Περίληψη
Εισαγωγή: Το πτερύγιο, ένα συχνό πρόβλημα της οφθαλμικής επιφάνειας στους Έλληνες, υποτροπιάζει σε μεγάλο ποσοστό μετά την εξαίρεσή του. Για τη μείωση των υποτροπών μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορες συμπληρωματικές μέθοδοι, μεταξύ των οποίων και η μιτομυκίνη C.Σκοπός: Καθώς η ελληνική εμπειρία στη χρήση της μιτομυκίνης είναι ελάχιστη, ο σκοπός της έρευνας είναι να μελετηθεί η διεγχειρητική χρήση της μιτομυκίνης C στις επεμβάσεις πτερυγίου και να εξαχθούν συμπεράσματα τόσο για την αποτελεσματικότητα της μεθόδου όσο και για την ασφάλειά της. Επίσης να τεθούν οι ενδείξεις εφαρμογής της μεθόδου, ο τρόπος εφαρμογής της, και οι κανόνες επιλογής των ασθενών.Υλικό: Το υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 78 ασθενείς με πτερύγιο (πρωτοπαθές και υποτροπιάζον) οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου στο πρωτόκολλο μετά την εξέτασή τους στα εξωτερικά ιατρεία της Πανεπιστημιακής Οφθαλμολογικής Κλινικής Θεσσαλονίκης. Το 55% των ασθενών ήταν άνδρες (μ. ο. ηλικίας 59,6 έτη) και το 45% ήταν γυναίκες (μ.ο. ηλ ...
Εισαγωγή: Το πτερύγιο, ένα συχνό πρόβλημα της οφθαλμικής επιφάνειας στους Έλληνες, υποτροπιάζει σε μεγάλο ποσοστό μετά την εξαίρεσή του. Για τη μείωση των υποτροπών μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορες συμπληρωματικές μέθοδοι, μεταξύ των οποίων και η μιτομυκίνη C.Σκοπός: Καθώς η ελληνική εμπειρία στη χρήση της μιτομυκίνης είναι ελάχιστη, ο σκοπός της έρευνας είναι να μελετηθεί η διεγχειρητική χρήση της μιτομυκίνης C στις επεμβάσεις πτερυγίου και να εξαχθούν συμπεράσματα τόσο για την αποτελεσματικότητα της μεθόδου όσο και για την ασφάλειά της. Επίσης να τεθούν οι ενδείξεις εφαρμογής της μεθόδου, ο τρόπος εφαρμογής της, και οι κανόνες επιλογής των ασθενών.Υλικό: Το υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 78 ασθενείς με πτερύγιο (πρωτοπαθές και υποτροπιάζον) οι οποίοι πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου στο πρωτόκολλο μετά την εξέτασή τους στα εξωτερικά ιατρεία της Πανεπιστημιακής Οφθαλμολογικής Κλινικής Θεσσαλονίκης. Το 55% των ασθενών ήταν άνδρες (μ. ο. ηλικίας 59,6 έτη) και το 45% ήταν γυναίκες (μ.ο. ηλικίας 60,4 έτη). Το 73% των ασθενών είχαν εργασία σε εξωτερικό περιβάλλον, το 6,5% σε εσωτερικό δυσμενές περιβάλλον, ενώ το 20,5% σε εσωτερικό μη-δυσμενές περιβάλλον.Μέθοδος: Όλοι οι ασθενείς (78) υποβλήθηκαν προεγχειρητικά σε λήψη λεπτομερούς ιστορικού και σε πλήρη οφθαλμολογική εξέταση, ενώ έγινε και φωτογράφηση του πτερυγίου. Η αφαίρεση του πτερυγίου έγινε με την τεχνική του γυμνού σκληρού. Ακολούθησε η διεγχειρητική εφαρμογή μιτομυκίνης σε 39 ασθενείς μετά από τυχαιοποιημένη επιλογή. Η μιτομυκίνη συγκέντρωσης 0,02% εφαρμόστηκε για 5 λεπτά στον ακάλυπτο σκληρό. Η μετεγχειρητική παρακολούθηση των ασθενών και των δύο ομάδων γινόταν την 1η και 7η ΜΗ και στη συνέχεια τον 1°, 3°, 6°, 9°, 12°, 18° και 24° ΜΜ. Ο έλεγχος περιελάμβανε τη διερεύνηση ύπαρξης συμπτωμάτων, πλήρη οφθαλμολογική εξέταση και αναζήτηση παθολογικών ευρημάτων. Μελετήθηκε η υποτροπή του πτερυγίου και στις δύο ομάδες, τόσο στα πρωτοπαθή όσο και στα υποτροπιάζοντα πτερύγια και έγινε συσχέτιση της υποτροπής με την