Περίληψη
Αντικείμενο της διατριβής είναι η αναδιάρθρωση των παραγωγικών συστημάτων στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Στο πλαίσιο αυτό και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας το “τοπικό” αναφέρεται στο επίπεδο της χώρας υπογραμμίζοντας τις χωρικές διαστάσεις της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η κριτική μελέτη της παγκοσμιοποίησης σε συνδυασμό με ορισμένες διαπιστώσεις για την καπιταλιστική κρίση του 2008 έδειξαν ότι το επίπεδο της χώρας διατηρεί την κρίσιμη σημασία του ως αντικείμενο μελέτης και ως χωρικό επίπεδο άσκησης πολιτικής, σε διαφοροποίηση με τη θέση της περιφερειακότητας, όπως εκφράζεται από την επικρατούσα θεωρία της Νέας Περιφερειακότητας. Η χωρική ανταγωνιστικότητα φάνηκε ότι είναι άμεσα συναρτημένη με την κυρίαρχη αντίληψη για την παγκοσμιοποίηση και τη θέση περί “αδυναμίας του κράτους”, όπως και την αντιφατική σύζευξη του ελεύθερου εμπορίου με τη θεωρία του απόλυτου πλεονεκτήματος και τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης. Μεθοδολογικά η οικονομία αντιμετωπίζεται ως ένα πολύπλοκο σύστη ...
Αντικείμενο της διατριβής είναι η αναδιάρθρωση των παραγωγικών συστημάτων στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Στο πλαίσιο αυτό και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Ελλάδας το “τοπικό” αναφέρεται στο επίπεδο της χώρας υπογραμμίζοντας τις χωρικές διαστάσεις της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η κριτική μελέτη της παγκοσμιοποίησης σε συνδυασμό με ορισμένες διαπιστώσεις για την καπιταλιστική κρίση του 2008 έδειξαν ότι το επίπεδο της χώρας διατηρεί την κρίσιμη σημασία του ως αντικείμενο μελέτης και ως χωρικό επίπεδο άσκησης πολιτικής, σε διαφοροποίηση με τη θέση της περιφερειακότητας, όπως εκφράζεται από την επικρατούσα θεωρία της Νέας Περιφερειακότητας. Η χωρική ανταγωνιστικότητα φάνηκε ότι είναι άμεσα συναρτημένη με την κυρίαρχη αντίληψη για την παγκοσμιοποίηση και τη θέση περί “αδυναμίας του κράτους”, όπως και την αντιφατική σύζευξη του ελεύθερου εμπορίου με τη θεωρία του απόλυτου πλεονεκτήματος και τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης. Μεθοδολογικά η οικονομία αντιμετωπίζεται ως ένα πολύπλοκο σύστημα που μπορεί να μελετηθεί με τη χρήση των Πινάκων Εισροών-Εκροών. Το παραγωγικό σύστημα (ΠΣ) νοείται ως το σύνολο των κλάδων/προϊόντων της οικονομίας που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους στη βάση τεχνολογικών επιλογών οι οποίες σε συνδυασμό με τις πρωτογενείς εισροές (κεφάλαιο, εργασία) οδηγούν στην παραγωγή προστιθέμενης αξίας. Η αναδιάρθρωσή του είναι το αποτέλεσμα της συσσώρευσης του κεφαλαίου, δηλαδή των διαχρονικών επενδυτικών και χωροθετικών επιλογών του κεφαλαίου που διαμορφώνουν την άνιση χωρική ανάπτυξη. Η μελέτη του ΠΣ σε ένα διεθνές και κυρίως Ευρωπαϊκό συγκριτικό πλαίσιο (1970-2015) έδειξε ότι η σύγκλιση (κατά κεφαλήν ΑΕΠ) ακόμα και σε μακροχρόνιες περιόδους, είναι αμφίβολη ή συμβαίνει κατ’ εξαίρεση και υπό ειδικές συνθήκες, ενώ εμφανίζεται στον βαθμό που η ανάπτυξη συνδέεται με χαμηλό εργατικό κόστος. Το ΠΣ στην Ελλάδα και στην ΕΕ αναδιαρθρώνεται μακροχρόνια (1995-2015) στην κατεύθυνση της τριτογενοποίησης με μείωση της διαφοροποίησής του. Η επικρατούσα άποψη περί μετατροπής της οικονομίας σε “οικονομία της γνώσης” αδυνατίζει, καθώς στον βαθμό που αυτή συμβαίνει, είναι στην καλύτερη περίπτωση αργή, ενώ παράγει αντιφατικά και παράδοξα αποτελέσματα, αφού η συμμετοχή των κλάδων υψηλής τεχνολογίας στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ) μειώνεται και η αναδιάρθρωση αυτή συντελείται κυρίως με τη αύξηση της συμμετοχής των κλάδων του δημόσιου τομέα. Επιπλέον η πλειονότητα της ΑΠΑ στην Ελλάδα και στην ΕΕ παράγεται από κλάδους χαμηλής έντασης τεχνολογίας και γνώσης. Η συγκριτική μελέτη των ΠΣ (σε μονοψήφιους και διψήφιους κωδικούς NACE) της Ελλάδας, της ΕΕ-28 και επιλεγμένων χωρών της