Περίληψη
Η παρούσα διατριβή αναλύει τρία επιμέρους ζητήματα στο επιστημονικό πεδίο της οικονομικής της εργασίας. Ειδικότερα, εξετάζονται α) η προσφορά εργασίας των έγγαμων γυναικών στην Ελλάδα, β) η διαχρονική συμπεριφορά των έγγαμων Ελληνίδων σχετικά με την συμμετοχή στην αγορά εργασίας, και γ) οι προσδιοριστικοί παράγοντες του υποκειμενικού βαθμού εργασιακής ικανοποίησης των Ελλήνων εργαζόμενων. Η παρούσα εργασία βασίζεται στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και στα υποδείγματα ανάλυσης κατανομής του διαθέσιμου χρόνου όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί στο επιστημονικό πεδίο της Μικροοικονομικής θεωρίας. Με βάση τα συγκεκριμένα θεωρητικά υποδείγματα εφαρμόζονται επιμέρους εμπειρικές προσεγγίσεις, χρησιμοποιώντας μικρό-οικονομετρικές μεθόδους ανάλυσης. Στην πρώτη μελέτη γίνεται προσπάθεια προσέγγισης ορισμένων πτυχών της προσφοράς εργασίας των έγγαμων γυναικών στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαστρωματικά στοιχεία από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 1998/99 και ευρέως αποδεκτές οικονομετρικές μεθόδους. ...
Η παρούσα διατριβή αναλύει τρία επιμέρους ζητήματα στο επιστημονικό πεδίο της οικονομικής της εργασίας. Ειδικότερα, εξετάζονται α) η προσφορά εργασίας των έγγαμων γυναικών στην Ελλάδα, β) η διαχρονική συμπεριφορά των έγγαμων Ελληνίδων σχετικά με την συμμετοχή στην αγορά εργασίας, και γ) οι προσδιοριστικοί παράγοντες του υποκειμενικού βαθμού εργασιακής ικανοποίησης των Ελλήνων εργαζόμενων. Η παρούσα εργασία βασίζεται στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και στα υποδείγματα ανάλυσης κατανομής του διαθέσιμου χρόνου όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί στο επιστημονικό πεδίο της Μικροοικονομικής θεωρίας. Με βάση τα συγκεκριμένα θεωρητικά υποδείγματα εφαρμόζονται επιμέρους εμπειρικές προσεγγίσεις, χρησιμοποιώντας μικρό-οικονομετρικές μεθόδους ανάλυσης. Στην πρώτη μελέτη γίνεται προσπάθεια προσέγγισης ορισμένων πτυχών της προσφοράς εργασίας των έγγαμων γυναικών στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαστρωματικά στοιχεία από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 1998/99 και ευρέως αποδεκτές οικονομετρικές μεθόδους. Διερευνήθηκε η απόφαση συμμετοχής στην αγορά εργασίας, οι ώρες εργασίας των έγγαμων γυναικών που αποφάσισαν να συμμετέχουν και η διάρθρωση των ωρομισθίων. Τα αποτελέσματα της οικονομετρικής εκτίμησης έδειξαν ότι τόσο η συμμετοχή όσο και η έκτασή της επηρεάζονται από την παρουσία παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας στο νοικοκυριό, την εκπαίδευση και ηλικία της έγγαμης γυναίκας, τον τόπο διαμονής της, τα εισοδήματα του συζύγου καθώς επίσης και τα εισοδήματα του νοικοκυριού που δεν προέρχονται από εργασία (ενοίκια, τόκοι κ.λπ.). Επιπλέον, μεταβλητές σχετικές με το ανθρώπινο κεφάλαιο, όπως εκπαίδευση και ηλικία φαίνεται να επηρεάζουν με σημαντικό τρόπο τη διαμόρφωση των μισθών των έγγαμων γυναικών στην Ελλάδα. Τα παραπάνω αποτελέσματα είναι σύμφωνα με τα αναμενόμενα από τη θεωρία και με τα αντίστοιχα της σχετικής διεθνούς βιβλιογραφίας. Η δεύτερη μελέτη αναλύει την διαχρονική συμπεριφορά των έγγαμων Ελληνίδων στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό συμμετοχής των Ελληνίδων εμφανίζεται ως ιδιαίτερα χαμηλό, συγκρινόμενο με αντίστοιχα ποσοστά των υπολοίπων κρατών-μελών της Ε.Ε. Επιπρόσθετα, μπορεί να χαρακτηρισθεί από την ύπαρξη σημαντικού βαθμού εμμονής (persistence). Στην παρούσα μελέτη, μεθοδολογικά υιοθετείται η ευρύτερα αποδεκτή προσέγγιση του Hyslop (1999). Για την εκτίμηση των οικονομετρικών εξειδικεύσεων χρησιμοποιούνται, χρονικά επαναλαμβανόμενα, διαστρωματικά στοιχεία, για την περίοδο 1995-2001, τα οποία αντλήθηκαν από την European Community Household Panel (ECHP) βάση δεδομένων και διάφορα δυναμικά υποδείγματα διακριτής επιλογής (discrete choice models). Βρέθηκε ότι η πιθανότητα συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό επηρεάζεται από ατομικά χαρακτηριστικά (όπως, για παράδειγμα, το ανθρώπινο δυναμικό, η γονιμότητα και τα ατομικά μη-δεδουλευμένα εισοδήματα). Επιπρόσθετα, ο βαθμός της ‘αληθούς’ εξάρτησης της κατάστασης απασχόλησης και η μη-παρατηρούμενη ετερογένεια αποτελούν σημαντικές πηγές εμμονής που αφορά στα ποσοστών συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό. Λαμβάνοντας υπόψη το ρόλο της ‘εξάρτησης’, των ‘αρχικών συνθηκών’ και της μη-παρατηρούμενης ετερογένειας, τα αποτελέσματα που προέκυψαν υποδηλώνουν ότι η κατάσταση απασχόλησης του προηγούμενου έτους αποτελεί σημαντικό προσδιοριστικό παράγοντα στην ανάλυση των αποφάσεων για συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό στην τρέχουσα περίοδο. Επιπρόσθετα, οι ασύγχρονες επιδράσεις του εισοδήματος εκτός εργασίας και του αριθμού των παιδιών προσχολικής ηλικίας στο νοικοκυριό φαίνεται να συγκροτούν μια καθοριστική δέσμη παραγόντων για τον προσδιορισμό των επιδράσεων της μη-παρατηρούμενης ετερογένειας στις αποφάσεις των Ελληνίδων για συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό. Οι εκτιμηθείσες μέσες οριακές επιδράσεις, υποδηλώνουν ότι όσες γυναίκες δεν συμμετείχαν στην αγορά εργασίας το προηγούμενο έτος, συγκριτικά με αυτές που συμμετείχαν, αντιμετωπίζουν χαμηλότερη πιθανότητα συμμετοχής κατά περίπου 30 τοις εκατό. Συνολικά, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα παρατηρηθέντα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής είναι μια στοχαστική διαδικασία η οποία αναμένεται να εξελιχθεί σε ένα μακροχρόνιο περιβάλλον. Τα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης συντελούν στην δημιουργία ενός πολύ-επίπεδου πλαισίου αξιολόγησης, πολιτικών απασχόλησης στην Ελλάδα.
περισσότερα