ηλικία, το239Αποτελέσματα: Η υποτροπή στην ομάδα της μιτομυκίνης ήταν 15,4% (20% στα πρωτοπαθή και 10,5% στις υποτροπές), ενώ στην ομάδα ελέγχου η υποτροπή ανήλθε σε 53,8% (54,5% στα πρωτοπαθή και 50% στις υποτροπές). Η διαφορά είναι στατιστικά πολύ σημαντική (ρ<0,001). Η πιθανότητα εμφάνισης υποτροπής στην ομάδα ελέγχου ήταν 6,5 φορές μεγαλύτερη από την ομάδα της μιτομυκίνης. Η χρήση της μιτομυκίνης ελάττωσε σημαντικά το ποσοστό υποτροπής του πτερυγίου ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο ή το επάγγελμα του ασθενούς. Η αποτελεσματικότητά της όμως είναι καλύτερη στους νέους ασθενείς έως 50 ετών (ρ =0,049), και στις γυναίκες (ρ =0,025). Η υποτροπή του πτερυγίου δε βρέθηκε να σχετίζεται σημαντικά με την ηλικία του ασθενούς, (ρ =0,308 και ρ=1,0), ή το επάγγελμα (ρ =0,305 και ρ=0,682), για την ομάδα της μιτομυκίνης και την ομάδα ελέγχου αντίστοιχα, παρά την αυξημένη υποτροπή η οποία εμφανίστηκε σε εργαζόμενους σε εξωτερικό και σε εσωτερικό δυσμενές περιβάλλον. Η υποτροπή βρέθηκε να σχετίζεται σημαντικά με το φύλο του ασθενούς μόνο στην ομάδα της μιτομυκίνης (ρ =0,046). Όλες οι υποτροπές εκδηλώθηκαν εντός του 1ου έτους και οι περισσότερες τους πρώτους 9 μήνες. Σχεδόν όλες οι υποτροπές ήταν μικρού μεγέθους και μακριά από την οπτική ζώνη.Οι παρενέργειες και οι επιπλοκές που παρατηρήθηκαν συχνότερα στην ομάδα της μιτομυκίνης ήταν: υπεραιμία πλησίον του ΣΚΟ (56,4%), καθυστέρηση της επιθηλιοποίησης του επιπεφυκότα (66%), Dellen (15,4%), κοκκίωμα επιπεφυκότα (12,8%), παροδική ήπια υπερτονία (12,8%), και ήπιο συμβλέφαρο (10,3%). Η διαφορά στην εμφάνιση των επιπλοκών μεταξύ των δύο ομάδων δεν ήταν στατιστικά σημαντική, εκτός από την υπεραιμία η οποία εμφανίστηκε πολύ συχνότερα στην ομάδα της μιτομυκίνης (ρ <0,001).Συμπεράσματα: Η διεγχειρητική χρήση μιτομυκίνης 0,02% για 5 λεπτά, ελαττώνει σημαντικά την υποτροπή του πτερυγίου, ενώ οι επιπλοκές είναι ήπιες και παροδικές. Η χρήση της μιτομυκίνης διεγχειρητικά στις επεμβάσεις πτερυγίου είναι αποτελεσματική και ασφαλής εφόσον τηρηθούν ορισμένοι κανόνες τόσο στην επιλογή των ασθενών, όσο και στον τρόπο εφαρμογής της.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction'. Pterygium, a common ocular surface disorder in Greeks, tends to recur after its surgical excision. Various adjunctive methods may be used in order to reduce pterygium recurrence and mitomycin C is one of them.Aims: As there is little experience in the use of mitomycin C in Greek pterygium patients, the aim of the study is to evaluate the intraoperative use of MMC in pterygium surgery and to yield conclusions for the efficacy and the safety of this adjunctive method. Moreover, to define the indications, the way of the procedure, and rules for the selection of the patients.Material: The sample of the study included 78 patients with pterygium (primary and reçurent) fulfilling the inclusion criteria after their examination at the University Eye Clinic of Thessaloniki. 55% of the patients were men (mean age 59,6 years) and 45% women (mean age 60,4 years). The proffession of the patients was outdoors in 73%, indoors 20,5% and indoors but in adverse conditions 6,5%.Methods: A f ...