έδειξε υψηλό βαθμό ομοιότητας (εντονότερα με τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου) σε σειρά δομικών τους στοιχείων όπως η κλαδική διάρθρωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας και της απασχόλησης, η παραγωγικότητα, οι κλάδοι υψηλής προστιθέμενης αξίας, η κλαδική εξωστρέφεια και η κάθετη εξειδίκευση μέσω του διεθνούς εμπορίου. Έντονη διαφοροποίηση εμφανίζεται στη σχέση κεφαλαίου-εργασίας τόσο μεταξύ του Ελληνικού ΠΣ όσο και μεταξύ των ΠΣ των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Διαφοροποίηση υπάρχει και στη δομή των εξαγωγών της Ελλάδας και των άλλων χωρών που οφείλεται κυρίως στη χαμηλή ανάπτυξη της βιομηχανίας. Η δομή του ΠΣ της Ελλάδας (2010) μελετήθηκε αφενός με την ανάδειξη της εσωτερικής κλαδικής ιεραρχίας και τον προσδιορισμό του βαθμού γραμμικότητας και αφετέρου με τον προσδιορισμό των στρατηγικών και σημαντικών κλάδων του και των συνεκτικών κλαδικών ομαδοποιήσεων (clusters). Η μελέτη της ιεραρχίας και της γραμμικότητας του συστήματος (τριγωνοποίηση της μήτρας διακλαδικών συναλλαγών) έγινε με έναν αλγόριθμο βελτιστοποίησης που στηρίχθηκε στο μετα-ευρετικό πλαίσιο της προσομοιωμένης ανόπτησης (simulated annealing-SA). Οι στρατηγικοί και σημαντικοί κλάδοι του ΠΣ προσδιορίσθηκαν αφενός με τους δείκτες Hirschman-Rasmussen και αφετέρου με τη χρήση σειράς δεικτών της θεωρίας των γράφων/δικτύων. Η διαίρεση του ΠΣ σε clusters που έγινε επίσης με βάση τη θεωρία των γράφων και τη χρήση αλγορίθμων βελτιστοποίησης της δομικότητας (modularity) του δικτύου, έδειξε την ύπαρξη πέντε clusters (Αγρο-Τουριστικό, Ενεργειακό-Μεταφορικό, Κατασκευαστικό, Γνωσιακό-Εκπαιδευτικό και Μεγα-Cluster). Τα clusters αυτά στη συνέχεια με τη χρήση των περιφερειακών ειδικεύσεων εντοπίστηκαν στις περιφέρειες της χώρας. Από τη μελέτη του ΠΣ με τη χρήση του πίνακα εισροών-εκροών η πολυπλοκότητα αναδείχθηκε ως ένα εγγενές χαρακτηριστικό του, τόσο με την αλγοριθμική όσο και με τη συνολική μορφή της. Από τη λεπτομερή ανάλυση του ΠΣ καθώς και από τη γενικότερη προσέγγιση της διατριβής φάνηκε ότι η ανάπτυξη είναι μια διαδικασία πολύ πιο σύνθετη από όσο συνήθως παρουσιάζεται από τις επικρατούσες θεωρητικές προσεγγίσεις και στρατηγικές που δίνουν μονομερώς έμφαση στην τεχνολογία, στην καινοτομία, στην επιχειρηματικότητα και στα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά. Η αξιοποίηση μιας τέτοιας προσέγγισης για την άσκηση πολιτικών προϋποθέτει, στο επίπεδο της θεωρίας, την εκ νέου ανάδειξη, ως αναλυτικές κατηγορίες, της άνισης ανάπτυξης, της συσσώρευσης του κεφαλαίου και της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας. Στην ίδια κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει και η επανεξέταση του ρόλου του κράτους και γενικότερα των θεμελιωδών μηχανισμών και δομών που καθοδηγούν την ανάπτυξη.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The subject of this dissertation is the restructuring of production systems in the context of globalization. In this context and in the specific case of Greece, the term "local" refers to the country level, thus underlining the spatial dimensions of the development process. The critical study of globalization together with some findings on the 2008 capitalist crisis has shown that the country level retains its crucial importance both as a subject of study and as a policy, in contrast to the position of peripherality as expressed by the prevailing New Regionalism theory. Spatial competitiveness seems to be directly related to the predominant perception of globalization and the “weak state” thesis, as well as the contradictory coupling with free trade to the theory of absolute advantage and the theory of endogenous growth. Methodologically, economy is considered a complex system that can be studied by using Input-Output Tables. Production System (PS) is conceptualized as the totality of ...
The subject of this dissertation is the restructuring of production systems in the context of globalization. In this context and in the specific case of Greece, the term "local" refers to the country level, thus underlining the spatial dimensions of the development process. The critical study of globalization together with some findings on the 2008 capitalist crisis has shown that the country level retains its crucial importance both as a subject of study and as a policy, in contrast to the position of peripherality as expressed by the prevailing New Regionalism theory. Spatial competitiveness seems to be directly related to the predominant perception of globalization and the “weak state” thesis, as well as the contradictory coupling with free trade to the theory of absolute advantage and the theory of endogenous growth. Methodologically, economy is considered a complex system that can be studied by using Input-Output Tables. Production System (PS) is conceptualized as the totality of interacting industries/products on the basis of their technological choices which, in conjunction with primary inputs (capital, labour), lead to the production of value added. Restructuring is the result of capital accumulation, that is, the intertemporal investment and locational choices made by capital, which shape uneven spatial development. The study of the PS in an international and mainly European comparative framework (1970-2015) has shown that convergence (GDP per capita) even in the long-run is doubtful or exceptional and happens under specific circumstances to the extent that growth is associated with low labor costs. The restructuring of PS in Greece and the EU is towards tertiarisation and reduction of diversification. The dominant view of the transformation of the economy towards “knowledge economy” is weakened since to the extent that this is happening it is at best a slow process, while producing contradictory and paradoxical results, e.g. reduction of the share of high technology industries in total Gross Value Added (GVA), and this transformation is driven by the growth of the public sector. Moreover the majority of value added in Greece and the EU is produced by low technology and less knowledge-intensive industries. The comparative study of PS (1-digit and 2-digit NACE codes) of Greece, EU-28 and selected European countries, has shown a high degree of similarity (higher with the countries of the European South) in a series of structural indicators. These indicators include the industrial composition of GVA and employment, productivity, high value added industries, extroversion of industries, and vertical specialization in international trade. The PS of Greece and EU are significantly different to each other in terms of the capital-labor relationship and the same stands for the PS of the other European countries. There are also differences between the structure of exports of Greece and those of the other EU countries, mainly due to the low share of manufacturing in exports in the case of Greece. The structure of PS in Greece (2010) is analyzed on the one hand by highlighting its internal industrial hierarchy and defining its degree of linearity, and on the other hand by defining strategic and important industries and cohesive groups of industries (clusters). The study of industrial hierarchy and the linearity of the system (triangulation of input-output matrix) is made by using an optimization algorithm based on a Simulated Annealing (SA) meta-heuristic framework. Strategic and important industries of the PS were defined by Hirschman-Rasmussen indices as well as the use of a series of graph-theoretic centrality indices. The division of PS into clusters, which was achieved by using graph/network theory and employing modularity optimization algorithms, revealed five clusters in Greece (Agro-Tourism, Energy-Transportation, Construction, Knowledge-Education, and Mega-Cluster). Subsequently, these clusters were traced to the regional level with the help of regional specialisation indices. From the study of the PS with the use of the input-output table, complexity emerged as an intrinsic feature in both its algorithmic and aggregate form. Both the detailed analysis of the PS and the general approach of the dissertation showed that economic development is a much more complex process than usually assumed by the prevailing theoretical approaches and strategies that give unilateral emphasis to technology, innovation, entrepreneurship and internationally tradable goods. The use of such an approach for policy-making purposes presupposes, at a theoretical level, a re-emergence of unequal development, accumulation of capital and the capital-labor relation as analytical categories. Moreover, a reconsideration of the role of the state and, more generally, the fundamental mechanisms and structures that guide development could also contribute to the same objective.
περισσότερα