Introduction'. Pterygium, a common ocular surface disorder in Greeks, tends to recur after its surgical excision. Various adjunctive methods may be used in order to reduce pterygium recurrence and mitomycin C is one of them.Aims: As there is little experience in the use of mitomycin C in Greek pterygium patients, the aim of the study is to evaluate the intraoperative use of MMC in pterygium surgery and to yield conclusions for the efficacy and the safety of this adjunctive method. Moreover, to define the indications, the way of the procedure, and rules for the selection of the patients.Material: The sample of the study included 78 patients with pterygium (primary and reçurent) fulfilling the inclusion criteria after their examination at the University Eye Clinic of Thessaloniki. 55% of the patients were men (mean age 59,6 years) and 45% women (mean age 60,4 years). The proffession of the patients was outdoors in 73%, indoors 20,5% and indoors but in adverse conditions 6,5%.Methods: A full history from all the 78 patients was taken and afterwards they had a complete ophthalmic examination along with a photographic documentation of the pterygium. After pterygium excision under the bare- sclera technique in all patients, 39 patients were randomly selected for the intraoperative use of MMC. MMC of 0,02% was used intraoperatively for 5 minutes on the bare sclera. All patients were followed-up on 1st and 7th day postoperatively, and then at the end of 1st, 3rd, 6th, 9th, 12th, 18th and 24th month. Patients were asked for symptoms and were examined for pathologic signs. Visual aquity, keratometry and I.O.P. were also documented. The recurrence was evaluated in primary and reçurent pterygiums, along with relations to age, sex and profession. The least follow-up was 2 years for both groups, while it was longer for the mitomycin group.Results: The recurrence in the MMC group was 15,4% (20% in primary and 10,5% in reçurent pterygium), while it was 53,8% (54,5% in primary and 50% in reçurent pterygium) in the control group. The diffemce is statistically very241important (p<0,001). The possibility of recurence was 6,5 times higher in the control group than in the MMC group. The decrease of pterygium recurrence by the MMC was important in all age, sex and proffessional groups. However, MMC is more effective in young adults up to 50 years old (p=0,049) and in women (p=0,025). Pterygium recurrence had no significant correlations with age (p=0,308 andp=l,0) or proffession (p=0,305 andp=0,682) for the MMC and the control group respectively. The sex of the patient was correlated with the recurrence only in the MMC group (p=0,046). All the recurrences developed in the first postoperative year, and most of them in the first 9 months. Recurrences were small in the majority of the cases and far away from the optical zone.Side effects and complications that were seen more often in the MMC group were: conjunctival hyperemia (56,4%), delayed conjunctivalepithelialization (66%), Dellen (15,4%), conjunctival granuloma (12,8%), mild temporary increase in I.O.P. (12,8%) and mild Symblepharon (10,3%). The difference between the two grooups was not statistically important for all the complicatios but for the hyperemia (p<0,001).Conclusions·. Mitomycin C 0,02% intraoperatively for 5 minutes, causes a significant reduction in pterygium recurrence, while the complications are mild and temporary. The intaroperative use of MMC in pterygium surgery is effective and safe when rules for the selection of the patients and the way of the procedure are kept.
περισσότερα